UBS: Τι σημαίνει για τις αγορές και την αμερικανική πολιτική σκηνή η απόσυρση Μπάιντεν
Oι αναλυτές συνιστούν στρατηγικές για τη διαχείριση των κινδύνων όπως τη διατήρηση ενός καλά διαφοροποιημένου χαρτοφυλακίου και την εξέταση δομημένων επενδυτικών επιλογών
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν απέσυρε την υποψηφιότητά του για μια πιθανή δεύτερη θητεία στον ανώτατο θώκο της αμερικανικής κυβέρνησης, παραδίδοντας τα σκήπτρα της υποψηφιότητάς του για το «ticket» των Δημοκρατικών στην αντιπρόεδρο Κάμαλα Χάρις.
Όπως αναφέρει η UBS, η ανακοίνωση έλαβε χώρα μετά από εβδομάδες διαβουλεύσεων μετά από την απογοητευτική επίδοση του Τζο Μπάιντεν στο ντιμπέιτ της 27ης Ιουνίου.
Σημειωτέον πως ο πρόεδρος είχε δεχθεί πολλαπλές εκκλήσεις τόσο από πολιτικούς όσο και από δωρητές να αποσυρθεί. Το προβάδισμα του Τραμπ στις δημοσκοπήσεις είχε φαινομενικά επίσης διευρυνθεί μετά από την πρόσφατη αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας εναντίον του.
Τι μέλλει γενέσθαι
Όλα τα βλέμματα στρέφοντα πια στην επιβεβαίωση ενός νέου υποψηφίου των Δημοκρατικών, με την Κάμαλα Χάρις να θεωρείται ως η επικρατέστερη επιλογή. Όλα θα εξαρτηθούν από το αν θα υπάρξουν ουσιώδεις διαφορές στις οικονομικές προσεγγίσεις οι οποίες θα μπορούσαν με τη σειρά τους να επηρεάσουν τις αγορές και εάν ο νέος υποψήφιος θα έχει μεγαλύτερες πιθανότητες να νικήσει τον Τραμπ.
Η Επιτροπή Κανονισμών του Δημοκρατικού Συνεδρίου ανακοίνωσε ότι θα συνεδριάσει σύντομα για να συζητήσει ένα «ανοιχτό, διαφανές, δίκαιο και ομαλό» πλαίσιο υποψηφιοτήτων.
Πρώτον, η απομάκρυνση του Μπάιντεν και η επακόλουθη υποστήριξη της Κάμαλα Χάρις της προσφέρει, μεν, προβάδισμα, όμως πρέπει ακόμη να πείσει τους αντιπροσώπους του συνεδρίου, οι οποίοι δεν είναι πλέον υποχρεωμένοι να υποστηρίξουν τον Μπάιντεν, ότι είναι το άτομο που είναι σε καλύτερη θέση για να νικήσει τον υποψήφιο των Ρεπουμπλικάνων τον Νοέμβριο.
Η UBS αναμένει ότι η Χάρις θα δώσει έμφαση στη συνέχιση της πλατφόρμας του Μπάιντεν, στη θητεία της ως αντιπροέδρου και στην ικανότητά της να προσελκύει τις γυναίκες, τους νεότερους ψηφοφόρους και τους αφροαμερικανούς ψηφοφόρους.
Άλλοι υποψήφιοι ενδέχεται να αναδειχθούν πριν από το συνέδριο, συμπεριλαμβανομένων μιας χούφτας από Δημοκρατικούς κυβερνήτες πολιτειών που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ότι τα καθαρά ποσοστά δημοτικότητάς τους είναι υψηλότερα από αυτά της αντιπροέδρου.
Ωστόσο, η Χάρις έχει και ένα άλλο πλεονέκτημα, το οποίο μπορεί να αποδειχθεί καθοριστικό. Βάσει των δωρεών για την εκστρατεία του Μπάιντεν στην Ομοσπονδιακή Εκλογική Επιτροπή, η Χάρις θα συναντήσει λιγότερα νομικά εμπόδια στη προσάρτηση της εκστρατείας του Μπάιντεν ως δικής της.
Δεύτερον, οι αναλυτές της τράπεζας δεν αναμένουν σημαντική μετατόπιση των πολιτικών προτεραιοτήτων από οποιονδήποτε από τους από τους κορυφαίους υποψήφιους των Δημοκρατικών στα θέματα που απασχολούν τους επενδυτές.
Παρά ταύτα, κανείς υποψήφιος των Δημοκρατικών δεν επρόκειτο να αποκλίνει σημαντικά από τις θέσεις του Μπάιντεν όσον αφορά την εστίαση στην κλιματική αλλαγή, τον αυξανόμενο έλεγχο των αντι-μονοπωλιακών πρακτικών των μεγάλων επιχειρήσεων και τη διατήρηση της πίεσης στην Κίνα για τις πολλές φορές αθέμιτες εμπορικές πρακτικές της.
Τρίτον, είναι επίσης πιθανό ότι η απάντηση του Τραμπ στην απόπειρα δολοφονίας της περασμένης εβδομάδας θα μπορούσε να εδραιώσει την υποστήριξη της βάσης του και ακόμη και να κερδίσει ορισμένους αναποφάσιστους ψηφοφόρους – αν και αυτό δεν είναι ακόμη σαφές.
Πριν από την αποχώρηση του Μπάιντεν από την κούρσα, η UBS είχε εκτιμήσει 60% πιθανότητα νίκης του Τραμπ, με 45% πιθανότητα μίας «σκούπας» (sweep) στο Κογκρέσο.
Η απομάκρυνση του Μπάιντεν, όμως, εξισσοροπεί κάπως την προεκλογική αναμέτρηση. Παρ’ όλα αυτά, οι αναλυτές υποστηρίζουν πως η δυναμική των εκλογών δεν θα αλλάξει τόσο πολύ όσο θα περίμενε κανείς.
Το αμερικανικό εκλογικό σώμα είναι ιδιαίτερα πολωμένο και οι περισσότεροι από τους υποστηρικτές του Μπάιντεν θα είναι απρόθυμοι να εγκαταλείψουν το κόμμα. Κατά τους επόμενους μήνες, η UBS αναμένει ότι και τα δύο πολιτικά κόμματα θα επικεντρωθούν στην προσέλκυση των αναποφάσιστων ψηφοφόρων τον Νοέμβριο ως τον κρίσιμο παράγοντα ο οποίος θα κρίνει τις εκλογές.
Οι Δημοκρατικοί πρέπει να κινητοποιήσουν νεότερους ψηφοφόρους. Οι Ρεπουμπλικάνοι πρέπει να ενθαρρύνουν τους ψηφοφόρους που προτιμούν τον Τραμπ να εκφράσουν αυτό το συναίσθημα στις κάλπες την ημέρα των εκλογών, τόνισαν οι αναλυτές.
«Διστάζουμε επίσης να βγάλουμε συμπεράσματα από την δημοσκόπηση των υποθετικών αντιστοιχιών μεταξύ του Τραμπ και άλλων Δημοκρατικών υποψηφίων. Θα χρειαστεί χρόνος για να αντικατοπτρίσουν οι δημοσκοπήσεις τις προτιμήσεις των ψηφοφόρων. Επιπλέον, έχουμε υπόψη μας ότι υπάρχουν ακόμη τρεισήμισι μήνες από τώρα μέχρι την ημέρα των εκλογών», προσθέτει η UBS.
Η άνευ προηγουμένου απόφαση του Μπάιντεν αποτελεί, μεν, σημαντική πρόκληση για το Δημοκρατικό Κόμμα, αλλά αναγκάζει και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα να επινοήσει μια νέα στρατηγική εκστρατείας εναντίον ενός νεότερου σε ηλικία αντιπάλου.
Η αντίδραση των επενδυτών
Το αποτέλεσμα των εκλογών θα μπορούσε να έχει συνέπειες για τους επενδυτές, ιδίως εάν κάποιο από τα δύο κόμματα κερδίσει τον έλεγχο τόσο του Λευκού Οίκου όσο και του Κογκρέσου.
Μια νίκη του Τραμπ – ειδικά αν υποστηριχθεί από μια ρεπουμπλικανική πλειοψηφία στο Κογκρέσο – θα αύξανε πιθανώς τις προσδοκίες της αγοράς για μειώσεις φόρων και ελαφρύτερες ρυθμίσεις για τις επιχειρήσεις, ενώ θα ενίσχυε τις ανησυχίες για υψηλότερους εμπορικούς δασμούς.
Οι ωφελημένοι από τις ρυθμιστικές αλλαγές θα μπορούσαν να είναι ο τομέας των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, ενώ οι υψηλότεροι δασμοί στις εισαγωγές θα μπορούσαν να βλάψουν τις αμερικανικές εταιρείες οι οποίες στηρίζονται στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα.
Εν τω μεταξύ, μια κυβέρνηση των Δημοκρατικών θα συνεχίσει πιθανότατα να υποστηρίζει πρωτοβουλίες προς όφελος της πράσινης ενέργειας, της ενεργειακής αποδοτικότητας και των κατασκευαστών ηλεκτρικών οχημάτων.
Βραχυπρόθεσμα, η UBS αναμένει μεταβλητότητα στην αγορά καθώς οι επενδυτές «χωνεύουν» τα νέα. Αν και έχει παρατηρηθεί κάποια στροφή προς τους «κόκκινους» τομείς και μακριά από από τους «μπλε» τις τελευταίες εβδομάδες, αυτό θα μπορούσε τουλάχιστον εν μέρει να αντιστραφεί τις επόμενες ημέρες, καθώς οι αγορές αναλύουν τις τελευταίες εξελίξεις.
Παρ’ όλα αυτά, οι επενδυτές θα πρέπει να θυμούνται ότι τα πολιτικά αποτελέσματα των ΗΠΑ απέχουν πολύ από το να αποτελούν τον σημαντικότερο κινητήριο μοχλό των αποδόσεων των χρηματοπιστωτικών αγορών, ή ακόμη και των επιδόσεων των εκάστοτε τομέων.
Τα μακροοικονομικά δεδομένα και οι προσδοκίες για μείωση των επιτοκίων της Fed παραμένουν τουλάχιστον εξίσου σημαντικά. Επιπλέον, πολλά μπορούν ακόμη να αλλάξουν ενόψει των ψηφοφοριών του Νοεμβρίου.
Ως εκ τούτου, η UBS συνιστά στους επενδυτές να μην προβούν σε δραματικές αλλαγές στη στρατηγική τους με βάση τις προσδοκίες ή τις πολιτικές τους προτιμήσεις. Αντ’ αυτού, συνιστούν διάφορες στρατηγικές για τη διαχείριση των κινδύνων που περιβάλλουν τις εκλογές, όπως τη διατήρηση ενός καλά διαφοροποιημένου χαρτοφυλακίου και την εξέταση δομημένων επενδύσεων με χαρακτηριστικά διατήρησης κεφαλαίου ή δημιουργίας αποδόσεων.
Το βασικό σενάριο της τράπεζας παραμένει πως ο S&P 500 θα κλείσει το έτος γύρω στις 5.900 μονάδες. Επιπλέον, οι αναλυτές πιστεύουν ότι οι θετικές προοπτικές για τις κορυφαίες αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας είναι πιθανό να αντισταθμίσουν και με το παραπάνω την πολιτική αβεβαιότητα.