Morgan Stanley: Η ελληνική οικονομία θα υπεραποδώσει - Ανάπτυξη 2,3% φέτος και 2,4% το 2024
Η Ελλάδα έχει επιστρέψει σε πρωτογενές πλεόνασμα ήδη από το 2023
Μετά από μια δεκαετία και πλέον, η Ελλάδα επέστρεψε στην επενδυτική βαθμίδα, επισημαίνει η Morgan Stanley στην ετήσια επισκόπηση της παγκόσμια οικονομίας. Η αμερικανική τράπεζα εκτιμά αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,3% το 2024 και κατά 2,4% το 2025 και πληθωρισμό στο 2,2% και το 2,1% για τα αντίστοιχα έτη. Η ανεργία αναμένεται να υποχωρήσει στο 10,6% το 2024, από 10,3% το 2025, ενώ το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα διατηρηθεί
«Αναμένουμε ότι η ανάπτυξη θα συνεχιστεί και θα ξεπεράσει τις επιδόσεις της ευρωζώνης. Η δημοσιονομική εξυγίανση θα προχωρήσει, με το χρέος προς το ΑΕΠ να αναμένεται να μειωθεί στο 148% έως το 2025. Η αύξηση των μισθών θα στηρίξει την κατανάλωση και αναμένουμε ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 2,3% φέτος και το επόμενο έτος 2,4%. Αυτό είναι πολύ καλύτερο από την Ευρωζώνη. Η ιδιωτική κατανάλωση θα πρέπει να συνεχίσει να αυξάνεται με σταθερό ρυθμό, αποτελώντας ένα μεγάλο μέρος της ανάπτυξης του 2023 και περίπου το μισό για την επόμενη διετία. Τα ελληνικά πραγματικά εισοδήματα θα πρέπει να επωφεληθούν από το συνδυασμό της μείωσης του πληθωρισμού και της αύξησης των μισθών», εκτιμά η Morgan Stanley.
Τα πραγματικά εισοδήματα στην Ελλάδα θα ωφεληθούν από τον συνδυασμό της μείωσης του πληθωρισμού και της αύξησης των μισθών. Όπως εξηγεί η Morgan Stanley, μία από τις βασικές προτεραιότητες της κυβέρνησης προεκλογικά ήταν η αύξηση του κατώτατου μισθού από τα επίπεδα των 780 ευρώ στα 950 ευρώ έως το 2027. Αυτή η αύξηση αναμένεται να ωθήσει υψηλότερα τους μισθούς συνολικότερα και να ενισχύσει τις προοπτικές για την ιδιωτική κατανάλωση.
Από την άλλη πλευρά, η αύξηση των επιτοκίων των στεγαστικών δανείων θα μπορούσε να επιβαρύνει τα νοικοκυριά. Τα στεγαστικά δάνεια είναι σε μεγάλο βαθμό κυμαινόμενου επιτοκίου, αλλά τα ελληνικά νοικοκυριά εμφανίζουν χαμηλότερα επίπεδα δανεισμού σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρωζώνη, σημειώνει η Morgan Stanley, καθώς μόνο ένα πολύ μικρό μερίδιο του πληθυσμού έχει στεγαστικό δάνειο. «Αυτό αναμένεται να περιορίσει τις επιπτώσεις από την αυστηρότερη νομισματική πολιτική μέσω του καναλιού των στεγαστικών», τονίζουν οι αναλυτές.
Η Ελλάδα έχει επιστρέψει σε πρωτογενές πλεόνασμα ήδη από το 2023
Με το δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ της χώρας στο 170% περίπου του ΑΕΠ στο τέλος του 2022, η δημοσιονομική εξυγίανση αποτελεί προτεραιότητα για την κυβέρνηση. «Αναμένουμε ότι η κυβέρνηση θα συγκλίνει σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα 2% ήδη το 2024. Ο δείκτης χρέους θα πρέπει να παραμείνει σε πτωτική τροχιά, φθάνοντας στο 148% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος του 2025 σύμφωνα με τις προβλέψεις μας. Ακόμη και αν τα επιτόκια παραμείνουν αυξημένα, το χρέος αποτελείται κυρίως από θεσμικά δάνεια με σταθερό επιτόκιο, καθιστώντας το επιτόκιο του νομοσχέδιο για το επιτόκιο λιγότερο ευαίσθητο στις αυξήσεις των επιτοκίων», προβλέπει η επενδυτική τράπεζα
Επιστροφή στην επενδυτική βαθμίδα
Μετά από περισσότερο από μια δεκαετία, η Ελλάδα επέστρεψε στην κατηγορία IG (DBRS και S&P). «Οι Moody’s και Fitch παραμένουν κάτω από την IG και πιστεύουμε ότι θα είναι μόνο θέμα χρόνου πριν οι δύο οίκοι μεταβούν επίσης στην IG, το αργότερο το 1ο εξάμηνο του επόμενου έτους, κατά την άποψή μας. Ένα από τους πιο άμεσα οφέλη από το καθεστώς IG θα είναι η ένταξη της Ελλάδας σε δείκτες, καθώς και η επιλεξιμότητα στο πλαίσιο των εξασφαλίσεων της ΕΚΤ, και ως εκ τούτου για τις αγορές περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ. Οι ισχύοντες κανόνες, με εξαίρεση το PEPP, απαριθμούν ότι ένα κρατικό ομόλογο πρέπει να κατέχει status IG από τουλάχιστον έναν από τους οίκους DBRS, S&P, Fitch και Moody’s. Η αναβάθμιση της ελληνικής αγοράς κρατικών ομολόγων σε IG θα πρέπει επίσης να έχει θετικές δευτερογενείς επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία μειώνοντας το κόστος δανεισμού της χώρας, καθώς και την προσέλκυση περισσότερων επενδύσεων», συμπεραίνει η τράπεζα.
Το ταμείο RRF για την ενίσχυση των επενδύσεων
«Αναμένουμε ότι οι επενδύσεις θα γίνουν ο κύριος μοχλός ανάπτυξης στην 2024 και 2025, χάρη στην ανάκαμψη των άμεσων ξένων επενδύσεων, καθώς και στην εφαρμογή του RRF. Αυτό αντισταθμίζει κάπως τη σύσφιξη που προέρχεται από τη νομισματική πολιτική και τον υψηλότερο κόστος δανεισμού. Το σχέδιο ανάκαμψης της Ελλάδας ανέρχεται σε περίπου 17% του ΑΕΠ. Η χώρα έχει ήδη λάβει 12,8 δισ. ευρώ και αναμένεται να λάβει περίπου 23 δισ. ευρώ επιπλέον μέχρι το τέλος του 2026», επισημαίνει η τράπεζα.