Morgan Stanley: Φθηνές οι ελληνικές τράπεζες - Αυξάνει τις τιμές στόχους - Ποιες προτιμά

Σημαντικά περιθώρια αντιστάθμισης της ευαισθησίας στα χαμηλότερα επιτόκια διακρίνει στις ελληνικές τράπεζες η Morgan Stanley
Σε αύξηση των τιμών στόχων των ελληνικών τραπεζών προχώρησε η Morgan Stanley, καθώς θεωρεί ότι ο κλάδος παραμένει φθηνός σε σχέση με τον ευρωπαϊκό, ενώ υπάρχουν σημαντικά περιθώρια αντιστάθμισης της ευαισθησίας στα χαμηλότερα επιτόκια.
Βασικές επιλογές για το 2025 είναι πλέον η Τράπεζα Πειραιώς και η Alpha Bank.
«Αλλάζουμε την προτίμησή μας από την Eurobank (σύσταση equal-weight από overweight) στην Τράπεζα Πειραιώς (αναβάθμιση από equal-weight σε overweight) με βάση τη σχετική αποτίμηση και παραμένουμε overweight για την Alpha Bank. H σύσταση για την Εθνική Τράπεζα διατηρείται σε equal-weight.
Οι νέες τιμές στόχοι είναι τα 6,14 ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς από 4,96 ευρώ πριν, τα 2,64 ευρώ για την Alpha Bank από 2,11 ευρώ πριν, για την Εθνική Τράπεζα τα 10,66 ευρώ από 9,05 ευρώ πριν και τέλος για τη Eurobank τα 3,18 ευρώ από 2,77 ευρώ πριν.

"Με τις αποτιμήσεις να παραμένουν φθηνές στις 6,5 φορές τον δείκτη P/E για το 2026, πιστεύουμε ότι υπάρχουν ακόμη πολλά περιθώρια. Σύμφωνα με την ομάδα μας για τις τράπεζες της ΕΕ, προχωράμε σε εκτίμηση για τα επιτόκια της ΕΚΤ στο 1,5% το 2027 και μειώνουμε το κόστος κεφαλαίου κατά 100 μονάδες βάσης", εξηγεί η επενδυτική τράπεζα.
Στα βασικά συμπεράσματα της Morgan Stanley είναι ότι τα επιχειρηματικά σχέδια των ελληνικών τραπεζών υποδηλώνουν ότι η συμπίεση του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου (NIM) αντισταθμίζεται εξ ολοκλήρου από την αύξηση στα δάνεια (+7,5% με 8%), την αύξηση των προμηθειών (+8%) και το χαμηλότερο κόστος κινδύνου (πάνω από 10 μ.β.) μέχρι το 2027.

Οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν φθηνότερες από τις τράπεζες της ΕΕ τονίζει η Morgan Stanley.
Πιστεύουμε ότι η μείωση της έκπτωσης για τις ελληνικές τράπεζες έναντι των τραπεζών της ΕΕ δικαιολογείται από:
1) την ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ και τις οικονομικές προοπτικές για την Ελλάδα, στο 2,2% και 1,8% για τα έτη 2025-2026 έναντι 0,8% και 0,9% για την Ευρωζώνη,
2) μια ισχυρότερη μακροοικονομική κατάσταση και αύξηση των επενδύσεων που υποστηρίζεται από τα ταμεία ανάκαμψης της ΕΕ και τις άμεσες ξένες επενδύσεις, οδηγώντας την αύξηση των εκτελούμενων δανείων με ετήσιο ρυθμό αύξησης περίπου 7,5% με 8% την περίοδο 2025-2027 έναντι χαμηλού μονοψήφιου ρυθμού αύξησης των καθαρών δανείων για τις χώρες της ΕΕ κατά μέσο όρο,
3) ενώ οι ελληνικές τράπεζες είναι πιο ευαίσθητες στις μειώσεις των επιτοκίων, βλέπουμε υψηλότερη αύξηση των δανείων, χαμηλή διείσδυση στα έσοδα από αμοιβές και προμήθειες και μια συνεχή διαρθρωτική μείωση των προβλέψεων (με τα επίπεδα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων να εξομαλύνονται προς τα μέσα επίπεδα της ΕΕ) που στηρίζουν τα καθαρά έσοδα και
4) η ανάλυσή μας κατά Dupont δείχνει ότι οι δείκτες ROA του 2025 για τις ελληνικές τράπεζες είναι κατά μέσο όρο άνω του 1% έναντι κάτω του 1% για τις τράπεζες της ΕΕ,
5) ο δείκτης αποδοτικότητας ROTE για τις ελληνικές τράπεζες είναι σε παρόμοια επίπεδα με τις αντίστοιχες τράπεζες της ΕΕ το 2025, αλλά χαμηλότερα το 2026 λόγω της χαμηλότερης μόχλευσης» σημειώνει η επενδυτική τράπεζα.
«Ενώ οι εκτιμήσεις μας είναι συντηρητικές σε σχέση με το guidance (υπόθεση επιτοκίου 2%), με 6,5 φορές τον δείκτη P/E το 2026 και 0,8 φορές τον δείκτη P/B για δείκτη αποδοτικότητας ROTE 13% περίπου, βλέπουμε 25% περιθώριο ανόδου κατά μέσο όρο. Το σημαντικό στοιχείο είναι ότι με 50% δείκτες διανομής επί των καθαρών κέρδών μεταξύ των ετών 2025-2027, οι εκτιμήσεις μας υποδηλώνουν ότι το 27% περίπου της τρέχουσας κεφαλαιοποίησης της αγοράς επιστρέφεται σε μερίσματα καταλήγει η Morgan Stanley.