Το ΔΝΤ συνεχίζει να ανησυχεί για τον τραπεζικό τομέα: «Η ιστορία δεν έχει τελειώσει»

Το ΔΝΤ συνεχίζει να ανησυχεί για τον τραπεζικό τομέα: «Η ιστορία δεν έχει τελειώσει»

Οι τράπεζες της ΕΕ δεν έχουν ανοσία στα προβλήματα

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εξακολουθεί να ανησυχεί μετά και τις πρόσφατες αναταράξεις στον τραπεζικό τομέα παρά τις άμεσες παρεμβάσεις των αρχών των ΗΠΑ και της Ελβετίας για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που ανέκυψαν με τράπεζές τους, δήλωσε τη Δευτέρα ο επικεφαλής οικονομολόγος του Pierre-Olivier Gourinchas.

Μιλώντας σε δημοσιογράφους στο Παρίσι, πρόσθεσε ότι «η ιστορία δεν έχει τελειώσει» και ότι οι τράπεζες της ΕΕ δεν έχουν ανοσία στα προβλήματα όσο το μπλοκ δεν κάνει βήματα στην ολοκλήρωση των πολυσυζητημένων μηχανισμών για την αντιμετώπιση των χρεοκοπημένων τραπεζών.

Υπενθυμίζεται ότι τον Μάρτιο του 2023, τρεις τράπεζες στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής με σημαντική δραστηριότητα στον τομέα της τεχνολογίας και των κρυπτονομισμάτων κατέρρευσαν. Ακολούθησε η κατάρρευση, η εξαγορά και το κλείσιμο μίας ακόμα τράπεζας, της First Republic Bank, τον Μάιο του 2023.

Η Silvergate Bank που έκανε επενδύσεις στα κρυπτονομίσματα, γνωτστοποίησε ότι θα διακόψει τη λειτουργία της στις 8 Μαρτίου λόγω των ζημιών που υπέστη στο δανειακό της χαρτοφυλάκιο. Δύο ημέρες μετά, σημειώθηκε τραπεζικός πανικός στη Silicon Valley Bank, η οποία είχε παραχωρήσει δάνεια με τεράστια ποσά σε νεοφυές επιχειρήσεις τεχνολογίας, προξενώντας την κατάρρευσή της από τις ρυθμιστικές αρχές.

Η Signature Bank, μια τράπεζα που έκανε συχνά συναλλαγές με εταιρείες κρυπτονομισμάτων, έκλεισε από τις ρυθμιστικές αρχές δύο ημέρες αργότερα, στις 12 Μαρτίου, με τις ίδιες να αναφέρουν την ύπαρξη συστημικών κινδύνων.

Η κατάρρευση της Silicon Valley Bank και η αντίστοιχη της Signature Bank ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη πτώχευση χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στην ιστορία των ΗΠΑ, μικρότερη μόνο από την κατάρρευση της Washington Mutual το 2008 κατά τη διάρκεια της τότε διεθνούς χρημοτιπιστωτικής κρίσης.

Επίσης τον Μάρτιο, η Credit Suisse εξαγοράστηκε από τη UBS, προκειμένου να μην οδηγηθεί σε οριστικό λουκέτο. Η συμφωνία διάσωσης ύψους 3 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων (3,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων), με τη μεσολάβηση των ελβετικών αρχών σχεδιάστηκε για να ενισχύσει την εμπιστοσύνη στον χρηματοπιστωτικό κλάδο της χώρας αντί να ωφελήσει τον αγοραστή.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ