Ο κατώτατος μισθός και η επιδότηση της εργατικής εισφοράς
Του Αγαμέμνονα Σταυρόπουλου*
Η απόφαση της αύξησης του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ με την ταυτόχρονη κατάργηση του υποκατώτατου πυροδότησε τη συζήτηση για τα εργασιακά ζητήματα και διάφοροι πίνακες υπολογισμού έχουν κάνει την εμφάνισή τους. Μια πρώτη επισήμανση που θα ήθελα να κάνω, είναι ότι σε όλους αυτούς πίνακες που υπέπεσαν στην αντίληψή μου, υπάρχει ένα βασικό σφάλμα στον υπολογισμό του πληρωτέου ποσού.
Δεν υπολογίζεται η επιδότηση εργατικής εισφοράς που δικαιούται κάθε εργαζόμενος που εργάζεται με πλήρες ωράριο και αμείβεται με τον κατώτατο μισθό. Η επιδότηση αυτή ανέρχεται σε 6,67%, οπότε με τον κατώτατο των 586,08 ευρώ ο πληρωτέος μηνιαίος μισθός ανερχόταν σε 531,39 ευρώ και όχι σε 492,30. Με τον μεικτό μισθό στα 650 ευρώ ο πληρωτέος μισθός ανέρχεται σε 589,35 ευρώ και όχι σε 546 ευρώ. Είναι πραγματικά κρίμα αν πράγματι υπάρχουν εργαζόμενοι που αμείβονται με τον κατώτατο και οι εργοδότες τους δεν κάνουν χρήση της επιδότησης εργατικής εισφοράς, καθώς τα 40 ευρώ τα έχουν πολύ περισσότερη ανάγκη οι εργαζόμενοι παρά τα ταμείο του ΕΦΚΑ, και ασφαλώς είναι πολύ πιο χρήσιμο να διοχετεύονται στην πραγματική οικονομία.
Η επιδότηση εργατικής εισφοράς για τον κατώτατο μισθό, δεν είναι κάτι καινούργιο. Ισχύει από το 2000. (Ν.2837/2000 ΦΕΚ Α’ 178/3.8.2000). Τότε όμως που ψηφίστηκε αφορούσε ελάχιστους εργαζόμενους, καθώς μέχρι τις 14/2/2012 η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων εντασσόταν σε συλλογικές ή κλαδικές συμβάσεις εργασίας. Τον Φεβρουάριο του 2012 η μείωση του κατώτατου μισθού δεν ήταν στην πραγματικότητα μόνο 22%, από τα 751 στα 586, αλλά πολύ μεγαλύτερη, περίπου 40% καθώς καταργήθηκαν οι συλλογικές συμβάσεις που προέβλεπαν βασικό μισθό υψηλότερο των 751 ευρώ. Η κατακόρυφη πτώση του κατώτατου μισθού, έδωσε την δυνατότητα στις επιχειρήσεις να μειώσουν κατά πολύ τις ασφαλιστικές εισφορές που πλήρωναν για την μισθωτή εργασία. Ταυτόχρονα όμως είτε μείωναν αναλογικά τα πληρωτέα στους εργαζόμενους, είτε, όσες είχαν την δυνατότητα, συμπλήρωναν το εισόδημα των εργαζομένων τους με αφανείς πληρωμές.
Οι ασφαλιστικές εισφορές είναι πραγματικά δυσβάσταχτες. Υπολογίζονται στο 41,06% του μικτού μισθού. Αν το δούμε σε επίπεδο κόστους για την επιχείρηση, για 1000 που επιβαρύνεται ως συνολικό κόστος για έναν μηνιαίο μισθό, ο εργαζόμενος θα εισπράττει προ φόρων 671,69. Μιλάμε για επιβάρυνση 32,83% επί του συνολικού κόστους στις περιπτώσεις με μηδενική φορολογική επιβάρυνση. Μπορεί λοιπόν να διαμαρτυρόμαστε για τον εταιρικό φόρο του 28%, για τον φόρο μερισμάτων στο 15%, για την προκαταβολή φόρου κλπ, την ίδια στιγμή όμως, οι πλέον χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι της μερικής απασχόλησης, αυτοί που εντάσσονται στο «αφορολόγητο» επιβαρύνονται με 32,83% για κάθε ευρώ που δαπανά για την μισθοδοσία τους ο εργοδότης τους.
Το περίφημο αυτό «μη μισθολογικό κόστος», έμεινε στις υποσχέσεις ότι θα μειωθεί. Είναι πράγματι αξιοσημείωτο, ότι στα 9 χρόνια των μνημονίων, όταν έχουν αλλάξει τα πάντα σε όλους τους τομείς της Ελληνικής κοινωνίας, αυτό που έχει μείνει αναλλοίωτο είναι οι ασφαλιστικές εισφορές στην μισθωτή εργασία. Ως λογιστής δεν έχω ούτε τον χρόνο ούτε τις γνώσεις να συντάξω οικονομοτεχνική μελέτη για την επίδραση της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών στην οικονομία. Θεωρώ όμως ότι είναι ξεκάθαρο ότι όχι μόνο θα δώσει τρομερή ώθηση, αλλά και θα συμβάλλει σημαντικά στην εμπέδωση της νομιμότητας στην εργασιακή νομοθεσία, ειδικά στις τωρινές συνθήκες όπου τα πρόστιμα για τις παραβάσεις σε αυτήν είναι πολύ υψηλά. Οι διαχρονικά πολύ υψηλές ασφαλιστικές εισφορές, επιτρέπουν να παρθεί η απόφαση να έχουμε και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο, δηλαδή και όλοι οι εργαζόμενοι πανελλαδικά να δουν σημαντική αύξηση των πληρωτέων αποδοχών τους και οι εργοδότες δουν μείωση στο κόστος μισθοδοσίας τους.
*Ο Αγαμέμνονας Σταυρόπουλος, Λογιστής - Φοροτεχνικός Α' τάξης είναι managing partner στη λογιστικό γραφείο New Accounts A.E.
Άλλα άρθρα του Αγαμέμνονα Σταυρόπουλου στο fpress.gr
Το «παράθυρο» για απαλλαγή από τον ΦΠΑ και η αλλαγή του 2019
Προκαταβολή φόρου: μια ελληνική πατέντα Τι κάνουν οι άλλες χώρες