Bank of America: Σε επενδύσεις υψηλού κινδύνου στρέφονται οι μεγαλοεπενδυτές
Η συντριπτική πλειοψηφία των επενδυτών πιστεύει τώρα ότι το κόστος δανεισμού θα μειωθεί
Σε επενδύσεις υψηλού κινδύνου όπως είναι οι αναδυόμενες αγορές και οι μετοχές εταιρειών υψηλής ανάπτυξης στρέφονται όλο και περισσότερο οι μεγαλοεπενδυτές, καθώς ενισχύεται η εκτίμηση ότι θα μειωθούν τα επιτόκια παγκοσμίως χωρίς να υπάρξει απότομη οικονομική ύφεση, δείχνει έρευνα που διενήργησε η Bank of America (BofA).
Μόνο το 17% των διαχειριστών κεφαλαίων που ερωτήθηκαν από την Bank of America αναμένουν «σκληρή προσγείωση» της παγκόσμιας οικονομίας, που συνήθως συνεπάγεται ύφεση. Πρόκειται για το μικρότερο ποσοστό εδώ και 19 μήνες, όπως αναφέρουν οι Financial Times. Ο λόγος που οι διαχειριστές είναι πιο αισιόδοξοι και θεωρούν ότι το επικρατέστερο σενάριο είναι αυτό της «ήπιας προσγείωσης» είναι ότι οι μεγάλες οικονομίες και κυρίως οι ΗΠΑ σημείωσαν καλύτερες επιδόσεις από το αναμενόμενο παρά το υψηλό κόστος χρήματος.
Η συντριπτική πλειοψηφία των επενδυτών πιστεύει τώρα ότι το κόστος δανεισμού θα μειωθεί, με το 91% των ερωτηθέντων να δηλώνει ότι τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια θα είναι χαμηλότερα σε 12 μήνες. «Οι επενδυτές δεν ήταν ποτέ τόσο αισιόδοξοι για τα βραχυπρόθεσμα επιτόκια όσο τον Ιανουάριο του 2024» επισημαίνουν οι αναλυτές της BofA, προσθέτοντας ότι «η αισιοδοξία για την ανάπτυξη τον τελευταίο μήνα συνέπεσε με την άνοδο των μετοχών παγκοσμίως».
Ο συνδυασμός της μείωσης των επιτοκίων και των θετικών οικονομικών προοπτικών οδήγησε τους διαχειριστές κεφαλαίων που συμμετείχαν στην έρευνα της BofA τον Ιανουάριο, οι οποίοι διαχειρίζονται συνολικά περιουσιακά στοιχεία ύψους 669 δισ. δολαρίων, να προτιμήσουν τα πιο ριψοκίνδυνα περιουσιακά στοιχεία.
Τι επιλέγουν οι διαχειριστές κεφαλαίων
Το ένα τέταρτο των διαχειριστών κεφαλαίων δήλωσε ότι οι μετοχές με μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης, όπως οι εταιρείες βιοτεχνολογίας και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, θα είναι οι μεγαλύτεροι ωφελημένοι από τις μειώσεις των επιτοκίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ και αποτελούν την πιο δημοφιλή επιλογή. Οι μετοχές αξίας, όπως οι τράπεζες και οι εταιρείες ακινήτων, επιλέχθηκαν από μόλις το ένα πέμπτο των επενδυτών, ενώ ένα παρόμοιο ποσοστό επέλεξε μετοχές αναδυόμενων αγορών.
Στον αντίποδα τα μακροπρόθεσμα αμερικανικά ομόλογα έχασαν την ελκυστικότητά τους σε σχέση με την αντίστοιχη έρευνα το Δεκέμβριο, μετά από το ράλι που κατέγραψαν στο τέλος του 2023.
Οι διαχειριστές διατήρησαν την υπερεπενδεδυμένη θέση τους στις αμερικανικές μετοχές, ενώ παρέμειναν υποεπενδεδυμένοι στις μετοχές του Ηνωμένου Βασιλείου και της ευρωζώνης. Οι μετοχές μικρής κεφαλαιοποίησης αναμένεται να υπεραποδώσουν έναντι των μετοχών μεγάλης κεφαλαιοποίησης για πρώτη φορά από τον Ιούνιο του 2021.
Απαισιοδοξία για την Κίνα
Εν τω μεταξύ, η απαισιοδοξία των παγκόσμιων επενδυτών για την οικονομία της Κίνας εντάθηκε, με τις καθαρές προσδοκίες για την ανάπτυξη να γίνονται αρνητικές και να πέφτουν στα επίπεδα που παρατηρήθηκαν για τελευταία φορά τον Μάιο του 2022.
Οι θέσεις πώλησης σε κινεζικές μετοχές ήταν η δεύτερη πιο δημοφιλής κίνηση στις συναλλαγές των μεγαλοεπενδυτών μετά τις θέσεις αγοράς στις μετοχές τεχνολογίας των Magnificent Seven megacap που κυριαρχούν στις αμερικανικές αγορές μετοχών.
Ο σκιώδης τραπεζικός τομέας στις ΗΠΑ ανησυχεί περισσότερο πλέον τους διαχειριστές κεφαλαίων καθώς θεωρείται πηγή συστημικής κρίσης σε σχέση με το ενδεχόμενο ενός κραχ στον τομέα ακινήτων στην Κίνα.
Τέλος, στην η γεωπολιτική παραμένει ο νούμερο ένα μεγαλύτερος κίνδυνος για τις αγορές, εν μέσω ανησυχιών για κλιμάκωση των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή, εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας και αστάθεια σε μια χρονιά κατά την οποία ο μισός πληθυσμός του πλανήτη θα ψηφίσει.