ΔΕΗ: Κίνδυνος, θάνατος για την οικονομία

Έχει μετατραπεί σε μαύρη τρύπα που «καταπίνει» την ίδια αλλά και μέσω των αυξήσεων και τις υγιείς βιομηχανίες  

ΔΕΗ: Κίνδυνος, θάνατος για την οικονομία

Ωρολογιακή βόμβα για την ελληνική οικονομία έχει γίνει η ΔΕΗ η οποία μέσα σε τέσσερα  χρόνια, με τις επιλογές της κυβέρνησης, από βασικό αναπτυξιακό πυλώνα έχει μετατραπεί σε μέγιστο συστημικό κίνδυνο με  ευθύνη της κυβέρνησης.

Από το 2014 μέχρι το 2017 η χρηματιστηριακή αξία της ΔΕΗ μειώθηκε κατά 84%, το λειτουργικό περιθώριο (EBITDA) της κατά 64%, ενώ τα ληξιπρόθεσμά της υπερτριπλασιάστηκαν. Μάλιστα, η ΔΕΗ το 2017 είχε καθαρό χρέος 7,5 φορές το λειτουργικό της περιθώριο (EBITDA), πράγμα που αποδεικνύει ότι η εταιρεία έχει περάσει σε ζώνη υψηλής επικινδυνότητας για τη βιωσιμότητά της. Η κυβέρνηση έχει επιβάλει στη ΔΕΗ να χάσει το 40% του κύκλου εργασιών της, δηλαδή 2 δισεκατομμύρια ευρώ, χωρίς κανένα αντάλλαγμα, όπως θα είχε αν είχε ακολουθηθεί η επιλογή της πώλησης της μικρής ΔΕΗ. Προχωρά επίσης στην πώληση του 40% της λιγνιτικής παραγωγής της εταιρείας χωρίς να ορίζει ελάχιστο τίμημα. Και δεν εξηγεί πώς η ΔΕΗ, που σήμερα με 5 δις τζίρο παρουσιάζει ζημιές, θα επιβιώσει όταν ο τζίρος της εταιρείας προσεγγίσει τα 3 δις ευρώ.

Κυβερνητικές επιλογές όχι μόνο απαξίωσαν τη δημόσια επιχείρηση αλλά λειτουργώντας πυρoσβεστικά δημιουργούν νέα προβλήματα για να αντιμετωπίσουν άλλα, και τώρα προκειμένου να της εξασφαλίσουν έσοδα είναι έτοιμες να θυσιάσουν τη βιομηχανία.

Οι ανείσπρακτες οφειλές ανέρχονται σε 2,335 δις ευρώ και από αυτές τα 400 εκ. προέρχονται από τη βιομηχανία Υψηλής Τάσης. Όμως η ΔΕΗ αντί να διεκδικήσει τα ανείσπρακτα της βιομηχανίας, επιλέγει να συντηρεί τα «ζόμπι» πιέζοντας τις υγιείς επιχειρήσεις και τους ζητά αυξήσεις. Δηλαδή αντί να αναζητήσει τα 400 εκ. που τις οφείλουν αυτοί που δεν πληρώνουν (ΛΑΡΚΟ, Χαλυβουργική, Χαλυβουργία Ελλάδας και ELFE) ζητά επιπλέον 20 εκ., μέσω των αυξήσεων, από αυτούς που πληρώνουν. Πράγματι, με βάση σχετικές ανακοινώσεις της ΔΕΗ, από τις βιομηχανικές επιχειρήσεις στην Υψηλή Τάση, οι 4 έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές συνολικού ύψους 396 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων περί τα 300 εκατ. ευρώ χρωστά η ΛΑΡΚΟ, και τα υπόλοιπα η ΕLFE, (λιπάσματα), και τα χαλυβουργεία. Η ΛΑΡΚΟ απολαμβάνει ασυλία, δεν τηρεί τη ρύθμιση οφειλών που έχει συνάψει με τη ΔΕΗ και η ΔΕΗ συνεχίζει να την τροφοδοτεί, σύμφωνα με πληροφορίες, …με εντολή υπουργού.

ΤΡΟΧΟΠΕΔΗ

Η αύξηση των τιμολογίων στη βιομηχανία που ζητά η ΔΕΗ φτάνουν το 30% κάνοντας το υψηλό ενεργειακό κόστος τροχοπέδη στην ανταγωνιστικότητα και τη βιωσιμότητά τους. Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση δηλώνει ότι θέλει να αυξήσει τη συμμετοχή της βιομηχανίας στο ΑΕΠ, στην πράξη κάνει ακριβώς το αντίθετο, αφού αν αυξηθεί το ενεργειακό κόστος πολλές βιομηχανίες δεν θα είναι πια βιώσιμες.

Με αφορμή τις προθέσεις αυτές της ΔΕΗ, 40 βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας κατέθεσαν ερώτηση ζητώντας να μάθουν τα σχέδια της κυβέρνησης. Ειδικότερα, αναφέρουν «αφού η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κατάφερε με την καταστροφική πολιτική της να οδηγήσει τη ΔΕΗ στο χείλος της χρεοκοπίας, τώρα πλέον βάζει στο στόχαστρο και την παραγωγική βάση της χώρας, υπονομεύοντας την προοπτική μια βιώσιμης και διατηρήσιμης ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας και τη δημιουργία υψηλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας.

Σύμφωνα με το δελτίο τύπου της ΕΒΙΚΕΝ στις 5 Νοεμβρίου 2018, η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών εκφράζει την έντονη ανησυχία της, ότι επιχειρείται η επιβολή δραματικών αυξήσεων στο ενεργειακό κόστος, πλήττοντας ανεπανόρθωτα την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής παραγωγής. Η αύξηση των τιμών του ρεύματος έως και 30% θα προκαλέσει ανεπανόρθωτο πλήγμα στην απασχόληση καθώς και στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας θα τεθούν σε κίνδυνο αφού οι ελληνικές βιομηχανίες θα υποχρεωθούν να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό και σε γειτονικές χώρες, όπου το κόστος ενέργειας είναι σημαντικά χαμηλότερο από ό,τι στην Ελλάδα.

«Το ζητούμενο στην Ελλάδα δεν είναι για να βγούμε από την κρίση δεν είναι η μικροδιαχείριση της μιζέριας αλλά η επιδίωξη της ανταγωνιστικότητας που θα εξασφαλίσει τη δυναμική ανάπτυξη. Όμως, η αύξηση του ενεργειακού κόστους που θα φερεί με τις επιλογές της, η κυβέρνηση Τσίπρα θα μετατρέψει τη χώρα σε ένα βιομηχανικό “κουφάρι” και θα ναρκοθετήσει την προοπτική μιας βιώσιμης και διατηρήσιμης ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας», σημειώνει ο Τομεάρχης Ενέργειας της Ν. Δημοκρατίας κ. Σκρέκας.

ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ

Η έλλειψη μακροχρόνιου σχεδιασμού και οι αποσπασματικές επιλογές των δύο υπουργών Ενέργειας Σκουρλέτη και Σταθάκη, όχι μόνο κόστισαν στη ΔΕΗ 1 δις. Ευρώ όπως πρόσφατα δήλωσε ο Πρόεδρος της ΔΕΗ κ. Παναγιωτάκης, αλλά δεν προετοίμασαν εγκαίρως τη ΔΕΗ για την επόμενη μέρα, με αποτέλεσμα την επόμενη δεκαετία, ενώ θα μειωθεί η λιγνιτική παραγωγή δεν είναι ακόμη επαρκείς οι Ανανεώσιμες Πηγές να αντικαταστήσουν τις ανάγκες της χώρας σε ενέργεια. Κι αυτό γιατί ενώ ήταν γνωστό ότι τα λιγνιτικά εργοστάσια θα αποσυρθούν από εδώ και χρόνια μόλις τέθηκε ο στόχος ενίσχυσης των ΑΠΕ από τη ΔΕΗ.

Ο ενεργειακός εφοδιασμός θα αποτελέσει μεγάλο πρόβλημα τα επόμενα χρόνια, είπε ο Αντιπρόεδρος της ΔΕΗ κ. Ανδριώτης πρόσφατα μιλώντας σε συνέδριο τονίζοντας ότι από το 2010 μέχρι σήμερα έχουν αποσυρθεί 8 λιγνιτικές μονάδες, ενώ μέχρι το 2025 θα αποσυρθούν άλλες 7 με συνολική ισχύ πάνω από 3000 MW. Όπως είπε, την τελευταία εβδομάδα του Οκτωβρίου το μίγμα καυσίμου της ηλεκτροπαραγωγής ήταν 40% φυσικό αέριο, 28% λιγνίτες, 24% ΑΠΕ και 8% εισαγωγές, δηλαδή συνολικά 48% ήταν η εξάρτηση από εισαγωγές. «Το μίγμα αυτό εκτός από τη μεγάλη ενεργειακή εξάρτηση δημιουργεί και σημαντικές συνέπειες στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Το πρόβλημα είναι και βραχυπρόθεσμο καθώς μέχρι το 2023 εξαντλούνται οι ώρες λειτουργίας Καρδιάς και Αμυνταίου και μεσοπρόθεσμο για τα επόμενα 15 χρόνια μέχρι να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για πράσινη ενέργεια βάσης που θα αντικαταστήσει τη θερμική. Ταυτόχρονα οι απαιτήσεις σε ενέργεια θα αυξηθούν κατά 20% και η ΔΕΗ την ίδια περίοδο θα πρέπει να μειώσει το μερίδιό της κάτω από το 50%».

Κυβέρνηση και ΔΕΗ μια σχέση αλληλεξάρτησης…

Η στενή σχέση κυβέρνησης και ΔΕΗ καταργεί κάθε έννοια εταιρικής διακυβέρνησης και επιδεινώνει το επενδυτικό περιβάλλον καθώς αποδεικνύει ότι κυριαρχεί παρεμβατικότητα και αυθαιρεσία. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Πρόεδρο της ΔΕΗ κ. Παναγιωτάκη την επίμαχη τριετία η ΔΕΗ ζημιώθηκε μόνο από τρεις αποφάσεις με συνολικά 962 εκατ. ευρώ:

  • Με 574 εκατ. ευρώ για την κάλυψη του ελλείμματος ΑΠΕ (απόφαση του νυν υπουργού ενέργειας Γ. Σταθάκη για την επιβολή της λεγόμενης χρέωσης προμηθευτή)
  • Με 315 εκατ. ευρώ από της δημοπρασίες ΝΟΜΕ (που είναι αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης επί υπουργίας Π. Σκουρλέτη, ενώ και η απόφαση για τις τιμές εκκίνησης των δημοπρασιών ορίστηκαν επίσης με υπουργική απόφαση του πρώην υπουργού)
  • Με 73 εκατ. ευρώ από το μόνιμο μηχανισμό ισχύος (ΑΔΙ, που επίσης είναι απόφαση του Δεκεμβρίου του 2015 επί υπουργίας Π. Σκουρλέτη)

Μικρότερα ποσά επιβαρύνθηκε η ΔΕΗ σύμφωνα με τον κ. Παναγιωτάκη στην επίμαχη τριετία και από άλλους παράγοντες όπως η υπόθεση Energa (128 εκατ. ευρώ) και η ενεργειακή κρίση του 2017 (65 εκατ. ευρώ).

Αναγνωρίζοντας έμμεσα την ευθύνη της κυβέρνησης πριν λίγες εβδομάδες, όταν η τιμή της ΔΕΗ έφτασε στο ιστορικό χαμηλό του 1,16 ευρώ, με σημαντικές απώλειες της τάξης του 4,28%, ανακοινώθηκε από τον υπουργό ενέργειας ένα νέο πακέτο μέτρων που αφορά στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και το οποίο έχει σαφή κατεύθυνση και στόχευση να ενισχύσει την οικονομική θέση της εταιρείας.

Συγκεκριμένα ο υπουργός ενέργειας Γ. Σταθάκης, ανακοίνωσε τα εξής μέτρα τα οποία μέσα στην επόμενη τριετία θα ωφελήσουν τη ΔΕΗ με ένα ποσό της τάξης των 250 εκατ. ευρώ:

Πρώτον προχωρά στην πλήρη κατάργηση της χρέωσης προμηθευτή (ΠΧΕΦΕΛ) από την 1η Ιανουαρίου 2019. Το μέτρο μεταφράζεται σε μείωση του κόστους για τη ΔΕΗ 130 εκατ. ευρώ το 2019 και 70 εκατ. ευρώ το 2020, ποσά που δεν θα χρειαστεί πλέον μετά τη ρύθμιση να πληρώσει. Η κατάργηση της χρέωσης προμηθευτή δεν ωφελεί μόνον τη ΔΕΗ αλλά συνολικά όλους τους προμηθευτές, οι οποίοι επίσης απαλλάσσονται από τη σχετική υποχρέωση.

Δεύτερον προχωρά στην κατάργηση του τέλους λιγνίτη που θεσπίστηκε το 2012 και το οποίο επιβάρυνε με περίπου 2 ευρώ ανά μεγαβατώρα τη λιγνιτική παραγωγή. Το μέτρο της κατάργησης του τέλους λιγνίτη μεταφράζεται σε ένα συνολικό όφελος για τη ΔΕΗ της τάξης των 25 - 30 ευρώ ετησίως.

Τρίτον αν και δεν αποφασίστηκε ακόμη, βρίσκεται στο τραπέζι αν οι τιμές των ρύπων ξαναπάρουν την ανιούσα, η θέσπιση ρήτρας διοξειδίου του άνθρακα για τα τιμολόγια του ρεύματος.

Αν και τα μέτρα αυτά φαίνεται να ενισχύουν την εταιρεία, αποδεικνύουν τη στενή σχέση της πορείας της με το Υπουργείο και απομακρύνουν τους επενδυτές.

Πηγή: Από την εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ που κυκλοφορεί κάθε Σάββατο στα περίπτερα όλης της χώρας

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ