«Αλλάζουν χέρια» τα κόκκινα δάνεια
Η πώλησή τους σε τιμή υποδεκαπλάσια της αξίας τους, φέρνει κέρδη και νέους παίκτες στην αγορά
Πάνω από δέκα εταιρείες διαχείρισης προβληματικών δανείων θα δραστηριοποιηθούν στην ελληνική αγορά προσδοκώντας κέρδη από την προσπάθεια των τραπεζών να απαλλαγούν από αυτά. ‘Ηδη η μερική αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, σε συνδυασμό με την απλοποίηση των κριτηρίων αδειοδότησης και λειτουργίας, έφερε στην Ελλάδα ένα νέο κύμα ενδιαφερομένων να επενδύσουν στη διαχείριση ή/και στην αναδιάρθρωση δανείων νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Mε βάση τους στόχους που κατέθεσαν στον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό οι τράπεζες καλούνται να μειώσουν φέτος τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους κατά 7,6 δισ. ευρώ, ποσό που εκτιμάται ότι θα υπερκαλυφθεί μέσω διαγραφών και πωλήσεων. Τη διετία, όμως, 2018-19, οι τράπεζες θα πρέπει να μειώσουν αθροιστικά τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους κατά 31,5 δισ. ευρώ (κατά 14,9 δισ. το 2018 και κατά 16,6 δισ. το 2019) και για την επίτευξη αυτού του στόχου μπαίνουν στην αγορά οι .. «ειδικοί». Με δεδομένο μάλιστα ότι τα δάνεια αυτά θα πουληθούν σε τιμή υποδεκαπλάσια της αξίας τους, δημιουργούνται μεγάλα περιθώρια κερδών για τις εταιρείες διαχείρισης. Στη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων δανείων λιανικής τραπεζικής (στεγαστικά, καταναλωτικά), τομέας στον οποίο έχουν, ήδη, λάβει άδεια και δραστηριοποιούνται η Cepal Hellas (διαχείριση μη εξυπηρετούμενων δανείων λιανικής της Alpha) και η Eurobank FP.
ΕΤΑΙΡΙΕΣ.Μετά τις CEPAL, Pillarstone, Alvarez and Marsal, άδεια έλαβε και η Β2KAPITAL θυγατρική του νορβηγικού ομίλου B2Holding, ενώ θα ακολουθήσουν και άλλεςΗ τσεχική APS, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες στη διαχείριση προβληματικών δανείων με δραστηριότητα σε περισσότερες από 11 χώρες και πελάτες μεγάλες τράπεζες, όπως Merrill Lunch, Bank of America, Unicredit, Deutsche Bank Bank έχει, σύμφωνα με πληροφορίες, προχωρήσει σε συμφωνία με την χρηματιστηριακή εταιρεία Euroxx για τη σύσταση μικτής θυγατρικής στην Ελλάδα, η οποία έχει καταθέσει αίτηση λήψης άδειας διαχείρισης.Η APS εξειδικεύεται στη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων δ ανείων λιανικής τραπεζικής (στεγαστικά, καταναλωτικά).Σε αυτή την κατηγορία δανείων ενδιαφέρεται να δραστηριοποιηθεί και η ισπανική HipoGes, σε συνεργασία με την εγχώρια εταιρεία συλλογής απαιτήσεων Mellon. Η HipoGes Iberia ιδρύθηκε το 2008 και έχει υπό τη διαχείρισή της δάνεια ονομαστικής αξίας, άνω των 8 δισ. ευρώ.
Αίτηση επέκτασης της άδειάς της έχει υποβάλει η Hellas Capital Leasing (πρώην Εμπορική Leasing), η οποία ελέγχεται από την Bain Capital Credit, με στόχο να μετεξελιχθεί από εταιρεία χρηματοδοτικών μισθώσεων σε «πλατφόρμα», που θα μπορεί, τόσο να αγοράζει απαιτήσεις από μη εξυπηρετούμενα δάνεια, όσο και να τις διαχειρίζεται, συμμετέχοντας και στην αναχρηματοδότηση τους.Την εγχώρια αγορά διερευνά και η DoBank, ιταλική θυγατρική της Fortress, η οποία αποτελεί το μεγαλύτερο διαχειριστή μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ιταλία. Την αγορά βολιδοσκοπεί και ο αμερικάνικος επενδυτικός κολοσσός PIMCO, μέσω στρατηγικής συμμαχίας. Εξετάζει να εισέλθει στο μετοχικό κεφάλαιο εγχώριας εταιρείας, ώστε να μπορεί να μπαίνει στην αναχρηματοδότηση και αναδιάρθρωση μεγάλων επιχειρήσεων. .
Μάχη με τις ρυθμίσεις δίνουν οι τράπεζες προκειμένου να εξυπηρετούνται και να μην ξαναγίνουν προβληματικές, εν όψει το ελέγχου διαρκείας από τον SSM στον οποίο ήδη έχουν μπει τα χαρτοφυλάκια δανείων των τραπεζών. Ο έλεγχος έχει ήδη ξεκινήσει και γίνεται τμηματικά (αρχικά σε Alpha Bank και Εθνική και κατόπιν σε Eurobank και Πειραιώς) και θα διαρκέσει μέχρι τα τέλη του έτους, ενώ τα αποτελέσματά του είναι καθοριστικά ενόψει των stress tests της ΕΚΤ το 2018 για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών.Εν τω μεταξύ, στις αρχές Σεπτεμβρίου αναμένονται και τα επίσημα στοιχεία από την ΤτΕ για τις επιδόσεις των τραπεζών στη μείωση των "κόκκινων" δανείων κατά το β΄ τρίμηνο του έτους. Να θυμίσουμε ότι στο α΄ τρίμηνο 2017, οι τράπεζες κατάφεραν να ξεπεράσουν το στόχο για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, τα οποία υποχώρησαν στα 103,9 δις. ευρώ ή 1,4 δις. ευρώ χαμηλότερα από το ποσό – στόχο. Αντίθετα, δεν πέτυχαν το στόχο για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών), τα οποία έφτασαν τα 75,2 δις. ευρώ ή περίπου 0,5 δις. ευρώ υψηλότερα από το στόχο.
Η πορεία των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων θα τεθεί στο επίκεντρο και των αναλυτών των διεθνών οίκων κατά τις παρουσιάσεις των αποτελεσμάτων β΄ τριμήνου των τραπεζών στις 30 και 31 Αυγούστου.
Πρόβλημα η βιωσιμότητα των ρυθμίσεων
Η βιωσιμότητα των ρυθμίσεων που έχουν υιοθετηθεί αποτελεί προτεραιότητα καθώς μέχρι σήμερα η αύξηση των ρυθμίσεων και η μεγάλη στροφή στις μακροπρόθεσμες λύσεις, δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα αφού στην πορεία προκύπτει ότι κοντά στο 40% των ρυθμισμένων δανειακών συμβάσεων χρειάζονται ξανά ρύθμιση. Αυτό είναι και το στοιχείο που ανησυχεί τις εποπτικές αρχές, καθώς διαπιστώνουν ότι, παρά την επιβράδυνσή του στο α΄ τρίμηνο του 2017, ο τριμηνιαίος δείκτης αθέτησης (default rate) παρέμεινε σε επίπεδα άνω του 2% και υψηλότερος από το ρυθμό αποκατάστασης της τακτικής εξυπηρέτησης δανείων (cure rate). Η διαφορά ανάμεσα στο ρυθμό αθέτησης και στο ρυθμό αποκατάστασης είναι υψηλότερη στο επιχειρηματικό και το καταναλωτικό χαρτοφυλάκιο.
Σήμερα, ο λόγος των ρυθμισμένων ανοιγμάτων προς τα συνολικά ανοίγματα κινείται στο 20%, στα στεγαστικά είναι στο 30%, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για τα καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια κινούνται στο 19% και 15% αντίστοιχα. Επίσης είναι ρυθμισμένα περίπου το 73% των δανείων που βρίσκονται μεν σε καθυστέρηση μικρότερη των 90 ημερών, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι θα καταστούν μη εξυπηρετούμενα). Όσο για τις μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις, στα στεγαστικά δάνεια οι μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις παρουσιάζουν αύξηση κοντά στο 150% σε σχέση με το τέλος του 2015.