Ηχούν τα τύμπανα του πολέμου για τις τράπεζες
Καθοριστικός ο Οκτώβριος για το ενδεχόμενο νέων stress tests
Στο Eurogroup του Οκτωβρίου είναι πολύ πιθανόν να ξεκινήσει η εκ του συστάδην μάχη μεταξύ του ΔΝΤ και των Ευρωπαίων, με έπαθλο τις ελληνικές τράπεζες και την Αθήνα για μια ακόμα φορά σε ρόλο παρατηρητή. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι όσο περνάνε οι ημέρες και δεν υπάρχει οριστική διευθέτηση του θέματος, τα επιτελεία των ελληνικών τραπεζών και η Τράπεζα της Ελλάδας βρίσκονται στα… κάγκελα, καθώς βλέπουν το… τρένο να έρχεται κατά πάνω τους και την ελληνική κυβέρνηση να αντιμετωπίζει το θέμα μάλλον με ανησυχητική χαλαρότητα.
Οι δηλώσεις υψηλόβαθμου αξιωματούχου του οικονομικού επιτελείου μάλλον ενίσχυσαν παρά καθησύχασαν τις ανησυχίες των τραπεζικών παραγόντων, καθώς φαίνεται ότι η κυβέρνηση περιμένει απλώς από τους Ευρωπαίους να «καθαρίσουν» και να αποκρούσουν τις απαιτήσεις του ΔΝΤ για νέο έκτακτο έλεγχο στα στοιχεία ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών. «Είμαστε ευρωπαϊκή χώρα, με ευρωπαϊκούς θεσμούς, που εποπτεύουν τις τράπεζες», σημείωσε ο εν λόγω αξιωματούχος, αναπτύσσοντας ένα σκεπτικό, που το ΔΝΤ μάλλον απορρίπτει εκ προοιμίου. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ελληνική πλευρά, τα stess tests που θα γίνουν στο δεύτερο μισό του 2018 θα αποτυπώνουν τα 2 χρόνια ανάπτυξης, τα θετικά αποτελέσματα για τις τράπεζες από την ενεργοποίηση του εξωδικαστικού συμβιβασμού και του νέου Πτωχευτικού και ως εκ τούτου θα απαντούν στα ερωτήματα που έχει θέσει το Ταμείο για τις αντοχές του εγχώριου τραπεζικού συστήματος. Η Ομάδα Τόμσεν επουδενί συμμερίζεται, ωστόσο, μια τέτοια λογική. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι το Ταμείο επιμένει στη δική του προσέγγιση- η οποία σύμφωνα με ευρωπαϊκές και ελληνικές πηγές πάσχει μεθοδολογικά- και θεωρεί ότι ο μεγάλος όγκος των «κόκκινων» δανείων σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, καθιστούν επισφαλή τη θέση των τραπεζών, παρά τον υψηλό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας. Στην πραγματικότητα η Ομάδα Τόμσεν ζητά τον επανέλεγχο των τραπεζών (AQR), επειδή θεωρεί ότι η κατάσταση τους είναι λίγο ή περισσότερο πλασματική, χωρίς πάντως να επικαλούνται συγκεκριμένα στοιχεία ή έστω ενδείξεις.
«Ο SSM είπε ότι αν το ζητήσει η ελληνική κυβέρνηση και η Τράπεζα της Ελλάδας, τότε θα το σκεφτεί. Εμείς, όμως, δεν έχουμε τέτοια πρόθεση», τόνισε ο ίδιος αξιωματούχος, επιβεβαιώνοντας τα όσα αποκάλυψαν τα «Π», δηλαδή ότι το καλοκαίρι, πριν καλά- καλά στεγνώσει το μελάνι στη συμφωνία για τη δεύτερη αξιολόγηση, το ΔΝΤ με επιστολή του στο υπουργείο Οικονομικών και στην Τράπεζα της Ελλάδας έθεσε ευθέως το θέμα μιας νέας ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, με τουλάχιστον 10 δις ευρώ.
Μπορεί στο προσκήνιο οι Ευρωπαίοι να φαίνεται ότι στηρίζουν το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και να θεωρούν πρώιμη τη συζήτηση για την διενέργεια μιας νέας ανακεφαλαιοποίησης και μάλιστα τέτοιου ύψους πριν καν διενεργηθούν τα επόμενα stress tests, ωστόσο, όλη αυτή η πίεση που ασκείται από το ΔΝΤ, δεν τους αφήνει αδιάφορους, αφού θα πρέπει να προβάλουν και συγκεκριμένα επιχειρήματα για να …δικαιολογήσουν τη θέση τους. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ευρωπαικές εποπτικές αρχές, SSM και ΕΚΤ, δείχνουν ιδιαίτερα προβληματισμένες για την πορεία μείωσης των κόκκινων δανείων και συνιστούν στους έλληνες τραπεζίτες να προχωρήσουν ταχύτατα σε πώληση του προβληματικού τους δανειακού χαρτοφυλακίου και να επισπεύσουν τους πλειστηριασμούς. Διότι όπως υποστήριξαν οι έως τώρα τακτική των ρυθμίσεων δεν αποδίδει. Στην συνάντηση μεταξύ ευρωπαίων αξιωματούχων και έλληνων τραπεζιτών που έλαβε χώρα την περασμένη Δευτέρα στη Φρανκούρτη, αναλύθηκαν τα στοιχεία που δημοσιοποίησε πρόσφατα η ΤτΕ, για την εξέλιξη των «ανοιγμάτων» και διαπιστώθηκε ότι έως σήμερα οι διαγραφές δανείων είναι αυτές που κράτησαν εντός τροχιάς τους στόχους που έχουν τεθεί. Στο β΄ τρίμηνο του 2017 οι διαγραφές δανείων ανήλθαν σε 1,9 δισ. ευρώ, ενώ το σύνολο των διαγραφών για το πρώτο εξάμηνο ξεπέρασε τα 3,3 δισ. ευρώ. Ενας άλλος σοβαρός παράγοντας προβληματισμού που έθεσαν οι Ευρωπαίοι είναι το μεγάλο ποσοστό των Μη Εξηπυρετούμενων Ανοιγμάτων (ΜΕΑ) που τελεί σε καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία. Στο σύνολο των χαρτοφυλακίων το 15% των ΜΕΑ τελεί υπό καθεστώς αίτησης για υπαγωγή σε νομική προστασία , ενώ στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο το ποσοστό ξεπερνά το 30%.
Η συμπεριφορά των τραπεζικών μετοχών στο ταμπλό του ΧΑ αποτυπώνει και τον σοβαρό προβληματισμό των fund managers σχετικά με το μέλλον των τραπεζών που θα εξαρτηθεί ασφαλώς από τον τρόπο οριστικής αντιμετώπισης του συγκεκριμένου ζητήματος. Θα απαιτηθεί ή όχι άμεση κεφαλαιακή ένεση στις τράπεζες και αν ναι τι ύψους; Αυτό είναι το κρίσιμο ερώτημα και κάποιοι λένε ότι έως ότου να δοθούν πειστικές απαντήσεις το τοπίο θα παραμένει θολό
Από την εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ που κυκλοφορεί κάθε Σάββατο στα περίπτερα όλης της χώρας