Παράθυρο Στουρνάρα για αύξηση του ορίου συναλλαγών στο IRIS πάνω από τα 500 ευρώ

Παράθυρο Στουρνάρα για αύξηση του ορίου συναλλαγών στο IRIS πάνω από τα 500 ευρώ

Στο 0,5% υπό προϋποθέσεις η μείωση στο επιτόκιο της ΕΚΤ

Παράθυρο αύξησης του ημερήσιου ορίου συναλλαγών μέσω του συστήματος IRIS πάνω από τα 500 ευρώ που ισχύει σήμερα, άφησε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος, μιλώντας στο ΕΡΤnews αναφέρθηκε σε «επιτυχημένο σύστημα πληρωμών».

Συγκεκριμένα, ο επικεφαλής της ΤτΕ είπε σε σχέση με το εάν θα μπορούσε να αυξηθεί το όριο: «Θα μπορούσε. Είναι κάτι που το κοιτάμε. Το IRIS είναι ένα πετυχημένο σύστημα, δεν έχουμε ανάγκη άλλου συστήματος. Έχουμε επενδύσει σε αυτό, πηγαίνει πολύ καλά. Πρέπει να δούμε τι προβλήματα έχει και να τα διορθώσουμε και να το επεκτείνουμε και να γίνει ένα εθνικό σύστημα πληρωμών».

Στο 0,5% υπό προϋποθέσεις το επιτόκιο της ΕΚΤ

Τα στοιχεία για την πορεία του πληθωρισμού στην ευρωζώνη τον Νοέμβριο, αναμένεται να καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό το ύψος μείωσης του επιτοκίου από την ΕΚΤ στη συνεδρίαση της 12ης Δεκεμβρίου. Ο διοικητής της ΤτΕ δεν απέκλεισε μάλιστα την πιθανότητα η μείωση να φτάσει ακόμα και στο 0,5% υπό προϋποθέσεις.

«Όπως πάνε τώρα τα πράγματα και ο πληθωρισμός όπως είχαμε προβλέψει, οι 25 μονάδες βάσης είναι το πιο πιθανό», είπε μεταξύ άλλων. Για το αν μπορεί να αποκλειστεί το 0,5%, ο κ. Στουρνάρας ανέφερε πως, «όχι δεν μπορεί να αποκλειστεί. Το ακραίο είναι να μην κάνουμε καθόλου μείωση», είπε.

Τυχόν επιβολή δασμών στην Ευρώπη από τις ΗΠΑ θα οδηγήσει τη παγκόσμια οικονομία σε αχαρτογράφητα νερά εκτιμά ο Γιάννης Στουρνάρας επισημαίνοντας ότι αν η ευρωζώνη βρεθεί αντιμέτωπη με ύφεση τότε η ΕΚΤ θα ακολουθήσει πιο επιθετική πολιτική.

«Πρέπει να έχουμε την προσοχή μας πολύ τεταμένη εδώ. Αν έχουμε στοιχεία ότι ένα τέτοιο πακέτο οδηγεί σε ύφεση στην ευρωζώνη είναι πολύ πιθανό πια να ασκήσουμε μια πιο επιθετική πολιτική μείωσης των επιτοκίων».

Ολόκληρη η συνέντευξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα στο EΡT NEWS και τη Ραλλού Αλεξοπούλου

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Κύριε Στουρνάρα, σας ευχαριστώ κατ’ αρχάς που μιλάμε και δίνετε αυτή τη συνέντευξη στην EΡT NEWS.

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Είναι χαρά μου που μιλώ στο κρατικό κανάλι.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Θα σας ξεκινήσω από το σύστημα πληρωμών IRIS που θέλω να σας ρωτήσω. Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχει επεκταθεί πάρα πολύ το συγκεκριμένο σύστημα. Το χρησιμοποιεί πολύς κόσμος και επαγγελματίες, αλλά και απλοί πολίτες. Πιστεύετε ότι ίσως ήρθε η ώρα να αυξηθεί το όριο των 500 ευρώ που έχουμε τώρα; Έχουμε ακούσει και τον κ. Χατζηδάκη να παροτρύνει τις τράπεζες να αυξήσουν αυτό το όριο. Και κάτι ακόμα πρόσθετο: Στη Νότια Ευρώπη, σε Ισπανία, Πορτογαλία, Γαλλία έχουν αντίστοιχα δικά τους συστήματα. Ωστόσο, δεν υπάρχει αυτή η συμβατότητα αν εσείς πάτε σε αυτήν τη χώρα, να μπορέσετε να κάνετε συναλλαγή μέσω IRIS, αν δεν κάνω λάθος. Θα μπορούσε να υπάρχει κάποιας μορφής συνεργασία των χωρών της Νότιας Ευρώπης, ώστε να διευκολυνθούν και οι πολίτες;

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Είναι κάτι που το κοιτάζουμε, βεβαίως. Είναι ίσως λίγο νωρίς, αλλά σίγουρα προχωρώντας σε ψηφιακό ευρώ, οι κεντρικές τράπεζες θα διευκολύνουν ακριβώς τη συνένωση των εθνικών συστημάτων πληρωμών. Να έχουμε και εμείς, στην Ευρώπη δηλαδή, εθνικά συστήματα πληρωμών και να μην είμαστε 100% εξαρτώμενοι από, ας το πω έτσι, από κάρτες που δεν έχουν τη βάση τους στην Ευρώπη. Διότι είναι προστιθέμενη αξία, η οποία φεύγει εκτός Ευρώπης, να το πω απλά.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Για το IRIS μου είπατε ότι θα μπορούσε να αυξηθεί το όριο των 500 ευρώ;

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Θα μπορούσε να αυξηθεί βεβαίως. Είναι κάτι το οποίο κοιτάζουμε. Το IRIS είναι ένα πετυχημένο σύστημα, δεν έχουμε ανάγκη άλλου συστήματος. Έχουμε επενδύσει σε αυτό, πηγαίνει πολύ καλά, άρα πρέπει να δούμε τι προβλήματα έχει, να τα διορθώσουμε, να το επεκτείνουμε και να γίνει ένα εθνικό σύστημα πληρωμών.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Η ελληνική οικονομία πηγαίνει πολύ καλά όσον αφορά και το θέμα του χρέους και την παραγωγή υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων. Το πρόβλημα, απ’ ότι φαίνεται, εντοπίζεται στο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Έχετε αναφερθεί και μέσω των εκθέσεων πολλές φορές σε αυτό. Τι πιστεύετε ότι θα μπορούσε να γίνει για να μειωθεί όσο γίνεται περισσότερο;

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Είναι αυτό που λέμε ότι η Ελλάδα πάσχει σε διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα, ενώ έχει πάει πολύ καλά σε όλα τα άλλα, όπως είπατε. Εγώ σπάνια θυμάμαι περίοδο που η οικονομία να πηγαίνει τόσο καλά. Να έχουμε και υψηλό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, άρα να συγκλίνουμε ως προς το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, αλλά και συγχρόνως όπως είπατε, να μειώνεται δραστικά το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Δηλαδή, σε λίγα χρόνια δεν θα είμαστε εμείς η χώρα με το μεγαλύτερο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ στην Ευρώπη.

Τώρα, από κει και πέρα, όντως το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είναι κάτι που μας απασχολεί. Οφείλεται στο γεγονός ότι, ναι μεν έχουμε κάνει θαύματα στην αύξηση των εξαγωγών, αλλά δεν έχουμε κάνει αντίστοιχα θαύματα στην υποκατάσταση εισαγωγών. Εισάγουμε κυρίως κεφαλαιουχικά αγαθά και είναι λογικό, διότι έχει αυξηθεί πολύ ο ρυθμός των επενδύσεων. Εισάγουμε όμως και πάρα πολλά καταναλωτικά αγαθά, ακόμα και αγροτικά προϊόντα. Αυτό είναι κάτι το οποίο ξεφεύγει λίγο. Δηλαδή το γεγονός ότι εισάγουμε ντομάτες και πορτοκάλια από βόρειες χώρες, αυτό είναι λίγο περίεργο. Πρέπει να δούμε εκεί ακριβώς το παραγωγικό μοντέλο της οικονομίας. Να δούμε πώς θα μπορούμε να παράγουμε περισσότερα, αυτό που λέμε εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Η προσπάθεια που καταβάλλεται στο σκέλος της καινοτομίας από την πλευρά της κυβέρνησης θα μπορούσε να βοηθήσει;

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Βεβαίως, είναι μία από τις διαστάσεις που κοιτάζουμε η καινοτομία, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Είναι αυτό που λέμε «διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα». Έχει πολλές πτυχές. Έχει πρώτα τις υποδομές του κράτους, έχει μετά τις καθυστερήσεις στη δικαιοσύνη, έχει αυτό που είπατε, το τρίγωνο της γνώσης, παιδεία, έρευνα και καινοτομία, σύνδεση ιδιωτικού τομέα με δημόσιο τομέα, η παιδεία μας να παράγει αυτό που θέλει η αγορά. Αυτή τη στιγμή, ενώ φαινομενικά έχουμε ανεργία 9,5%, σε πολλούς κλάδους έχουμε έλλειψη εργατικού δυναμικού, εκπαιδευμένου εργατικού δυναμικού. Άρα δεν παντρεύονται ίσως οι ειδικότητες που θέλουμε. Εκεί είναι θέμα παιδείας. Ένα θετικό στοιχείο είναι ότι φαίνεται ότι υπάρχει επαναπατρισμός, αυτό που λέμε το «brain drain» τώρα γίνεται «brain gain». Έχουν γυρίσει πάνω από τους μισούς από αυτούς που έφυγαν κατά τη διάρκεια της κρίσης. Είναι επιστήμονες, είναι εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό, άρα σιγά σιγά νομίζω βελτιωνόμαστε. Έχουμε κάθε δυνατότητα να είμαστε αισιόδοξοι. Αρκεί βέβαια και εμείς να συνεχίσουμε να κάνουμε το σωστό. Και το σωστό είναι: Πρώτον, υπευθυνότητα στον δημοσιονομικό τομέα, όπως αυτή που έχουμε σήμερα. Δεύτερον, υπευθυνότητα στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Μην ξαναγυρίσουμε πίσω σε κουλτούρες πληρωμών αρνητικές. Τρίτον, μεταρρυθμίσεις. Αυτά είναι τα τρία βασικά πράγματα στην οικονομία που θα τόνιζα. Και βεβαίως για όλα αυτά απαραίτητο στοιχείο είναι η πολιτική σταθερότητα. Να υπάρχει μια Βουλή, ένα κοινοβούλιο, που να μπορεί να παίρνει ό, τι απαραίτητο μέτρο χρειαστεί σε μια παγκόσμια οικονομία, η οποία δεν διάγει και την καλύτερη περίοδό της σήμερα.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Ακούσαμε τον πρωθυπουργό, μιλώντας στο Bloomberg, να παροτρύνει τις τράπεζες να αυξηθεί η χρηματοδότηση στο σκέλος των στεγαστικών δανείων, αλλά και στις μικρότερες επιχειρήσεις. Πότε εκτιμάτε ότι θα μπορούσαμε να δούμε κάποια θετικά δείγματα σε αυτόν τον τομέα;

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Οι τράπεζες πρέπει να δώσουν έμφαση στην πιστωτική επέκταση. Τα περιθώρια κέρδους είναι σήμερα πολύ υψηλά, επειδή η άνοδος των επιτοκίων ευνόησε τις τράπεζες, ειδικά σε μια οικονομία όπως η ελληνική, όπου το τραπεζικό σύστημα είναι πολύ συγκεντρωμένο. Δηλαδή οι τέσσερις συστημικές τράπεζες, που ελέγχουν πάνω από το 95% του ισολογισμού του τραπεζικού τομέα, θα πρέπει να δώσουν έμφαση στην πιστωτική επέκταση, να δουν λίγο περισσότερο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η δημιουργία του πέμπτου πόλου θα βοηθήσει σε αυτό, με μια καλύτερη και ευνοϊκότερη τιμολόγηση, πιστεύω, και με μια έμφαση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Στις 12 Δεκεμβρίου έχουμε την τελευταία συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Είχατε αναφέρει πρόσφατα ότι εκτιμάτε για μία μείωση που θα μπορούσε να υπάρξει στο επιτόκιο κατά 0,25%. Ωστόσο, τα τελευταία εικοσιτετράωρα έχουν αρχίσει να αυξάνονται και τα σενάρια για μείωση 0,5%. Πόσο πιθανό θεωρείται κάτι τέτοιο και υπό ποιες προϋποθέσεις;

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Όλα τα σενάρια είναι στο τραπέζι. Θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό και από τον πληθωρισμό που θα βγει τον Νοέμβριο. Αλλά, όπως πάνε τα πράγματα τώρα και αν ο πληθωρισμός είναι όπως τον είχαμε προβλέψει παλαιότερα, τον Σεπτέμβριο στις βασικές μας προβλέψεις, νομίζω ότι το πιθανότερο σενάριο είναι, όπως είπατε, 25 μονάδες βάσης, δηλαδή στο 0,25%.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Το 0,5% δηλαδή μπορούμε να το αποκλείσουμε;

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Όχι, δεν μπορούμε να το αποκλείσουμε, αλλά μιλάμε για το ποια είναι η βάση, το base line, και ποια είναι τα ακραία. Ακραίο θα ήταν επίσης το να μην κάνουμε καθόλου μείωση. Αν για παράδειγμα τα στοιχεία του Νοεμβρίου στον πληθωρισμό είναι πολύ άσχημα. Δεν περιμένουμε όμως κάτι τέτοιο.

To άλλο στοιχείο βέβαια είναι τα στοιχεία για την οικονομική ανάπτυξη που δεν είναι πολύ καλά, ειδικά για αυτό που λέμε «soft indicators», οι μαλακοί δείκτες. Δεν έχουμε ακόμη τελικά στοιχεία, για τον τελευταίο μήνα δεν ήταν καλά, έπεσαν δηλαδή κάτω από το επίπεδο που θεωρείται ουδέτερο, αλλά έχουμε πέσει μάλλον σε αρνητική πια περιοχή στην οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Και αυτό είναι επικίνδυνο. Και με αφορμή αυτό βλέπουμε ότι και στη γερμανική οικονομία τα πράγματα δεν είναι καλά.

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Και όχι μόνο. Kαι στη Γαλλία.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Και στη Γαλλία και η Ιταλία είχε θέμα χρέους πρόσφατα και η Κριστίν Λαγκάρντ, αν δεν κάνω λάθος, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για πιθανή νέα κρίση χρέους. Αυτό που θέλω να σας ρωτήσω είναι πόσο πιστεύετε ότι είναι έτοιμες οι ευρωπαϊκές τράπεζες να αντιμετωπίσουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο και ειδικά το τραπεζικό σύστημα το οποίο πηγαίνει πολύ καλά. Θεωρείτε ότι είναι κατάλληλα θωρακισμένο σε μια τέτοια πιθανότητα νέας κρίσης χρέους;

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Κοιτάξτε, το τραπεζικό σύστημα στην Ευρώπη πήγε αρκετά καλά τα τελευταία χρόνια και μέσα στην πανδημία, βέβαια με κρατική βοήθεια τεράστια, ας μην το ξεχνάμε αυτό. Αλλά και μετά έχει αντιμετωπίσει επιτυχώς τους διάφορους κλυδωνισμούς. Εντάξει, τώρα δεν προβλέπουμε και καμιά πολλή μεγάλη ύφεση. Εκτός και αν από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού έρθει κάποιο πακέτο με δασμούς πολύ σκληρό, αλλά προς το παρόν δεν βλέπω κάποια μεγάλη κρίση, κάποια μεγάλη κρίση στον τραπεζικό τομέα. Η αλήθεια είναι ότι πρέπει να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά και την προσοχή μας επίσης. Διότι, ξέρετε, μια κρίση μπορεί να έρθει και εκεί που δεν την περιμένεις. Δηλαδή, αν ο νέος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών εφαρμόσει αυτά που έχει πει προεκλογικά, τότε για την Ευρώπη δεν θα είναι καθόλου ευχάριστο αυτό.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Είδαμε μάλιστα ότι ο κ. Τραμπ είπε ότι με το που θα αναλάβει την προεδρία στις 20 Ιανουαρίου θα αυξήσει τους δασμούς σε Μεξικό και Καναδά 25% και επιπροσθέτως 10% στην Κίνα. Είχαμε κάποιες πρώτες αντιδράσεις από την πλευρά της Κίνας. Αυτό ίσως μας φέρνει και πιο κοντά στο ενδεχόμενο κυρώσεων, επιβολής δασμών στην Ευρώπη;

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Αυτό που εξαγγέλλεται είναι ένα πολύ αρνητικό σενάριο. Εάν αρχίσουμε, δηλαδή, να επιβάλλουμε δασμούς και μάλιστα σε τόσο μεγάλη έκταση, θα υπάρξει σίγουρα αυτό που λέμε αντίδραση, «retaliation». Άρα μπαίνουμε πλέον σε νερά αχαρτογράφητα, θα έλεγα, για την παγκόσμια οικονομία. Πρέπει να έχουμε την προσοχή μας πολύ τεταμένη εδώ.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Σε μια τέτοια περίπτωση που επιβληθούν δασμοί στην Ευρώπη. Ναι μεν μπορεί να έχει προβλήματα και η αμερικανική οικονομία αναφορικά με τον πληθωρισμό ή την ανάπτυξή της. Το θέμα στην Ευρώπη είναι η αντίδραση, που αναφερθήκατε κι εσείς, θα μπορούσε να είναι, για παράδειγμα, μια πιο επιθετική πολιτική ως προς το σκέλος μείωσης των επιτοκίων;

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Ναι, θα μπορούσε να είναι. Αν δηλαδή έχουμε στοιχεία ότι ένα τέτοιο πακέτο οδηγεί σε ύφεση στην Ευρώπη, ναι, είναι πολύ πιθανό πια να έχουμε μια πιο επιθετική πολιτική μείωσης επιτοκίων.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Άρα το base line του 2% του επιτοκίου μπορεί να είναι και χαμηλότερο, μια τέτοια περίπτωση.

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Εννοείτε στο τελικό επιτόκιο. Ενδεχομένως να είναι και λίγο χαμηλότερο.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Θεωρείτε ότι θα μπορούσε να βρεθεί ένας τρόπος το Ταμείο Ανάκαμψης να έχει μια πιο μόνιμη μορφή μετά το 2026 που ολοκληρώνεται;

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Αυτό θα ήταν επιθυμητό. Πολλοί από εμάς ονειρευόμαστε μια Ευρώπη με υψηλότερη συνοχή και με πολλές κοινές πολιτικές. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια της πανδημίας έδειξε μια τέτοια τάση. Αυτό το Ταμείο που λέτε δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας και ήταν σωτήριο, ιδιαίτερα για τις χώρες που είχαν προσβληθεί πολύ από την πανδημία, αλλά και τον ευρωπαϊκό Νότο. Για πρώτη φορά ίσως ο ευρωπαϊκός Νότος συγκλίνει με τον Βορρά. Βλέπετε, όλες αυτές οι χώρες που είχαν μπει σε προγράμματα τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, είναι χώρες που αναπτύσσονται γρηγορότερα σήμερα, οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Άρα έχει αποδείξει την αξία του αυτό το Ταμείο. Θα ήταν ευχής έργον. Ήταν από τα στοιχεία που έλειψαν, ενώ υπήρξε μια σημαντική πρόοδος. Το νέο σύμφωνο σταθερότητας και ανάπτυξης, είναι πιο ορθολογικό από το παλιό. Θα επιθυμούσαμε, όμως, να συμπληρωνόταν από ένα μόνιμο εργαλείο σαν το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Ίσως, αν επεκταθεί, να πειστούν οι χώρες, που σήμερα αρνούνται να δεχθούν τη μόνιμη ύπαρξή του, να αλλάξουν γνώμη.

Ρ. ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ: Κύριε Στουρνάρα, σας ευχαριστώ πολύ.

Γ. ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ: Και εγώ ευχαριστώ πολύ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ