Νέα μέτρα και ανασχηματισμός
Η παγίδα που κρύβει το ΔΝΤ, η προειδοποίηση των Ευρωπαίων και ο απρόβλεπτος Τόμσεν
«Είναι υπαρκτός ο κίνδυνος να ζητήσει το ΔΝΤ κι άλλα μέτρα, γι’ αυτό θα πρέπει να γίνουν όλα όπως έχουν συμφωνηθεί και στην ώρα τους», είναι το μήνυμα των Ευρωπαίων προς την Αθήνα, όπως αναφέρουν ευρωπαϊκές πηγές στα «Π», προειδοποιώντας έτσι ότι αν επαναληφθεί το φαινόμενο του περσινού καλοκαιριού, όπου μετά το κλείσιμο της αξιολόγησης, όλα φορτώθηκαν στον… κόκκορα, οι συνέπειες θα είναι οι ίδιες: καταστροφικές καθυστερήσεις και νέα μέτρα.
Αν και οι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμών επισήμως διαβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει κανένα ζήτημα πρόσθετων δημοσιονομικών παρεμβάσεων, παρά μόνο η ανάγκη εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων που έχουν συμφωνηθεί και η επιβεβαίωση ότι εφαρμόζονται όλα όπως έχουν ψηφιστεί, ανεπισήμως δεν κρύβουν την ανησυχία τους ότι το ΔΝΤ μπορεί να κρύβει νέες δυσάρεστες εκπλήξεις για την τρίτη αξιολόγηση, ειδικά αν στις πρώτες διερευνητικές επαφές του Οκτωβρίου εντοπίσει αστοχίες ή καθυστερήσεις.
Οι ίδιες πηγές υπενθυμίζουν, άλλωστε, ότι ο Π. Τόμσεν άλλη γλώσσα χρησιμοποιούσε κι άλλα έβαλε ξαφνικά στο τραπέζι την κρίσιμη ώρα, όπως επίσης ότι το ΔΝΤ δεν έχει «καταπιεί» εύκολα ότι για να επιτευχθεί πλεόνασμα 3,5% το 2018 είναι αρκετά τα πρόσθετα μέτρα των περίπου 520 εκατ. Ευρώ που ψήφισε τον περασμένο μήνα η κυβέρνηση.
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο, σε αντίθεση με τη χαλαρότητα του περασμένου καλοκαιριού και τη σιγουριά ότι οι σκληρές θέσεις του ΔΝΤ είχαν… απομονωθεί, είναι ή τουλάχιστον φαίνονται πιο υποψιασμένοι, γνωρίζοντας ότι η οποιαδήποτε… στραβοκλωτσιά από εδώ και πέρα δεν θα μπορεί να διορθωθεί, καθώς ο εκλογικός χρόνος μετράει αντίστροφα. Ως εκ τούτου, μόνο τυχαίες και προσωπικές απόψεις δεν μπορούν να θεωρηθούν οι δηλώσεις του Γ. Χουλιαράκη για την ανάγκη «ιδιοκτησίας» του Προγράμματος, ως μονόδρομο για να ολοκληρωθεί αυτό επιτυχώς. Μια προσεκτική ματιά, άλλωστε, στο Επικαιροποιημένο Μνημόνιο, δείχνει ότι η «ιδιοκτησία» συμπεριλαμβάνεται στις αρχικές γραμμές του κειμένου, δίνοντας έτσι την κατεύθυνση στην Αθήνα.
«ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ». Κι από πού περνάει η «ιδιοκτησία» του προγράμματος; Υποχρεωτικά από αλλαγές προσώπων στο Υπουργικό Συμβούλιο, που θα σηματοδοτούν τη στροφή της κυβέρνησης στο ρεαλισμό. Όσο κι αν υπήρξαν επισήμως αντιδράσεις- και μάλιστα με όχι ιδιαιτέρως κομψό τρόπο- για τις δηλώσεις του Κ. Ρέγκλινγκ αναφορικά με τη στάση που κρατούν κάποιοι υπουργοί σε μείζονα θέματα όπως οι ιδιωτικοποιήσεις, η «στεγανοποίηση» του κυβερνητικού σχήματος θεωρείται επιβεβλημένη, ειδικά από τη στιγμή που η επόμενη αξιολόγηση συμπεριλαμβάνει- εκτός των ιδιωτικοποιήσεων- και τις μεγάλες αλλαγές στη δομή και λειτουργία του Δημοσίου, όπου ως γνωστόν βρίσκεται η εκλογική «πελατεία» της κυβέρνησης.
Με δεδομένο ότι η αξιολόγηση δεν πρόκειται να ξεκινήσει πριν από τις γερμανικές εκλογές, δηλαδή πριν από τις αρχές Οκτωβρίου, η κυβέρνηση έχει στη διάθεση της δύο γεμάτους μήνες, όπου πρέπει να στήσει πειστικά τις μεταρρυθμίσεις στο Δημόσιο. Σημειωτέον, ότι πρόκειται για παρεμβάσεις που δεν ενδιαφέρουν μόνο το ΔΝΤ, αλλά βρίσκονται πολύ ψηλά και στην ατζέντα του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών, με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό.
Οι πρόσφατες κινητοποιήσεις των συμβασιούχων στην καθαριότητα και η τεράστια δυσκολία πολιτικού χειρισμού της υπόθεσης, αν μη τι άλλο αποδεικνύουν ότι ο φάκελος «Δημόσιο» είναι ειδικού χειρισμού. Ειδικά όσον αφορά στο θέμα των συμβασιούχων- όχι μόνο στην καθαριότητα- η κυβέρνηση λίαν συντόμως θα βρει μπροστά της δύο προβλήματα, που θα πρέπει να δώσει άμεσα και πειστικά απαντήσεις:
1. Το κατώφλι των συμβάσεων ορισμένου χρόνου για την περίοδο 2017- 2018 θα πρέπει να παραμείνει αμετάβλητο στα επίπεδα του 2016, δηλαδή δεν πρέπει να ξεπεράσουν κατά μέσο όρο τις 47.584. Οι μοναδικές εξαιρέσεις σε αυτόν τον κανόνα είναι για την κάλυψη των αναγκών του προσφυγικού, φυσικών καταστροφών και της ανθρωπιστικής κρίσης
2. Η μετατροπή συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου χρόνου, μετά από τελεσίδικη δικαστική απόφαση, δεν θα πρέπει να επηρεάζει τα επίπεδα του μισθολογικού κόστους στο Δημόσιο για την περίοδο ως και το 2021
Μετακινήσεις δημοσίων υπαλλήλων όπου υπάρχουν ανάγκες
Το μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση δεν είναι άλλο από την εφαρμογή του σχεδίου για την αξιολόγηση- κινητικότητα των δημοσίων υπαλλήλων, κάτι που μέχρι πρότινος ακουγόταν ως… ανέκδοτο μεταξύ των κυβερνητικών βουλευτών και στελεχών, λόγω των τριβών που αναμένεται να προκαλέσει. Το θέμα είναι ότι έφτασε η ώρα για την κυβέρνηση να σπάσει αυγά και να πείσει ότι όντως θέλει να εφαρμόσει όσα έχει συμφωνήσει. Τα χρονικά περιθώρια είναι, δε, ασφυκτικά και δεν επιτρέπουν ούτε…. αμπελοφιλοσοφίες, ούτε μπρος- πίσω, ούτε δεύτερες σκέψεις.
Το πρώτο βήμα θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέσα στον Αύγουστο, όπου θα πρέπει να γίνει πλήρης καταγραφή και περιγραφή των διαθέσιμων θέσεων στο Δημόσιο. Αυτή είναι η βάση, πάνω στην οποία θα στηθεί το σύστημα της αξιολόγησης- κινητικότητας, αφού σε απλές γραμμές, οι υπάλληλοι θα μετακινούνται εκεί που υπάρχουν ανάγκες, ανάλογα με τα προσόντα τους και τις επιδόσεις τους.
Παράλληλα με την Κεντρική Διοίκηση, ανάλογο εγχείρημα- αν και σε μικρότερη κλίμακα- θα γίνει και στην ΑΑΔΕ, όπου ο Διοικητής της Αρχής θα επιχειρήσει να «σπάσει» στεγανά ετών και να αξιολογήσει- αξιοποιήσει κυρίως το ελεγκτικό έμψυχο δυναμικό, στις κατάλληλες και πλέον «ευαίσθητες» θέσεις, με κριτήρια που δεν θα επιδέχονται αμφισβήτησης.
Εξετάσεις θα δώσει η κυβέρνηση και στην «αποπολιτικοποίηση» της Δημόσιας Διοίκησης, με την κατάργηση των Γενικών Γραμματέων, οι οποίοι ως γνωστόν έρχονται και φεύγουν με τον εκάστοτε υπουργό και την εκάστοτε κυβέρνηση, προκαλώντας έτσι πολλές φορές προβλήματα στην οργάνωση και λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών. Η δέσμευση που έχει αναλάβει η κυβέρνηση, είναι να προκηρύξει το Σεπτέμβριο θέσεις Διοικητικών Γραμματέων, που θα λειτουργούν χωρίς πολιτική ανάμιξη, με προκαθορισμένους κανόνες και θα έχουν αναλάβει καθήκοντα πριν φύγει η χρονιά, δηλαδή ως το τέλος Δεκεμβρίου.
Από την εφημερίδα "ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ" που κυκλοφορεί κάθε Σάββατο στα περίπτερα όλης της χώρας