Δημοσιονομικό Συμβούλιο: Θετικές προοπτικές για την οικονομία το 2025 - Οι 4 κίνδυνοι
Ανάγκη δημοσιονομικής σύνεσης
Η ελληνική οικονομία εισέρχεται στο 2025 με θετικές προοπτικές, αλλά και με σημαντικές εξωτερικές προκλήσεις, σημειώνει το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο (ΕΔΣ), στο πλαίσιο της Φθινοπωρινής Έκθεσης 2024 και τονίζει ότι πρέπει να διασφαλιστεί η συνέχιση της ανάπτυξης μέσω της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής.
Το αμέσως επόμενο διάστημα, η ελληνική οικονομία είναι πιθανό να δοκιμαστεί από διάφορους, κυρίως εξωγενείς, κινδύνους οι οποίοι συνοψίζονται από το ΕΔΣ ως εξής:
· Γεωπολιτικές εντάσεις λόγω των πολεμικών συρράξεων σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή. Η γεωπολιτική αστάθεια που προκαλούν οι πολεμικές συρράξεις στην περιοχή αυξάνουν, καταρχήν, την αβεβαιότητα, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τα διάφορα μακροοικονομικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας. Παρόλο που οι συγκρούσεις διακρίνονται τελευταία από μεγάλη ένταση, επί του παρόντος δε φαίνεται να έχει επηρεαστεί σημαντικά η παγκόσμια οικονομία. Χαρακτηριστικό ως προς αυτό είναι ότι δείκτες, οι οποίοι καταγράφουν τη μεταβλητότητα της διεθνούς οικονομίας, παραμένουν σε σχετικά χαμηλά επίπεδα.
Εκτός από την αβεβαιότητα που προκαλούν οι γεωπολιτικές εντάσεις στην οικονομία, αυτές μπορούν να την επηρεάσουν άμεσα μέσω διάφορων διαύλων. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 αποτέλεσε εφαλτήριο αναζωπύρωσης των πληθωριστικών πιέσεων στην ευρωπαϊκή οικονομία, οι οποίες είχαν ήδη ξεκινήσει λόγω των προβλημάτων που παρουσιάστηκαν στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα μετά την πανδημία (logistics bottlenecks). Η διεθνής ανησυχία οδήγησε σε σημαντική αύξηση των τιμών της ενέργειας, η οποία επηρέασε αρνητικά το κόστος παραγωγής, συνεπώς την προσφορά προϊόντων και υπηρεσιών με αποτέλεσμα τη σημαντική αύξηση των τιμών σε όλες τις οικονομίες της ευρωζώνης. Συνεπώς, γεωπολιτικές εντάσεις οι οποίες αφορούν χώρες και περιφέρειες που παράγουν ενεργειακά προϊόντα (πετρέλαιο, φυσικό αέριο) κρύβουν κινδύνους για αναζωπύρωση των πληθωριστικών πιέσεων. Ωστόσο, επί του παρόντος, δε φαίνεται ότι οι τιμές ενέργειας έχουν επηρεαστεί σημαντικά.
· Στασιμότητα ή και επιβράδυνση ευρωπαϊκών οικονομιών και κυρίως της γερμανικής. Μεγάλο μέρος των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών της ελληνικής οικονομίας κατευθύνονται σε ευρωπαϊκές οικονομίες, και σημαντικό μέρος εξ αυτών απορροφάται από τη γερμανική οικονομία. Κατ’ επέκταση στασιμότητα ή ακόμα χειρότερα ύφεση στην γερμανική οικονομία θα επηρεάσει αρνητικά την ελληνική οικονομία. Η γερμανική οικονομία καταγράφει, τα τελευταία πέντε τρίμηνα, πτώση του πραγματικού ΑΕΠ σε ετήσια βάση. Ειδικότερα, όσον αφορά το τρέχον έτος, στα τρία πρώτα τρίμηνα καταγράφεται οριακή πτώση του ΑΕΠ, το οποίο προμηνύει ύφεση για το 2024.
· Επιβράδυνση της μείωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ. Από τον Ιούλιο του 2022, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις πληθωριστικές πιέσεις στην Ευρωζώνη, η ΕΚΤ έχει υιοθετήσει περιοριστική νομισματική πολιτική αν και, από το Σεπτέμβριο του 2023, χάρη στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, έχει προχωρήσει σε χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής μειώνοντας τα βασικά επιτόκια. Έκτοτε, συνεχίστηκαν οι μειώσεις των επιτοκίων με βραδύ όμως ρυθμό. Η πτωτική τάση αναμένεται να συνεχιστεί, ωστόσο όσο καθυστερεί, τα υψηλά επιτόκια δρουν αρνητικά στην ιδιωτική επένδυση και κατανάλωση, με δυσμενείς επιδράσεις στο ΑΕΠ.
· Πιθανές επιβολές δασμών από τη νέα κυβέρνηση Trump. Μια ακόμα πηγή αβεβαιότητας-ύφεσης, για την ευρωπαϊκή οικονομία, έχει να κάνει με πιθανές επιβολές δασμών από τη νέα κυβέρνηση Trump στις ΗΠΑ, κυρίως προς Ευρώπη και Κίνα. Η κυβέρνηση Trump επέβαλε σημαντικούς δασμούς στις εισαγωγές των ΗΠΑ από την Κίνα από το 2018, οι οποίοι οδήγησαν σε σημαντική αύξηση των δασμολογικών εσόδων στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τις εξαγγελίες Trump, οι δασμοί προς την Κίνα, αλλά και προς την Ευρώπη, θα αυξηθούν. Οι δασμοί θα μπορούσαν να αυξήσουν το κόστος των ευρωπαϊκών εξαγωγών, μειώνοντας την ανταγωνιστικότητά τους στην αμερικανική αγορά. Αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να οδηγήσει σε μείωση των εξαγωγών, πλήττοντας τις εξαγωγικές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και την απασχόληση. Επιπλέον, οι δασμοί μπορεί να προκαλέσουν εμπορικές αντιπαραθέσεις-πολέμους επηρεάζοντας αρνητικά, όχι μόνο τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, αλλά και τα νοικοκυριά στην Ευρώπη.
Συνοψίζοντας, το αμέσως επόμενο διάστημα, η ελληνική οικονομία είναι αντιμέτωπη με εξωγενείς κατά κανόνα κινδύνους οι οποίοι ωστόσο, επί του παρόντος, δε φαίνονται ικανοί να ανακόψουν την προβλεπόμενη μεγέθυνση, σημειώνει το ΕΔΣ. Εξάλλου, η θετική καμπύλη απόδοσης των ελληνικών ομολόγων υποδηλώνει την αναπτυξιακή προοπτική της ελληνικής οικονομίας τα επόμενα έτη. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί, αναφορικά με τις μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές τις οικονομίας, ότι μεγάλο μέρος της αύξησης του ΑΕΠ οφείλεται στο ΤΑΑ, το οποίο λήγει το 2026. Έτσι, αν δεν υπάρξει κάτι άλλο, η αύξηση του ΑΕΠ δε θα είναι εύκολο να διατηρηθεί στα ίδια επίπεδα και η σύγκλιση θα επιβραδυνθεί. Επιπλέον, η ελληνική οικονομία μέχρι τον Νοέμβριο του 2024 έχει αντλήσει από το ΤΑΑ 18,21 δισ. ευρώ, ενώ υπολείπονται μέχρι το τέλος του 2026 να αντληθούν αλλά 16,87 δισ. ευρώ περίπου. Η έγκαιρη και αποτελεσματική άντληση των υπολειπόμενων κεφαλαίων του ΤΑΑ αναμένεται να εντείνει την αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας.
Ανάγκη δημοσιονομικής σύνεσης
Η ανάγκη για συνέχιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, με στόχο τη σημαντική μείωση του χρέους μέσω της διασφάλισης υψηλής ανάπτυξης, ενισχύει την αξιοπιστία της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής, τόσο στις διεθνείς αγορές όσο και στο εσωτερικό της χώρας. Η σημασία του μεγέθους του δημοσίου χρέους και η διαχείριση αυτού για την αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας δε γίνονται εύκολα αντιληπτά. Ωστόσο, το ΕΔΣ οφείλει να επισημάνει τη σημασία τους, ιδιαίτερα δε σε ένα διαρκώς αυξανόμενο αβέβαιο διεθνές οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον, τονίζεται. Η χώρα πρέπει να διασφαλίσει τη συνεχιζόμενη ανάπτυξή της μέσω της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής, προκειμένου να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει νέες δημοσιονομικές προκλήσεις, που θα μπορούσαν να προκύψουν λόγω της διεθνούς αβεβαιότητας. Η ΕΕ, και η ζώνη του ευρώ, είναι επίσης αναγκαίο να ανταποκριθούν στις διεθνείς προκλήσεις χωρίς χρονικές υστερήσεις, εφόσον απαιτηθεί.
Η στρατηγική για τη διασφάλιση της ανθεκτικότητας της ελληνικής οικονομίας και η συνέχιση της απρόσκοπτης συμμόρφωσης με τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ αποτελούν τη βάση για μια βιώσιμη ανάπτυξη, σε ένα εξαιρετικά αβέβαιο γεωπολιτικό περιβάλλον, επισημαίνει το ΕΔΣ.
Άλλωστε, στο μεσοπρόθεσμο διάστημα, η Ελλάδα καλείται να αντιμετωπίσει δημοσιονομικές ανισορροπίες, όπως το δημογραφικό πρόβλημα και η χαμηλή εθνική αποταμίευση. Παράλληλα, το υψηλό δημόσιο χρέος και τα συνεχιζόμενα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα απαιτήσουν συνεχείς προσπάθειες για τη βελτίωση τους.