UBS: Πάνω από 4% η ανάπτυξη στην Ελλάδας το 2023 - Ισχυρή πτώση του πληθωρισμού και μείωση χρέους
Οι προβλέψεις για ευρωζώνη
Συνέχιση της ισχυρής αναπτυξιακής πορείας της ελληνικής οικονομίας προβλέπει η UBS, σύμφωνα με ανάλυση που έδωσε στη δημοσιότητα και αφορά προβλέψεις τόσο για την παγκόσμια οικονομία όσο και για την ευρωζώνη.
Η ελληνική οικονομία που έκλεισε το 2022 όπως εκτιμά με ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ στην περιοχή του 5,9% (έναντι αρχικής εκτίμησής της για 6,4%) θα συνεχίσει να αναπτύσσεται με ισχυρό ρυθμό, στο 4,1% (από 2,5% αρχικά) το 2023 και στο 3,2% το 2024. Την ίδια ώρα, θα «τρέξει» με ρυθμό 1% φέτος από 3,5% πέρυσι για να προσγειωθεί κι άλλο το 2024 στο 0,8%.
Η πορεία του πληθωρισμού
Όπως αναφερόταν σε προηγούμενη έκθεση της ελβετικής τράπεζας, υπήρχαν αρκετοί λόγοι αισιοδοξίας για την ελληνική οικονομία εφέτος, καθώς οι χαμηλότερες τιμές της ενέργειας και άρα οι χαμηλότερες επιδοτήσεις αναμένεται να αντιστρέψουν το μεγάλο χάσμα που άνοιξε μεταξύ της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας και του ΑΕΠ το τρίτο τρίμηνο του 2022, ευνοώντας την ανάπτυξη, ενώ η πτώση των τιμών σε καύσιμα, ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο, θα περιορίσουν και τον μέσο πληθωρισμό στο 3,3% ή 150 μονάδες βάσης χαμηλότερα της μέσης εκτίμησης της αγοράς.
Το παραπάνω συνεχίζει να υφίσταται με την UBS να προβλέπει ότι ο πληθωρισμός θα «πέσει» από το 9,6% πέρυσι, στο 3,3% και στο 2,2% το 2024. Παράλληλα, στην ευρωζώνη προβλέπεται πτώση από το 8,4% πέρυσι στο 5,5% φέτος και στο 2,3% το 2024, ήτοι πάνω από τον στόχο του 2% που θέτει ως όριο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Συνεπώς, η Ελλάδα, σύμφωνα με τις προβλέψεις της ελβετικής τράπεζας, θα σημειώσει 4πλάσιο ρυθμό ανάπτυξης από την ευρωζώνη και χαμηλότερο πληθωρισμό κατά περισότερο από 2 ποσοστιαίες μονάδες.
Ισοζύγιο
Αναφορικά με το «αγκάθι» του ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, η UBS προβλέπει πτώση: Από το 9,5% το 2022 στο 6,2% το 2023 και στο 4,6% το 2024
Επίσης, το δημοσιονομικό έλλειμμα του περασμένου έτους ήταν 3,4% πέρυσι και εκτιμάται ότι θα μειωθεί στο 1,8% φέτος και τελικά στο 1% στο τέλος της επόμενης χρονιάς. Αξίζει να σημειωθεί ότι το παραπάνω δεν αποτυπώνεται σε πρωτογενές επίπεδο, κάτι το οποίο «μετρούν» οι αγορές αλλά και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί.