Ποιος πραγματικά ευθύνεται για την Χρηματιστηριακή Τραγωδία στην Κύπρο

Ποιος πραγματικά ευθύνεται  για την Χρηματιστηριακή Τραγωδία στην Κύπρο
Πριν από λίγο καιρό ένα πρώην στέλεχος της Τράπεζας Κύπρου (μέλος ΔΣ) ο Σ Κωνσταντινίδης έδωσε την δική του οπτική για τις ευθύνες κατάρρευση της Κύπρου.

Μια οπτική που πιστεύω αποτυπώνει πλήρως τα όσα έγιναν επί χρόνια και βρέθηκε η Κύπρος μπροστά σε μια ακόμα τραγωδία αυτή τη φορά χρηματιστηριακή. Αποτυπώνει τα λάθη που έγιναν αλλά και συνεχίζουν να γίνονται μετά την κατάρρευση όπου κυριαρχεί ο λαϊκισμός και το κυνήγι μαγισσών ενώ αγνοούνται πραγματικά γεγονότα. Ιδού οι απόψεις όπως καταγράφηκαν:

"Ο Κυπριακός λαός καλείται σήμερα να «πληρώσει» το τίμημα για την επί σειρά ετών αλόγιστη κατασπατάληση και μη συνετή διαχείριση του εθνικού πλούτου της Κύπρου. Εύλογα λοιπόν η κοινή γνώμη απαιτεί από την πολιτεία την άμεση παροχή εξηγήσεων και την απόδοση ευθυνών, καθιστώντας απαραίτητη την διερεύνηση και απάντηση καίριων ερωτημάτων που όλα συγκλίνουν τελικά στο "ποιος πραγματικά και ουσιαστικά ευθύνεται" για το βαρύ αυτό φορτίο που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε όλοι και για αυτήν την άνευ προηγουμένου οικονομική κρίση στην οποία έχει βυθιστεί η πατρίδα μας.

Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η κατάρρευση της Κυπριακής οικονομίας δεν αποτελεί μοναδικό φαινόμενο που εκδηλώθηκε κατά τρόπο αιφνίδιο ξαφνιάζοντας δήθεν τους πάντες. Αντίθετα συντελέστηκε σταδιακά και προκλήθηκε με μαθηματική ακρίβεια από τις πρόχειρες πολιτικές που υιοθετήθηκαν, τις λανθασμένες στρατηγικές που εφαρμόσθηκαν και τις ατεκμηρίωτες αποφάσεις που υλοποιήθηκαν τόσο από την πολιτική ηγεσία όσο και από τις ανεξάρτητες εποπτικές αρχές. Ήταν αναμενόμενο η ανεπανόρθωτη αυτή οικονομική ζημιά που έχει υποστεί ο Κυπριακός λαός να προκαλέσει ένα κλίμα πανικού στους αρμόδιους παράγοντες και υπηρεσίες που είχαν ως εκ της θέσεώς τους τις αρμοδιότητες και την τελική ευθύνη και οι οποίοι δια των εκπροσώπων τους έσπευσαν αφενός να αποποιηθούν τις ευθύνες τους πλήρως και αφετέρου να καθησυχάσουν την κοινή γνώμη ότι θα διεξάγουν τις κατάλληλες γι' αυτούς έρευνες για να τιμωρήσουν τους «φταίχτες». Εκεί στοχεύει άλλωστε και ο πρωτόγνωρος λαϊκισμός που βιώνουμε όλοι τους τελευταίους μήνες στο να δημιουργηθούν δηλαδή εξιλαστήρια θύματα ώστε οι πραγματικοί ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί να παραμείνουν προστατευμένοι στο απυρόβλητο.

Είναι απορίας άξιο πώς ενώ όλοι οι αρμόδιοι παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων και των ανεξάρτητων θεσμών, είχαν συνειδητοποιήσει την σταθερή διολίσθηση της Κυπριακής οικονομίας δεν έπραξαν το παραμικρό για να παρεμποδίσουν την πτωτική πορεία της και να ανατρέψουν τα τραγικά γεγονότα και τις μετέπειτα εξελίξεις αλλά παρέμειναν ψυχρά απλοί θεατές στο θέατρο του παραλόγου. Αντίθετα, κατά την κρίσιμη περίοδο κατά την οποία βυθιζόταν ολοένα και περισσότερο στην αβεβαιότητα η οικονομία της Κύπρου, οι αρμόδιοι παράγοντες μην έχοντας συνειδητοποιήσει ότι από χρόνο σε χρόνο η Κυπριακή οικονομία κατευθυνόταν από το κακό στο χειρότερο με απρόβλεπτες οικονομικές συνέπειες, αδιαφορούσαν πλήρως, συλλήβδην καταλογίζοντας ευθύνες στο σύνολο του τραπεζικού συστήματος ενώ γνώριζαν πολύ καλά ότι η Τράπεζα Κύπρου ήταν φερέγγυα και η ανώτατη ηγεσία αυτής κατέβαλε απεγνωσμένες προσπάθειες να τους ενεργοποιήσει ώστε να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για την αποτροπή της οικονομικής καταστροφής.

Ας εξετάσουμε όμως πώς οδηγήθηκε μία ακόμα χώρα της Ευρωζώνης σε αυτή την δεινή, σχεδόν απερίγραπτη, οικονομική κατάσταση στην οποία βρίσκεται τώρα η Κύπρος.

Όπως προκύπτει από τα δημοσιευμένα στοιχεία από το 2007 έως το 2011 το κυπριακό κράτος επιδόθηκε σε μία απερίσκεπτη σπατάλη των κυβερνητικών δαπανών με αποτέλεσμα οι κρατικές δαπάνες να αυξηθούν αδικαιολόγητα κατά 26% δηλαδή κατά €1,6 δις. Άραγε ποιος ευθύνεται για αυτή την απαράδεκτη πολιτική εξόδων; Το γεγονός αυτό αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε συνάρτηση με το ότι ενώ το 2007 το δημοσιευμένο στον κρατικό προϋπολογισμό του Κυπριακού κράτους πλεόνασμα ανερχόταν σε ποσοστό 3,5% του ΑΕΠ, το 2011, δηλαδή μέσα σε μία τετραετία, το Κυπριακό κράτος είχε καταφέρει να δημιουργήσει αρνητικό έλλειμμα της τάξεως του 6,3% του κυπριακού ΑΕΠ.

Ταυτόχρονα οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι ενώ το δημόσιο χρέος που το 2008 ήταν €8,4 δις ευρώ και αντιστοιχούσε στο 49% του Κυπριακού ΑΕΠ ξαφνικά το 2011 εκτινάχθηκε σε €12,8 δις, δηλαδή στο 71,5% του Κυπριακού ΑΕΠ. Τα στατιστικά αυτά στοιχεία ήταν ήδη γνωστά στους αρμόδιους κρατικούς φορείς και υπηρεσίες και η αρνητική πορεία του δημόσιου χρέους τελούσε υπό το καθεστώς της έγκρισης τους χωρίς να έχει δημιουργηθεί η παραμικρή απορία και ανησυχία σε κανέναν από τους εκπροσώπους των αρμόδιων αρχών και αυτό προφανώς διότι γνώριζαν ότι η αύξηση των δαπανών δημιουργήθηκε από την υλοποίηση της κοινωνικής πολιτικής της Κυπριακής κυβερνήσεως που είχε θέσει ως πρωταρχικό στόχο την αύξηση των μισθών, των κυβερνητικών απολαβών κατά 25% και του συνόλου των παροχών κατά 43%.

Εξάλλου αυτή η πολιτική αλόγιστης σπατάλης δημόσιου χρήματος προερχόμενου πρωτίστως από επιπόλαιο δανεισμό, χωρίς την δυνατότητα εξασφάλισης αποπληρωμής του, σηματοδότησε την αρχή της κατάρρευσης της Κυπριακής οικονομίας και αυτό γιατί θα ήταν αδύνατον το Κυπριακό κράτος να εξακολουθήσει να εξασφαλίζει ακάλυπτα δάνεια κάθε χρόνο για να καλύψει την κοινωνική πολιτική του χωρίς να διαθέτει τα ανάλογα φορολογικά έσοδα, τη στιγμή μάλιστα που το κράτος σκορπούσε δανεικά λεφτά τα οποία δεν είχε στα ταμεία του αντί να τα επενδύει σε παραγωγικές επενδύσεις για την ανάπτυξη της οικονομίας. Οι αλόγιστες κυβερνητικές σπατάλες είχαν ως αποτέλεσμα το έλλειμμα να έχει εκτοξευθεί ήδη από το 2009 πάνω από το 6% χωρίς κανένας να έχει αναλάβει οποιαδήποτε ευθύνη για την εφαρμογή της λανθασμένης δημοσιονομικής πολιτικής. Η εφαρμογή της συγκεκριμένης πολιτικής είχε ως αποτέλεσμα να απογειωθεί ο εξωτερικός δανεισμός και η ανεργία. Είναι ενδεικτικό ότι από τους 12,200 καταγεγραμμένους ανέργους στην Κύπρο το 2008, μέσα σε τέσσερα χρόνια ο αριθμός των ανέργων τριπλασιάστηκε έτσι ώστε το 2012 οι άνεργοι να ανέρχονται σε 39,100 χωρίς αυτό να αποπνέει κανένα ίχνος ανησυχίας στους αρμόδιους φορείς οι οποίοι επέδειξαν χαρακτηριστική αδιαφορία αρνούμενοι για μια ακόμα φορά να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα λαμβάνοντας τα απαραίτητα μέτρα.

Η ανώτατη διοίκηση της Τράπεζας Κύπρου είχε επανειλημμένα επισημάνει στην πολιτική ηγεσία την επιτακτική ανάγκη λήψης άμεσων κρατικών οικονομικών μέτρων για την εξυγίανση των δημοσιονομικών δαπανών του κράτους όταν μάλιστα υπήρχε αρκετός χρόνος για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα ορθολογιστικά. Ωστόσο η κυβερνητική ηγεσία αδιαφόρησε και δεν έλαβε υπόψη της τις επισημάνσεις μας παρά το γεγονός ότι η αναγκαιότητα της λήψης των κυβερνητικών οικονομικών μέτρων ήταν απαραίτητη τη στιγμή που υπήρχε η δυνατότητα από την Τράπεζα Κύπρου να συνδράμει με κάθε πρόσφορο οικονομικό μέσο λόγω της ισχυρής ρευστότητας που διέθετε τότε η Τράπεζα Κύπρου σε συνδυασμό με τα απαιτούμενα κυβερνητικά μέτρα ώστε να περιοριστούν τα δημοσιονομικά της ελλείμματα.

Παρότι κατά γενική ομολογία των οικονομικών παραγόντων η λήψη των δημοσιονομικών μέτρων είχε καταστεί απαραίτητη κανένα μέτρο δεν προτάθηκε από τους αρμόδιους φορείς δημιουργώντας έτσι ένα σχήμα οξύμωρο ιδιαίτερα υπό το πρίσμα της πλήρους αποποίησης των ευθυνών των αρμοδίων και ολικής μετατόπισης ευθυνών σε τρίτους οι οποίοι δεν είχαν καμία εξουσία ή αρμοδιότητα για τον σχεδιασμό, την εφαρμογή ή την υλοποίηση οποιουδήποτε μέτρου. Έτσι αντί του σημαντικού πλεονάσματος που διέθετε το Κυπριακό κράτος το 2007 με €550 εκατομμύρια, η νέα Κυβέρνηση κατάφερε από το 2009 να δημιουργήσει δημοσιονομικό έλλειμμα που ξεπερνούσε το 1 δις ετησίως χωρίς να δημιουργηθεί το παραμικρό ερωτηματικό στους αρμόδιους φορείς και παράγοντες. Αυτό σημαίνει ότι κάθε χρόνο το Κυπριακό κράτος έπρεπε να δανείζεται επιπρόσθετα €1 δις περίπου για να καλύπτει τις κυβερνητικές δαπάνες τις οποίες δεν επιχείρησε να αντιμετωπίσει με τη λήψη των απαραίτητων οικονομικών μέτρων για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Κάτω από αυτές τις δημοσιονομικές συνθήκες που καθιστούσαν σχεδόν βέβαιη την αδυναμία αποπληρωμής του χρέους, ήταν αναμενόμενο οι διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί να σταματήσουν την χορήγηση επιπλέον δανεισμού σε ένα κράτος το οποίο αδυνατούσε να καλύψει τις οικονομικές του υποχρεώσεις.

Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι δεν έγινε αντιληπτό από τους αρμόδιους κρατικούς φορείς και υπηρεσίες πως η προσπάθεια εξασφάλισης διακρατικού δανείου από χώρα του εξωτερικού ήταν λανθασμένη ενέργεια διότι στην καλύτερη περίπτωση θα έδινε μόνον παράταση χρόνου ώστε να συνεχιστεί ανενόχλητα η ελλειμματική πορεία της οικονομίας της χώρας με την εφαρμογή των κοινωνικών παροχών χωρίς την λήψη των αναγκαίων οικονομικών μέτρων.

Ήδη από το 2010 οι φωνές διαμαρτυρίας που υποστήριζαν ότι τα οικονομικά μέτρα ήταν πλέον απαραίτητα είχαν αρχίσει να εντείνονται όμως η κυβέρνηση αρνήθηκε επιδεικτικά να τις λάβει υπόψη προφανώς για να μην επωμιστεί το αντίστοιχο πολιτικό κόστος που θα είχε η επιβολή αντιλαϊκών οικονομικών μέτρων, επιλέγοντας μάλιστα να συνεχίσει την κοινωνική πολιτική παροχών χωρίς να λαμβάνει μέτρα εξυγίανσης . Η εμμονή της υλοποίησης της πολιτικής κοινωνικών παροχών ήταν ένα τεράστιο λάθος που ευθύνεται για την δημιουργία του αρνητικού κλίματος που προκάλεσε την κατάρρευση της εμπιστοσύνης του ευρύτερου επιχειρηματικού κόσμου προς τον Κυπριακό Τραπεζικό τομέα και επηρέασε αρνητικά τις κυπριακές επιχειρήσεις οδηγώντας στην ανεργία όλο και περισσότερο κόσμο. Ωστόσο η παρατεταμένη καθυστέρηση και η αναβολή λήψης των δύσκολων αλλά αναγκαίων αποφάσεων ήταν βέβαιο ότι θα οδηγούσε σε πιο επώδυνες λύσεις στο μέλλον.

Εάν το 2009 ή ακόμη και το 2010 είχαν ληφθεί από την τότε κυβέρνηση τα κατάλληλα οικονομικά μέτρα, η οικονομική κατάσταση της Κύπρου θα ήταν διαχειρίσιμη και ελεγχόμενη, χωρίς να είναι απαραίτητη καμία εξωτερική βοήθεια από τρίτους. Αυτό θα έπρεπε να ήταν κατανοητό σε όλους τους εμπλεκόμενους και κυβερνητικούς ιθύνοντες. Εάν το 2011 και ενδεχομένως αμέσως μετά το πρώτο ή το δεύτερο κούρεμα των Ελληνικών ομολόγων συμφωνούσαμε με την Τρόικα την ανάλογη βοήθεια, την οποία σε κάθε περίπτωση έπρεπε τότε να απαιτήσουμε λόγω της δυσανάλογα μεγάλης επίπτωσης που είχε για την Κύπρο, τότε τα οικονομικά μέτρα που θα χρειάζονταν για την διάσωση της Κυπριακή οικονομίας θα ήταν ηπιότερα και διαχειρίσιμα και δεν θα χρειαζόταν να πραγματοποιηθεί το απαράδεκτο και αδικαιολόγητο κούρεμα των Κυπριακών καταθέσεων των πελατών της Τράπεζας Κύπρου.

Όμως η Κυπριακή κυβέρνηση καθυστέρησε αδικαιολόγητα και τελικά ζήτησε βοήθεια από την Τρόικα στις 28/06/2012 όταν πλέον το ΕΛΑ σε άλλον τραπεζικό οργανισμό είχε φθάσει στο απίστευτό ποσό των €9,5 δις, οι Κυπριακές επιχειρήσεις είχαν επηρεαστεί αρνητικά και η ανεργία είχε φτάσει στα ύψη. Διερωτώμαι εάν αυτά τα γεγονότα ξεχάσθηκαν, αγνοήθηκαν ή επιλεκτικά δεν θέλουμε να τα θυμόμαστε. Παρά τη ρηματική απόφαση της κυβέρνησης να ζητήσει βοήθεια ακόμη και τότε δεν είχε καμία πρόθεση να προχωρήσει σε λήψη μέτρων. Αντί αυτού έδωσε σε Τραπεζικό οργανισμό επιταγή χωρίς αντίκρισμα ύψους €1,8 δις δηλαδή μια υπόσχεση να δώσει τα λεφτά όταν θα τα έχει. Δηλαδή δεν είχε πρόθεση να κάνει οτιδήποτε και «άφησε ένα τραπεζικό οργανισμό στην εντατική και στον αναπνευστήρα» ώστε να παρέλθει ο χρόνος μέχρι την λήξη της κυβερνητικής περιόδου και να παρουσιαστεί ξαφνικά 9 μήνες μετά το ουσιαστικό οικονομικό πρόβλημα κατάρρευσης ή πτώχευσης που ήδη γνώριζαν οι εποπτικές αρχές. Είναι σαφές ότι υπάρχουν συγκεκριμένες ευθύνες της εποπτικής αρχής και τώρα καλείται να πληρώσει ο Κυπριακός λαός για αυτή την λανθασμένη πολιτικό-οικονομική εκτίμηση.

Αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι συγκεκριμένοι πολιτικό-οικονομικοί παράγοντες και θεσμοί προσπαθούν ολοφάνερα να απαλλαγούν των δικών τους ευθυνών δημιουργώντας την εντύπωση στον κυπριακό λαό ότι ευθύνεται απλά το τραπεζικό σύστημα αποπροσανατολίζοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την κοινή γνώμη από τα πραγματικά γεγονότα. Σπαταλήθηκαν δεκάδες εκατομμύρια για «ανεξάρτητες» έρευνες και επιβλήθηκαν επιλεκτικά εκ των υστέρων παράλογα, αδικαιολόγητα και ατεκμηρίωτα υπέρογκα πρόστιμα, για δήθεν ανεπαρκή πληροφόρηση του επενδυτικού κοινού τη στιγμή που τα δελτία είχαν εγκριθεί από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, με στόχο να δημιουργηθούν λανθασμένες εντυπώσεις στον Κυπριακό λαό και να καλυφθούν με αυτό τον τρόπο οι δικές τους πολιτικό-οικονομικές ευθύνες, ανεπιτυχώς βέβαια διότι τα δεδομένα και οι αριθμοί αποδεικνύουν μόνο την αλήθεια.

Παρά τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης και την κυβερνητική σπατάλη, η Τράπεζα Κύπρου παρέμεινε, τόσο σε ρευστότητα όσο και σε κεφάλαια, ισχυρή μέχρι τον Ιούνιο του 2012 και δεν χρειαζόταν τον ΕΛΑ. Εάν μέσα στην κρίση προέκυπτε η ανάγκη να αυξηθούν τα κεφάλαιά της κατά 300 ή 500 εκατομμύρια Ευρώ θα ήταν εύκολο, εάν της δινόταν κατάλληλος χρόνος, να αντλήσει κεφάλαια σε ένα όμως περιβάλλον όπου το κράτος θα ελάμβανε πρώτα τα απαραίτητα οικονομικά μέτρα και θα αποκαθιστούσε την εμπιστοσύνη στην αγορά. Πώς το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα κατάφερε πρόσφατα να αντλήσει €8,3 δις και να ενισχύσει τις κεφαλαιακές του ανάγκες μέσα σε ένα τόσο αντίξοο οικονομικό περιβάλλον όπως αυτό στην Ελλάδα;

Γιατί δεν μπορούμε ειλικρινά να παραδεχτούμε ότι ήταν εγκληματική η καθυστέρηση που επέδειξε η κυβέρνηση στη λήψη των απαραίτητων οικονομικών μέτρων οδηγώντας την Κυπριακή οικονομία σε κατάρρευση και τις Κυπριακές επιχειρήσεις σε αδυναμία να αποπληρώσουν τα δάνειά τους μέσα σε ένα τόσο αρνητικό οικονομικό περιβάλλον; Νομίζω ότι είναι φρόνιμό αντί να προσπαθούν να πείσουν με παραπλανητικές και κατασκευασμένες μελέτες και με λανθασμένα κριτήρια την κοινή γνώμη για την ευθύνη του τραπεζικού συστήματος, θα έπρεπε να έχουν το θάρρος και την ειλικρίνεια να παραδεχτούν δημοσίως ότι τουλάχιστον η Τράπεζα Κύπρου τους ενημέρωνε από το 2010 και ζητούσε να ληφθούν τα απαραίτητα οικονομικά μέτρα διαβεβαιώνοντας παράλληλα τους κρατικούς φορείς ότι θα μπορούσαν να θεωρούν δεδομένη την βοήθειά της και την δυνατότητά της να στηρίξει τις Κυπριακές επιχειρήσεις υπό την προϋπόθεση ότι θα λαμβάνοντας τα απαραίτητα μέτρα. εφόσον αυτά προχωρούσαν.

Ακόμη και τον Ιούνιο του 2012 όταν το ΕΛΑ σε άλλο τραπεζικό ίδρυμα είχε φτάσει στα €9,5 δις η Τράπεζα Κύπρου συνέχιζε να έχει θετική ρευστότητα χωρίς να έχει ανάγκη τον ΕΛΑ. Τον Δεκέμβριο του 2012 όταν το ΕΛΑ στο αντίστοιχο τραπεζικό ίδρυμα ξεπέρασε τα €10 δις και του Ελλαδικού τραπεζικού συστήματος τα €125 δις, στην Τράπεζα Κύπρου παρέμενε μηδενικό.

Γιατί δεν έχουμε το θάρρος και το σθένος να παραδεχθούμε ότι ήταν λανθασμένη από κάθε άποψη η οικονομική ενίσχυση με εγγυητική επιστολή ύψους 1,8 δις ευρώ για την ανακεφαλαίωση του συγκεκριμένου τραπεζικού οργανισμού χωρίς να έχει αποφασιστεί προηγουμένως και να εγκριθεί όλο το σχέδιο βιωσιμότητας και ενεργειών που θα σταματούσε την αναμενόμενη κατάρρευση. Όσο περνούσε ο χρόνος, χωρίς καμία ουσιαστική οικονομική λύση, η εμπιστοσύνη κατέρρεε με μαθηματική ακρίβεια και μαζί της κατέρρεαν και οι επιδόσεις των Κυπριακών επιχειρήσεων. Ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί ότι με την πάροδο του κάθε μήνα αυξάνονταν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και οι επισφάλειες του τραπεζικού συστήματος οπότε το €1,8 δις δεν ήταν λύση, γεγονός που αποδείχτηκε πλήρως εκ των υστέρων.

Η βεβιασμένη πώληση των υποκαταστημάτων της Τράπεζας Κύπρου στην Ελλάδα με τον λανθασμένο και απαράδεκτο τρόπο παραχώρησης και δυσμενείς όρους με τους οποίους συντελέστηκε υπό το καθεστώς πανικού ήταν καταστροφική. Ποιος ήθελε απεγνωσμένα την αποκοπή των εν λόγων υποκαταστημάτων της Τράπεζας Κύπρου στην Ελλάδα θέτοντας ως πρώτη προτεραιότητα να μην παρασυρθεί το τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας; Μήπως δεν καταλάβαμε ότι με αυτή την πράξη δεν θα μεταδιδόταν το συγκεκριμένο κούρεμα των καταθέσεων της Κύπρου και στην Ελλάδα;

Τελικά, ενώ το Ελληνικό Τραπεζικό σύστημα και γενικά η Ελληνική οικονομία ήταν σε δυσμενέστερη διαπραγματευτική θέση, η Εποπτική Αρχή της Ελλάδας κατόρθωσε να προστατέψει το Ελληνικό Τραπεζικό Σύστημα ενώ η Εποπτική Αρχή της Κύπρου «πέτυχε» να γίνει κούρεμα των καταθετών της Τράπεζας Κύπρου στην Κύπρο και δώρισε σχεδόν ολόκληρο το ποσό σε Ελληνικό Τραπεζικό ίδρυμα.
Αυτό αποδεικνύεται περίτρανα όταν λίγους μόνο μήνες μετά την ενσωμάτωση των υποκαταστημάτων της Τράπεζας Κύπρου, το συγκεκριμένο Ελληνικό Τραπεζικό ίδρυμα παρουσίασε ξαφνικά και χωρίς την ύπαρξη ουσιαστικών λόγων, άνοδο των κερδών στα αποτελέσματά του ύψους €3,5 δις ως εκ θαύματος.

Γιατί κανένας δεν έχει το θάρρος να ομολογήσει και να παραδεχτεί ότι ήταν λανθασμένη η εξουσιοδότηση προς τον Κεντρικό Τραπεζίτη της Κύπρου να διαπραγματευτεί και να υπογράψει από μόνος του την πώληση των υποκαταστημάτων της τράπεζας Κύπρου άνευ όρων. Όταν μάλιστα, επισημαίνεται ότι ο τότε κεντρικός τραπεζίτης είχε επίσης εξουσιοδοτηθεί με άλλο νόμο να έχει και το δικαίωμα να παύσει οποιαδήποτε μέλη του ΔΣ της Τράπεζας Κύπρου ή και όλο το ΔΣ όποτε ο ίδιος μόνος του αποφάσιζε.

Δεν μπορεί κανένας έγκριτος επιστήμονας να αμφισβητήσει ότι οι συγκεκριμένες ενέργειες πανικού και βεβιασμένες συμφωνίες που υπογράφηκαν ήταν λανθασμένες χωρίς να διακατέχονται από την δέουσα επιμέλεια και γι' αυτό το λόγο σήμερα αποδεικνύονται καταστροφικές. Ένα από τα πολλαπλά λάθη που έχουν καταγραφεί και δεν έχουν εμφανιστεί στην κοινή γνώμη είναι ότι ο Διοικητής στην βιασύνη του ξέχασε να περιλάβει στην περίφημη συμφωνία εγγυητικές ποσού €750 εκατομμυρίων όμως μετέφερε στο ελληνικό τραπεζικό ίδρυμα τις ασφαλιστικές προβλέψεις που υπολογίστηκαν από ξένους εκτιμητές καθώς και τις εξασφαλίσεις μέσω υποθηκών και άλλων εχεγγύων που κάλυπταν τις εγγυητικές. Όταν αργότερα κατάλαβαν τα τραγικά οικονομικά λάθη τα οποία έγιναν, προσπάθησαν να ζητήσουν αλλαγές της συμφωνίας από το συγκεκριμένο τραπεζικό ίδρυμα όμως η απάντηση σε τέτοιες περιπτώσεις είναι η αναμενόμενη «ουδέν λάθος αναγνωρίζεται μετά την απομάκρυνση από το ταμείο».

Πότε επιτέλους κάποιοι θα συνειδητοποιήσουν και θα κατανοήσουν ότι ήταν ένα μεγάλο λάθος να παραχωρούνται απεριόριστες εξουσίες σε ένα συγκεκριμένο ανεξάρτητο θεσμό και άτομο το οποίο από μόνο του να μπορεί να τις χρησιμοποιεί για να πετύχει λανθασμένες προσωπικές πολιτικές και στρατηγικές επιλογές και με τις ενέργειες αυτές να καταστρέφεται ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα της Κύπρου, να δυσφημίζονται προσωπικότητες που συνέβαλαν με το έργο τους στο να καταστεί η Κύπρος διεθνές οικονομικό κέντρο και να καλείται εκ των υστέρων ο Κυπριακός λαός να πληρώσει τον λογαριασμό".


Σ.Ι.ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ
Πρώην μέλος ΔΣ Τράπεζας Κύπρου

και για την αντιγραφή Γιάγκος Χαραλάμπους