Οι προϋποθέσεις απαλλαγής από το φόρο υπεραξίας από τη μεταβίβαση μετοχών
Η εγκύκλιος που εμπεριέχει οδηγίες για την φορολογική μεταχείριση από μεταβίβαση τίτλων προβλέπει πως το εισόδημα από τη μεταβίβαση μετοχών, εταιρικών μεριδίων κ.λπ. από φυσικά πρόσωπα φορολογείται με συντελεστή 15%, χωρίς να απαιτείται, κατά το χρόνο της μεταβίβασης η υποβολή δήλωσης, όπως ίσχυε με τις προϊσχύουσες διατάξεις, καθόσον το εν λόγω εισόδημα θα συμπεριληφθεί στην ετήσια δήλωση φορολογίας εισοδήματος του φυσικού προσώπου και θα φορολογηθεί στο τέλος του επόμενου έτους.
Αναφορικά με την υπεραξία που αποκτά φυσικό πρόσωπο από τη μεταβίβαση μετοχών εισηγμένων σε χρηματιστηριακή αγορά απαλλάσσεται της φορολογίας εάν οι μετοχές έχουν αποκτηθεί πριν την 1/1/2009 ή έχουν αποκτηθεί μετά την 1/1/2009 και ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κΚεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό μικρότερο του 5%ο. Στις παραπάνω περιπτώσεις εξακολουθεί να εφαρμόζεται ο φόρος επί των χρηματιστηριακών συναλλαγών 2%ο.
Απαλλάσσονται επίσης από την φορολογία αλλοδαπά νομικά πρόσωπα που δεν έχουν τη φορολογική τους κατοικία και δεν διατηρούν μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, αλλά και φυσικά πρόσωπα με κατοικία σε χώρα με την οποία η Ελλάδα έχει συνάψει σύμβαση αποφυγής διπλής φορολόγησης.
Σε αυτή τη περίπτωση δεν προκύπτει υποχρέωση υποβολής δήλωσης και δεν χρειάζεται το φυσικό πρόσωπο να αποκτήσει ΑΦΜ στην Ελλάδα αλλά το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας το οποίο τεκμηριώνει την απαλλαγή θα πρέπει να κατατεθεί στο πρόσωπο που θα είναι υπόχρεος να αποδείξει τη φορολογική απαλλαγή στις φορολογικές αρχές.
Από την φορολογία απαλλάσσονται ακόμη η μεταβίβαση εταιρικών ομολόγων κρατών της Ε.Ε και ΕΟΧ/ΕΖΕΣ και η μεταβίβαση μετοχών ναυτιλιακών εταιρειών, η μεταβίβαση μεριδίων ΟΣΕΚΑ κρατών της Ε.Ε. και ΕΟΧ/ΕΖΕΣ.
Στην εγκύκλιο διευκρινίζεται πως η εισφορά τίτλων για την κάλυψη ή αύξηση κεφαλαίου εταιρείας συνιστά μεταβίβαση, ενώ δεν συνιστά η μη συμμετοχή εταίρου ή μετόχου στην αύξηση κεφαλαίου όπως ίσχυε μέχρι πρόσφατα για τις προσωπικές εταιρίες και Ε.Π.Ε. Διευκρινίζεται δε πως σε περίπτωση που η μεταβίβαση ή εισφορά τίτλων λαμβάνει χώρα μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων θα πρέπει πάντα να λαμβάνονται υπόψη οι διατάξεις περί transfer pricing.
Η υπεραξία που αποκτά το φυσικό πρόσωπο από τη μεταβίβαση μετοχών, εταιρικών μεριδίων κλπ., προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ της τιμής πώλησης που εισέπραξε και της τιμής κτήσης που κατέβαλε ο φορολογούμενος. Ως τιμή πώλησης μη εισηγμένων τίτλων λαμβάνεται αυτή που αναγράφεται στη σύμβαση μεταβίβασης που δεν μπορεί όμως να είναι μικρότερη από την αξία των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας κατά το χρόνο της μεταβίβασης.
Ως τιμή κτήσης θα λαμβάνεται η χαμηλότερη μεταξύ αυτής που προσδιορίζεται με βάση την αξία των ιδίων κεφαλαίων (όπως αυτά εμφανίζονται στο τελευταίο πριν την ημερομηνία μεταβίβασης ισοζύγιο της επιχείρησης) και του τιμήματος που αναγράφεται στη σύμβαση μεταβίβασης κατά το χρόνο της απόκτησης των τίτλων. Εταιρικές πράξεις που έχουν γίνει μέχρι το χρόνο μεταβίβασης (αυξομειώσεις κεφαλαίου, κεφαλαιοποίηση αποθεματικών) θα επηρεάσουν την τιμή κτήσης των μετοχών και επομένως και την υπεραξία που θα προκύψει.
Σε περίπτωση απόκτησης των μεταβιβαζόμενων τίτλων με δωρεά, γονική παροχή ή κληρονομιά ως τιμή κτήσης λαμβάνεται ο φόρος που καταβλήθηκε λόγω της αιτίας απόκτησης αυτών. Στην διαδοχική απόκτηση τίτλων για τον υπολογισμό της τιμής κτήσης λαμβάνεται η μέση τιμή κτήσης που προκύπτει από τη συνολική αξία κτήσης των τίτλων δια της συνολικής ποσότητας αυτών. Για τον προσδιορισμό της τιμής κτήσης λαμβάνονται υπόψη και οι εταιρικές πράξεις που έχουν γίνει μέχρι τη στιγμή της μεταβίβασης (όπως πχ οι αυξήσεις ή μειώσεις κεφαλαίου, οι δωρεάν χορηγήσεις μετοχών στους μετόχους λόγω αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου με κεφαλαιοποίηση αποθεματικών κ.ο.κ).
Η ζημιά που προκύπτει από μεταβιβάσεις τίτλων που πραγματοποιούν τα φυσικά πρόσωπα, μεταφέρεται για πέντε έτη, συμψηφίζεται δε μόνο με μελλοντικά κέρδη υπεραξίας που προκύπτουν αποκλειστικά από την μεταβίβαση τίτλων.
Τέλος, η υπεραξία που αποκτούν φυσικά πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους σε κράτος που περιλαμβάνεται στα μη συνεργάσιμα φορολογείται με συντελεστή 15% και η δήλωση υποβάλλεται στην αρμόδια ΔΟΥ πριν από την οποιαδήποτε μεταβίβαση, ο δε φόρος καταβάλλεται εφάπαξ.