Λαγκάρντ: Καμιά δέσμευση για μείωση επιτoκίων τον Οκτώβριο - Τι είπε για την έκθεση Ντράγκι

Λαγκάρντ: Καμιά δέσμευση για μείωση επιτoκίων τον Οκτώβριο - Τι είπε για την έκθεση Ντράγκι

Ζητά μέτρα για να βγει η ΕΕ από το οικονομικό τέλμα

Τους λόγους, οι οποίοι οδήγησαν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να μειώσει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης στο 3,5% εξήγησε η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου, κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στις αλλαγές στο λειτουργικό πλαίσιο για την εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής θα τεθούν σε ισχύ από τις 18 Σεπτεμβρίου.

Η δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και η απόδοση των κινήσεων της νομισματικής πολιτικής, με βάση τις επικαιροποιημένες εκτιμήσεις για την πορεία του πληθωρισμού, κατέστησαν "σκόπιμο να κάνουμε ένα ακόμη βήμα για άμβλυνση του περιοριστικού επιπέδου της νομισματικής πολιτικής”, σημείωσε η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, σε συνέχεια της απόφασης της κεντρικής τράπεζας να μειώσει το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων κατά 25 μονάδες βάσης – τη δεύτερη από τον Ιούνιο μετά το "διάλειμμα" του Ιουλίου.

Ωστόσο, πρόσθεσε ότι η ΕΚΤ δεν δεσμεύεται σε ένα συγκεκριμένο μονοπάτι για τη νομισματική πολιτική και ότι οι αποφάσεις της θα συνεχίσουν να λαμβάνονται με βάση τα δεδομένα, υποδηλώνοντας ότι δεν δεσμεύεται για νέα μείωση του κόστους δανεισμού στην επόμενη συνεδρίασή της τον Οκτώβριο.

ΕΚΤ: Δεύτερη μείωση επιτοκίων κατά 0,25% - Οι προβλέψεις για ΑΕΠ, πληθωρισμό

Νωρίτερα, το Δ.Σ. αποφάσισε να μειώσει το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων -το επιτόκιο μέσω του οποίου δίνει την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής- κατά 25 μονάδες βάσης.

Επιπλέον, όπως ανακοινώθηκε στις 13 Μαρτίου 2024 μετά την αναθεώρηση του λειτουργικού πλαισίου, η διαφορά μεταξύ του επιτοκίου των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και του επιτοκίου της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα οριστεί στις 15 μονάδες βάσης, ενώ η διαφορά μεταξύ του επιτοκίου οριακής χρηματοδότησης και του επιτοκίου των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης θα παραμείνει αμετάβλητη στις 25 μονάδες βάσης.

Ως εκ τούτου, το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα μειωθεί σε 3,50%. Το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και το επιτόκιο της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης θα μειωθούν σε 3,65% και 3,90% αντιστοίχως, ενώ όλες οι αλλαγές θα τεθούν σε ισχύ από τις 18 Σεπτεμβρίου 2024.

Η απόφαση αυτή, όπως σημείωσε στη συνέντευξη Τύπου μετά την ολοκλήρωση της συνεδρίασης της ΕΚΤ η Κριστίν Λαγκάρντ, ελήφθη καθώς τα πρόσφατα στοιχεία για τον πληθωρισμό ευθυγραμμίστηκαν σε γενικές γραμμές με τις εκτιμήσεις, επιβεβαιώνοντας τις προηγούμενες προβλέψεις για τον πληθωρισμό. Όπως είπε, ο υποκείμενος πληθωρισμός αναμένεται να διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 2,5% φέτος, στο 2,2% το επόμενο έτος και στο 1,9% το 2026, στα ίδια επίπεδα δηλαδή που ανέφεραν και οι προβλέψεις του Ιουνίου.

Παρότι, όπως είπε, ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί εκ νέου προς το τέλος του έτους, στη συνέχεια θα μειωθεί ξανά και θα κινηθεί προς τον στόχο της κεντρικής τράπεζας κατά το δεύτερο μισό του 2025.

Όσον αφορά τον δομικό πληθωρισμό, σημείωσε ότι οι προβλέψεις έχουν αναθεωρηθεί ελαφρώς προς τα πάνω, καθώς ο πληθωρισμός των υπηρεσιών είναι υψηλότερος από ό,τι αναμενόταν, ωστόσο πρόσθεσε ότι οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ συνεχίζουν να περιμένουν ταμεία αποκλιμάκωσή του από το 2,9% φέτος στο 2,3% το 2025 και στο 2% το 2026.

Η πρόεδρος της ΕΚΤ σημείωσε ότι ο εγχώριος πληθωρισμός παραμένει υψηλός, καθώς οι μισθοί εξακολουθούν να αυξάνονται με υψηλούς ρυθμούς, ωστόσο τόνισε ότι οι πιέσεις στο κόστος εργασίας μετριάζονται και περιορίζεται ο αντίκτυπος στον πληθωρισμό. Εν τω μεταξύ, οι όροι χρηματοδότησης παραμένουν περιοριστικοί και η οικονομική δραστηριότητα εξακολουθεί να είναι υποτονική, αντανακλώντας την ασθενή ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις.

Στο πλαίσιο αυτό, όπως είπε, η κεντρική τράπεζα αναθεώρησε ελαφρώς χαμηλότερα τις εκτιμήσεις της για την ανάπτυξη σε σύγκριση με τις προβλέψεις του Ιουνίου, κυρίως λόγω της ασθενέστερης συμβολής της εγχώριας ζήτησης σε σχέση με τα προηγούμενα τρίμηνα. Όπως είπε, η κεντρική τράπεζα αναμένει ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 0,8% φέτος, επιταχύνοντας στο 1,3% το επόμενο έτος και στο 1,% το 2026,

Ωστόσο, επανέλαβε ότι Η ΕΚΤ είναι αποφασισμένη να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει έγκαιρα στο μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. "Θα διατηρήσουμε τα επιτόκια πολιτικής επαρκώς περιοριστικά για όσο διάστημα είναι απαραίτητο για την επίτευξη αυτού του στόχου”, προσθέτοντας ότι οι αποφάσεις νομισματικής πολιτικής θα συνεχίσουν να λαμβάνονται με βάση τα δεδομένα και συγκεκριμένα στις εκτιμήσεις για τον πληθωρισμό υπό το φως των εισερχόμενων νέων οικονομικών και χρηματοοικονομικών δεδομένων, της δυναμικής του υποκείμενου πληθωρισμού και της ισχύος της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.

Επανέλαβε μάλιστα, ότι η ΕΚΤ δεν ακολουθεί συγκεκριμένο μονοπάτι όσον αφορά τα επιτόκια.

Αναφερόμενη στην οικονομία, είπε ότι αναπτύχθηκε με ρυθμό 0,2% το β’ τρίμηνο, μετά το +0,3% του α’ τριμήνου, ήτοι λιγότερο από ό,τι αναμενόταν καθώς η ιδιωτική εγχώρια ζήτηση αποδυναμώθηκε.

Η ανάκαμψη συνεχίζει να αντιμετωπίζει αντίθετους ανέμους, προειδοποίησε η πρόεδρος της ΕΚΤ, ωστόσο πρόσθεσε ότι αναμένεται να ενισχυθεί με την πάροδο του χρόνο, καθώς η αύξηση των πραγματικών εισοδημάτων επιτρέπει στα νοικοκυριά να καταναλώνουν περισσότερο, ενώ η άμβλυνση της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής αναμένεται να στηρίξει την κατανάλωση και τις επενδύσεις και οι εξαγωγές αναμένεται να συνεχίσουν να συμβάλλουν θετικά καθώς η παγκόσμια ζήτηση αυξάνεται.

Όσον αφορά την αγορά εργασίας, τόνισε ότι παραμένει ανθεκτική, τονίζοντας ότι το ποσοστό της ανεργίας παραμένει σε γενικές γραμμές αμετάβλητο τον Ιούλιο στο 6,4% και η αύξηση της απασχόλησης επιβραδύνθηκε ελαφρώς στο 0,2% το β’ τρίμηνο, από 0,3% το α’ τρίμηνο.

Πρόσθεσε, όμως, ότι οι έρευνες υποδεικνύουν περαιτέρω μείωση της ζήτησης εργασίας και υποχώρηση των κενών θέσεων πιο κοντά στα προ πανδημίας επίπεδα.

Η πρόεδρος της ΕΚΤ τόνισε, επίσης, ότι οι δημοσιονομικές και διαρθρωτικές πολιτικές πρέπει να βάλουν στόχο να καταστήσουν την οικονομία πιο παραγωγική και ανταγωνιστική, γεγονός που θα συμβάλει στην αύξηση της δυνητικής ανάπτυξης και στη μείωση των πληθωριστικών πιέσεων μεσοπρόθεσμα.

Στο σημείο αυτό αναφέρθηκε και στην έκθεση του Μάριο Ντράγκι για την ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομία, σημειώνοντας ότι επισημαίνει την επείγουσα ανάγκη για μεταρρύθμιση και παρέχει συγκεκριμένες προτάσεις για να επιτευχθεί αυτό. Η πλήρης, διαφανής και χωρίς καθυστέρηση εφαρμογή του αναθεωρημένου πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ θα βοηθήσει τις κυβερνήσεις να μειώσουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα και τους δείκτες χρέους, σημείωσε η Κριστίν Λαγκάρντ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ