Fitch: Αναβάθμισε το αξιόχρεο των τεσσάρων ελληνικών συστημικών τραπεζών
Οι καταλύτες της αναβάθμισης
Σε αναβάθμιση των ελληνικών τραπεζών προχώρησε σήμερα ο οίκος αξιολόγησης Fitch, «προϊδεάζοντας» πιθανόν για την ετυμηγορία του αναφορικά με την ελληνική οικονομία, την 1η Δεκεμβρίου. Πιο συγκεκριμένα, ο οίκος αναβάθμισε τις Εθνική, Εurobank και Πειραιώς, εξαίροντας την πρόοδο στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (ΝPEs), την ενίσχυση του ισλογισμού τους αλλά και την βελτίωση των κεφαλαιακών τους δεικτών.
Για την Εθνική Τράπεζα
Ο οίκος Fitch βελτίωσε την μακροπρόθεσμη αξιολόγηση της Εθνικής Τράπεζας σε “BB” από “BB-” και την αξιολόγηση βιωσιμότητας (VR) σε “bb” από “bb-“. Οι προοπτικές για το μακροπρόθεσμο IDR είναι σταθερές.
Οι αναβαθμίσεις αντανακλούν τη διαρθρωτική βελτίωση της κερδοφορίας της Εθνικής από τα υψηλότερα επιτόκια και τα χαμηλά επιτόκια καταθέσεων, την προσεκτική διαχείριση του κόστους και την ομαλοποίηση των χρεώσεων απομείωσης δανείων (LICs) μετά την επιτυχή στρατηγική της τράπεζας για τη μείωση του κινδύνου στον ισολογισμό της, αναφέρει ο οίκος. Αυτό επέτρεψε στην Εθνική να συσσωρεύσει κεφάλαια πολύ υψηλότερα από τις κανονιστικές απαιτήσεις και παρείχε στρατηγική ευελιξία για την επιδίωξη επενδύσεων και αναπτυξιακών πρωτοβουλιών, οι οποίες αναμένουμε να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη βιωσιμότητα του επιχειρηματικού μοντέλου.
Οι καταλύτες της αναβάθμισης
Η ΕΤΕ είναι μία από τις τέσσερις συστημικά σημαντικές τράπεζες στην Ελλάδα, όπου κατέχει ισχυρά μερίδια αγοράς στη λιανική και εμπορική τραπεζική. Η Fitch θεωρεί ότι το επιχειρηματικό μοντέλο της ΕΤΕ είναι πιο βιώσιμο από αυτό των ομολόγων της με χαμηλότερη αξιολόγηση στην εγχώρια αγορά, λόγω της προόδου της στη μείωση του κινδύνου του ισολογισμού. Ωστόσο, οι δραστηριότητες της είναι λιγότερο διαφοροποιημένες διεθνώς και σε δραστηριότητες που παράγουν αμοιβές σε σχέση με τους ομολόγους της με υψηλότερη αξιολόγηση.
Επίσης, το προφίλ κινδύνου της Εθνικής έχει βελτιωθεί κατά τη διάρκεια του οικονομικού κύκλου, υποστηριζόμενο από τη σημαντική μείωση των παλαιών προβληματικών στοιχείων ενεργητικού, αν και αυτά εξακολουθούν να παραμένουν υψηλά σε σχέση με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Ο οίκος αναμένει σταθερή ποιότητα ενεργητικού λόγω της ενεργού διαχείρισης των απομειωμένων δανείων και των κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων, η οποία υποστηρίζεται από τη συνετή αύξηση των χορηγήσεων. Η τράπεζα έχει μεγάλη έκθεση σε ελληνικά κρατικά ομόλογα, αν και η πλειονότητα αυτών διακρατείται στο αναπόσβεστο κόστος, γεγονός που μειώνει τη μεταβλητότητα του κεφαλαίου στις διακυμάνσεις των τιμών.
Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) της ΕΤΕ που ανέρχεται σε 5,8% στο τέλος Ιουνίου 2023 (εξαιρουμένων των παρακρατηθέντων senior notes των απομειωμένων τιτλοποιήσεων δανείων) έχει μειωθεί σημαντικά και είναι καλύτερος από τον μέσο όρο του κλάδου, αλλά παραμένει μέτριος με βάση τα διεθνή πρότυπα. Η κάλυψη των NPE σε ποσοστό περίπου 80% είναι η υψηλότερη στην εγχώρια αγορά και παρέχει ένα απόθεμα ασφαλείας για την απορρόφηση πιθανής επιδείνωσης της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων.
Ο δείκτης λειτουργικού κέρδους/σταθμισμένο σε κινδύνους ενεργητικό (RWAs) της Εθνικής έχει επωφεληθεί σημαντικά από τα υψηλότερα επιτόκια και την πρόοδο στην αναδιάρθρωση της τράπεζας, με την Fitch να αναμένει ότι θα σταθεροποιηθεί πάνω από το 2,5% μεσοπρόθεσμα με θετικά επιτόκια, διαχειρίσιμα NPEs και αυστηρό έλεγχο του κόστους. Ο εγχώριος προσανατολισμός της τράπεζας και η περιορισμένη διαφοροποίηση σε δραστηριότητες με βάση τις αμοιβές, όπως η διαχείριση περιουσίας, εκθέτουν την κερδοφορία της στους επιτοκιακούς και οικονομικούς κύκλους.
Τέλος, ο δείκτης κεφαλαίου της Εθνικής κατηγορίας 1 (CET1) στο 17,3% στο τέλος Ιουνίου 2023 είναι άνετα πάνω από τις κανονιστικές απαιτήσεις, ενώ η οργανική δημιουργία κεφαλαίου επωφελείται από τη βελτιωμένη κερδοφορία. Ωστόσο, το κεφάλαιο παραμένει εκτεθειμένο στον κίνδυνο συγκέντρωσης που προκύπτει από το κυρίως εγχώριο χαρτοφυλάκιο δανείων της τράπεζας και την έκθεση στο ελληνικό δημόσιο.
Για την Eurobank
Επίσης, ο οίκος Fitch αναβάθμισε και τις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις αθέτησης IDR) της Eurobank σε “BB” από “BB-” και τις αξιολογήσεις βιωσιμότητας (VR) σε “bb” από “bb-“. Οι προοπτικές των μακροπρόθεσμων IDR είναι σταθερές.
Οι αναβαθμίσεις αντανακλούν τη διαρθρωτική βελτίωση της κερδοφορίας της Eurobank από τα υψηλότερα επιτόκια δανείων και τα χαμηλά επιτόκια καταθέσεων, την προσεκτική διαχείριση του κόστους και την ομαλοποίηση των χρεώσεων απομείωσης δανείων (LICs) μετά την επιτυχή στρατηγική της τράπεζας για τη μείωση του κινδύνου στον ισολογισμό. Αυτό επέτρεψε στην τράπεζα να συσσωρεύσει κεφάλαια, ενισχύοντας τα αποθέματα ασφαλείας σε σχέση με τις κανονιστικές απαιτήσεις και παρέχοντας μεγαλύτερη ευελιξία για την επιδίωξη επενδύσεων και αναπτυξιακών πρωτοβουλιών, οι οποίες αναμένουμε να οδηγήσουν σε μεγαλύτερη βιωσιμότητα του επιχειρηματικού μοντέλου.
Οι καταλύτες της αναβάθμισης
Οι αξιολογήσεις αντικατοπτρίζουν τα επαρκή κεφαλαιακά αποθέματα της Eurobank και την ικανοποιητική κερδοφορία, τα οποία παρέχουν περιθώριο για την απορρόφηση ζημιών από το ακόμη μέτριο απόθεμα μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) και μη διατηρημένων κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων. Οι αξιολογήσεις αντικατοπτρίζουν επίσης την ισχυρή θέση της στην αγορά της Ελλάδας, τη διεθνή διαφοροποίηση, τη σταθερή χρηματοδότηση από καταθέσεις πελατών και τη δημιουργία αποθέματος χρέους εξυγίανσης.
Το επιχειρηματικό προφίλ της Eurobank υποστηρίζεται από το ισχυρό franchise της στην Ελλάδα και τη διαφοροποίηση των δραστηριοτήτων της στη Βουλγαρία και την Κύπρο. Λαμβάνεται επίσης υπόψη η πρόοδος της Eurobank στη μείωση του κινδύνου του ισολογισμού σε σχέση με τους ομολόγους της χαμηλότερης διαβάθμισης, καθώς και η εστίασή της στις παραδοσιακές δραστηριότητες εμπορικής τραπεζικής, οι οποίες αποφέρουν καλά καθαρά έσοδα από τόκους.
Η σχεδιαζόμενη εξαγορά πλειοψηφικού πακέτου μετοχών της Ελληνικής Τράπεζας με έδρα την Κύπρο (ΒΒ-/σταθερή) συνάδει με τη στρατηγική της Eurobank για την εδραίωση της παρουσίας της σε βασικές αγορές του εξωτερικού. Ο πλήρης αντίκτυπος της εξαγοράς στην αξιολόγηση δεν είναι πιθανό να διαφανεί μέχρι την ολοκλήρωση της συναλλαγής.
Εάν ολοκληρωθεί, η εξαγορά θα αυξήσει τη γεωγραφική διαφοροποίηση και θα ωφελήσει ορισμένα βασικά οικονομικά μεγέθη, εκτός από το κεφάλαιο, το οποίο πιθανότατα θα μειωθεί, αλλά κατά ένα διαχειρίσιμο ποσό. Επιπλέον, η Eurobank θα αντιμετωπίσει κινδύνους εκτέλεσης λόγω του μεγέθους της εξαγοράς (περίπου 20% του συνολικού ενεργητικού της συνδυασμένης οντότητας), αν και αντισταθμίζεται από τη συμπληρωματικότητα των επιχειρηματικών και πιστωτικών προφίλ των δύο τραπεζών και την ήδη καλή γνώση της Eurobank στην κυπριακή αγορά.
Ο δείκτης NPE της Eurobank, 5,9% στο τέλος Ιουνίου 2023 (εξαιρουμένων των παρακρατηθέντων senior notes των τιτλοποιήσεων απομειωμένων δανείων) ήταν καλύτερος από τον εγχώριο μέσο όρο, αλλά μέτριος με βάση τα διεθνή πρότυπα. Η κάλυψη των απομειωμένων δανείων άνω του 70% είναι επαρκής και βρίσκεται στο υψηλότερο άκρο των εγχώριων ομοειδών τραπεζών, παρέχοντας ένα μαξιλάρι για την απορρόφηση της επιδείνωσης της ποιότητας του ενεργητικού.
Ο δείκτης κεφαλαίου της Eurobank κατηγορίας 1 (CET1) ύψους 15,6% στο τέλος Ιουνίου 2023 διατηρεί επαρκή αποθέματα πάνω από τις κανονιστικές απαιτήσεις. Η επιβάρυνση του κεφαλαίου CET1 από μη διατηρηθέντα προβληματικά περιουσιακά στοιχεία (στα οποία περιλαμβάνονται τα NPEs και τα μη διατηρηθέντα κατασχεθέντα περιουσιακά στοιχεία) έχει μειωθεί σημαντικά σε σχέση με τα προηγούμενα έτη και είναι πλέον διαχειρίσιμη σε επίπεδα κάτω του 20%. Τα κεφάλαια της Eurobank παραμένουν εκτεθειμένα στον ελληνικό κρατικό κίνδυνο, τόσο από επενδύσεις σε κρατικά ομόλογα όσο και από μεγάλες αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις.
Για την Πειραιώς
Ο οίκος αξιολόγησης Fitch αναβάθμισε και τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση αθέτησης (IDR) της Τράπεζας Πειραιώς σε “BB-” από “B” και την αξιολόγηση βιωσιμότητας (VR) σε “bb-” από “b”. Οι προοπτικές για το μακροπρόθεσμο IDR είναι σταθερές.
Η αναβάθμιση αντανακλά την επιτάχυνση της στρατηγικής της Πειραιώς για τη μείωση του κινδύνου στον ισολογισμό της, η οποία οδήγησε σε σημαντική μείωση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) σε επίπεδα που ευθυγραμμίζονται περισσότερο με τους ομολόγους της με υψηλότερη αξιολόγηση.
Αντικατοπτρίζει επίσης την ενίσχυση των εποπτικών κεφαλαιακών της δεικτών και την επακόλουθη μείωση της κεφαλαιακής επιβάρυνσης από τα μη αποθεματοποιημένα προβληματικά περιουσιακά στοιχεία (στα οποία περιλαμβάνονται τα NPEs και τα κατασχεθέντα περιουσιακά στοιχεία). Η αναβάθμιση λαμβάνει περαιτέρω υπόψη τη διαρθρωτικά βελτιωμένη κερδοφορία της Πειραιώς, η οποία θα οδηγήσει σε περαιτέρω συσσώρευση κεφαλαίων, τη σταθερή χρηματοδότηση και τη βελτιωμένη πρόσβαση στη χονδρική αγορά χρέους για την κάλυψη των ελάχιστων απαιτήσεων για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL).
Οι καταλύτες της αναβάθμισης
Οι αξιολογήσεις της Πειραιώς αντικατοπτρίζουν τη διαρθρωτικά βελτιωμένη κερδοφορία της από τα υψηλότερα επιτόκια και την επιτυχημένη αναδιάρθρωση, η οποία επέτρεψε στην τράπεζα να δημιουργήσει επαρκή αποθέματα πάνω από τις εποπτικές κεφαλαιακές απαιτήσεις, σύμφωνα με την Fitch. Οι αξιολογήσεις αντικατοπτρίζουν επίσης ότι ο δείκτης NPE της είναι πλέον πιο κοντά στον δείκτη των εγχώριων ομολόγων της, αν και εξακολουθεί να είναι υψηλός με βάση τα διεθνή πρότυπα. Η χρηματοδότηση της τράπεζας με βάση τις καταθέσεις των πελατών της παραμένει ένα ισχυρό σημείο της αξιολόγησης.
Το επιχειρηματικό προφίλ της Πειραιώς υποστηρίζεται από το ισχυρό εγχώριο franchise της, το οποίο παραμένει σταθμισμένο προς τις παραδοσιακές εμπορικές τραπεζικές δραστηριότητες. Η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του επιχειρηματικού της μοντέλου έχει βελτιωθεί σύμφωνα με την επιτυχή μείωση των κινδύνων και την αναδιάρθρωση της τράπεζας, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης του κόστους και της αυξημένης ψηφιοποίησης.
Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων της Πειραιώς (εξαιρουμένων των παρακρατηθέντων senior notes) ύψους 6,6% στο τέλος Ιουνίου 2023 έχει μειωθεί σημαντικά σε σχέση με ένα χρόνο πριν, καθώς η τράπεζα προχώρησε σε επίσπευση ορισμένων πωλήσεων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που είχαν προγραμματιστεί για το 2024, ενώ συνεχίζει να παρουσιάζει μέτριες εισροές νέων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και επαρκείς ανακτήσεις και ρυθμίσεις. Ωστόσο, ο δείκτης παραμένει πάνω από τους μέσους όρους των ελληνικών συστημικών τραπεζών υψηλότερης διαβάθμισης και τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους. Η ποιότητα του ενεργητικού θα πρέπει να υποστηριχθεί από τη συνεχιζόμενη οικονομική ανάπτυξη στην Ελλάδα, αν και οι κίνδυνοι από το αυξημένο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους παραμένουν.
Ο δείκτης κεφαλαίου της Πειραιώς κατηγορίας 1 (CET1) ύψους 12,2% στο τέλος Ιουνίου 2023 είχε επαρκή αποθέματα ασφαλείας πάνω από την ελάχιστη εποπτική απαίτηση, αν και παραμένουν χαμηλότερα από τις αντίστοιχες ελληνικές τράπεζες. Τα αποθέματα ασφαλείας βελτιώθηκαν τους τελευταίους 12 μήνες, με την Fitch να αναμένει ότι η κεφαλαιοποίηση θα ενισχυθεί περαιτέρω τα επόμενα δύο χρόνια λόγω της βελτιωμένης κερδοφορίας της τράπεζας και των συνετών μερισματικών στόχων.
Για την Alpha Bank
Για την Alpha Bank σημειώνει ότι «η αναβάθμιση αντανακλά τη διαρθρωτική βελτίωση στην κερδοφορία της, η οποία θα ενισχύσει περαιτέρω τη δημιουργία κεφαλαίου και θα οδηγήσει σε ισχυρότερους κεφαλαιακούς δείκτες. Η αναβάθμιση αντανακλά επίσης τη συνεχιζόμενη πτωτική πορεία του δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, τη σταθερή χρηματοδότηση και τη βελτιωμένη πρόσβαση στην αγορά χρέους για την κάλυψη των ελάχιστων απαιτήσεων για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμα στοιχεία παθητικού (MREL)».