Χοντραίνει το παιχνίδι με τις παροχές - Τι θα ανακοινώσει ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ
Δεν υπάρχει ακόμα συμφωνία με τους δανειστές για το αναλυτικό κόστος των ελαφρύνσεων- Παζάρια μέχρι τελικής πτώσης για τις συντάξεις
Μπαίνοντας στην τελική ευθεία για το πρώτο μεταμνημονιακό Eurogroup, τις εξαγγελίες από το βήμα της προεκλογικής ΔΕΘ και την πρεμιέρα της ενισχυμένης εποπτείας επί ελληνικού εδάφους, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι το «πακέτο» των ελαφρύνσεων που σκοπεύει να ανακοινώσει ο Α. Τσίπρας, πολύ απλά δεν είναι συμφωνημένο με τους δανειστές.
«Δεν έχουμε υποχρέωση να τους ενημερώσουμε για τα μέτρα αυτά καθ’ αυτά. Το μόνο που μας δεσμεύει είναι ότι θα κινηθούμε εντός των ορίων του συμφωνημένου δημοσιονομικού χώρου για το 2019», σημειώνουν αρμόδιες πηγές, συμπληρώνοντας ότι τα 700 εκατ. ευρώ, που είναι το περιθώριο των ελαφρύνσεων, αποτελεί μέρος του Μεσοπρόθεσμου, το οποίο ψηφίστηκε κατόπιν συμφωνίας με τους Ευρωπαίους.
Ποιος είναι ο σχεδιασμός, που κινείται στην κόψη του ξυραφιού; Ο Α. Τσίπρας το επόμενο Σάββατο θα εξαγγείλει μια δέσμη παροχών- ελαφρύνσεων, χωρίς να είναι συμπληρωμένα τα αντίστοιχα «κουτάκια» του Προϋπολογισμού. Εκτενέστερη συζήτηση σε τεχνοκρατικό επίπεδο θα γίνει από τις 10 Σεπτεμβρίου και μετά, όταν επιστρέψουν στην Αθήνα οι εκπρόσωποι των δανειστών, αλλά στο Προσχέδιο του Προϋπολογισμού, που θα κατατεθεί στη Βουλή την 1η Οκτωβρίου, τα «κουτάκια» θα παραμείνουν ανοικτά. Στόχος είναι να υπάρξει μια πρώτη αποτύπωση του δημοσιονομικού κόστους των παροχών στο Σχέδιο του Προϋπολογισμού, που θα αποστείλει η Αθήνα στην Κομισιόν στις 16 Οκτωβρίου, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, ενώ η πλήρης και λεπτομερής αποτύπωση θα γίνει στο τελικό Σχέδιο που θα κατατεθεί το Νοέμβριο προς ψήφιση στη Βουλή.
Απόρροια όλης αυτής της… δημιουργικής ασάφειας, είναι ότι ακόμα τώρα, στο υπουργείο Οικονομικών δεν έχουν καταλήξει στο πακέτο των ελαφρύνσεων, που μπορεί να εξαγγείλει με σχετική ασφάλεια ο Α. Τσίπρας στη Θεσσαλονίκη. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της μείωσης του πρώτου συντελεστή της φορολογικής κλίμακας, που επιθυμεί διακαώς το Μέγαρο Μαξίμου, αλλά είναι η πιο «βαριά» παροχή, αφού κοστίζει πάνω από 870 εκατ. ευρώ, εξαντλώντας έτσι τον εκτιμώμενο δημοσιονομικό χώρο. Με αυτό το δεδομένο, εξετάζεται το σενάριο να ισχύσει αυτή η μείωση το 2019 αλλά μόνο για τους ελεύθερους επαγγελματίες, που δεν έχουν αφορολόγητο, με την προοπτική της επέκτασης και σε μισθωτούς, συνταξιούχους, αγρότες το 2020, όπως προβλέπει ήδη η δέσμη των αντίμετρων. Αυτή η φορολογική ελάφρυνση για τους επαγγελματίες εξετάζεται να συνδυαστεί με μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για τους αυταπασχολούμενους με μεσαία εισοδήματα, αν και υπάρχει ισχυρός αντίλογος ότι δεν μπορούν να μείνουν εκτός «πακέτου» οι μισθωτοί.
Πολλαπλά είναι τα σενάρια και για τον ΕΝΦΙΑ. Εξετάζεται κατ’ αρχάς το ενδεχόμενο να έρθει πρόωρα η μείωση του φόρου κατά 30%, αλλά όχι οριζόντια, παρά μόνο για όσους επιβαρύνονται με φόρο ως 700 ευρώ. Το εναλλακτικό σενάριο είναι να «σπάσει» αυτή η μείωση σε δύο δόσεις π.χ. 10% το 2019 και 20% το 2020. Ο αστάθμητος παράγοντας, αυτό που προβληματίζει ή θα έπρεπε να προβληματίζει, είναι η νέα αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών μέσα στο 2019, που όπως όλα δείχνουν, θα φέρει τα πάνω- κάτω και στον ΕΝΦΙΑ.
Το μεγάλο στοίχημα είναι φυσικά οι συντάξεις. Στην κυβέρνηση εκφράζουν απόλυτη βεβαιότητα ότι δεν πρόκειται να κοπούν, ωστόσο όταν φτάνει η συζήτηση στο δια ταύτα, δηλαδή στο πώς θα ξεπεραστούν οι ενστάσεις του ΔΝΤ και η απροθυμία των Γερμανών, σαφής και κατηγορηματική απάντηση δεν υπάρχει. Η βασική γραμμή της κυβέρνησης, όπως αυτή θα εκφραστεί στις επικείμενες συζητήσεις με τους ξένους τεχνοκράτες, είναι ότι όλα τα στοιχεία δείχνουν πως και το 2019 θα υπάρξει σημαντική υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου, άρα και το μέτρο των συντάξεων είναι 100% αχρείαστο. Η απέναντι πλευρά έχει δύο βασικά επιχειρήματα: 1) ειδικά το Ταμείο δεν πείθεται για τη δημοσιονομική τροχιά 2) το μέτρο χαρακτηρίζεται ως κατά βάση διαρθρωτικό.
Συγκεκριμένα, το Ταμείο υποστηρίζει ότι η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς είναι κατ’ εξοχήν μέτρο δικαιοσύνης μεταξύ των γενεών, μεταξύ συνταξιούχων- εργαζομένων, ενώ το Βερολίνο το αντιμετωπίζει πιο θεσμικά, επιμένοντας ότι είναι παράλογο πριν καλά- καλά εξέλθει η Ελλάδα του Μνημονίου, να ζητά αντιστροφή μεταρρυθμίσεων. Ακόμα κι αν η ελληνική πλευρά κατορθώσει να ξεπεράσει αυτά τα εμπόδια, θα πρέπει να βρει πειστικές απαντήσεις στα «νούμερα» κι αυτό δεν είναι καθόλου βέβαιο. Το δημοσιονομικό όφελος από τη μείωση των συντάξεων έχει υπολογιστεί στα 2,88 δις, ενώ το κόστος των αντίμετρων που θα ακυρωθούν ανέρχεται σε 1,99 δις ευρώ, δημιουργώντας έτσι μια «τρύπα» περίπου 900 εκατ. ευρώ. Εάν, δε, διατηρηθεί το κονδύλι των 260 εκ. για τα οικογενειακά επιδόματα, τότε η «τρύπα» μεγαλώνει στα σχεδόν 1,3 δις, υπερκαλύπτοντας έτσι και το δημοσιονομικό χώρο των 700 εκατ. ευρώ. Οπότε;…
Πηγή: Από την εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ που κυκλοφορεί κάθε Σάββατο στα περίπτερα όλης της χώρας