H απατηλή λάμψη των δημοσίων εσόδων: γιατί τα νούμερα δεν είναι τόσο καλά όσο φαίνονται
Το success story των αριθμών κρύβει τη «φορολογική κόπωση» -Για βαράει καμπανάκια ο Γιάννης Στουρνάρας
Τι έπαθε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας και κάνει λόγο για «κόπωση των φορολογουμένων» όταν τα έσοδα από τον πρώτο κιόλας μήνα του χρόνου εμφανίζονται να κινούνται 860 εκατ. ευρώ πάνω από τον στόχο που είχε τεθεί; Κι όμως η ανάλυση των αριθμών δείχνει ότι υπάρχει λόγος για τον οποίο ανησυχεί ο κ. Στουρνάρας. Από τα 860 εκατ. ευρώ της υπέρβασης των εσόδων μόνο τα 235 εκατ. ευρώ προήλθαν από τα φορολογικά έσοδα ενώ από αυτά, η μερίδα του λέοντος έχει προέλθει από τους φόρους παρελθόντων ετών δηλάδη από πρόστιμα, ρυθμίσεις και κατασχέσεις. Αυτοί όμως είναι οι κωδικοί που κάποια στιγμή σταματούν να αποφέρουν έσοδα. Μετά τι γίνεται;
Tα καθαρά έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού ξεπέρασαν τον στόχο κατά 860 εκατ. ευρώ. Από αυτά, τα 498 εκατ. ευρώ αφορούσαν σε υπέρβαση στόχου του Προγράμματος Δημοσίων Εσόδων. Σε επίπεδο τακτικού προϋπολογισμού, η υπέρβαση στόχου ήταν της τάξεως των 361 εκατ. ευρώ. Eνα πολύ μεγάλο μέρος –περίπου 117 εκατ. ευρώ- προήλθε από τις «απολήψεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση» οι οποίες εντάσσονται στα μη φορολογικά έσοδα. Τα τελευταία αυξήθηκαν κατά 235 εκατ. ευρώ πάνω από τον στόχο ποσό επίσης σημαντικό. Μόνο που από τα 235 εκατ. ευρώ, τα 167 εκατ. ευρώ προήλθαν από την υπεραπόδοση στους άμεσους και έμμεσους φόρους «παρελθόντων οικονομικών ετών». Δηλαδή, πρόστιμα, δόσεις ρυθμίσεων και κατασχέσεις τραπεζικών λογαριασμών ή ποσών εις χείρα τρίτων. Αυτό ακριβώς υποστηρίζει και ο διοικητής της ΤτΕ: ότι οι «παραγωγικοί κωδικοί» του προϋπολογισμού δεν εμφανίζουν καμία ουσιαστική υπεραπόδοση κάτι που κινδυνεύει να το βρει μπροστά του το οικονομικό επιτελείο κατά τους επόμενους κρίσιμους μήνες εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού.
Υποτίθεται ότι σε μια οικονομία που βρίσκεται σε αναπτυξιακή τροχιά, οι κωδικοί των «παραγωγικών φόρων» όπως είναι ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων και οι φόροι κατανάλωσης με κυριότερο τον ΦΠΑ, εμφανίζουν ολοένα και μεγαλύτερη απόδοση. Κανονικά, η μείωση της ανεργίας πρέπει να οδηγεί από την πρώτη στιγμή σε αυξημένη είσπραξη λόγω της παρακράτησης του φόρου στην πηγή ενώ αντίστοιχη αύξηση πρέπει να αποτυπώνεται και στους φόρους κατανάλωσης καθώς τουλάχιστον το 70-80% του εισοδήματος διοχετεύεται αμέσως στην αγορά. Τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού ούτε το 2017 επιβεβαίωσαν αυτό τον βασικό κανόνα και ούτε τον επιβεβαιώνουν τον πρώτο μήνα του 2018. Καταρχήν ο ΦΠΑ αποδίδει και φέτος τα ίδια με πέρυσι και ενώ υποτίθεται ότι έχει μεσολαβήσει μια διεύρυνση του ΑΕΠ κατά τουλάχιστον 1,6%. Στα 1,447 δις. ευρώ ανήλθαν οι περυσινές εισπράξεις του ΦΠΑ, στα 1,451 δις. ευρώ έφτασαν και φέτος τον Ιανουάριο με το ποσό να είναι μάλιστα μικρότερο κατά 6 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου. Ειδικά στα πετρελαιοειδή, καταγράφηκε μείωση τόσο σε επίπεδο ΦΠΑ (εισπράχθηκαν 1,451 δις. ευρώ έναντι στόχου 1,457 δις. ευρώ) όσο και σε επίπεδοειδικών φόρων κατανάλωσης όπου η «τρύπα» ανήλθε στα 30 εκατ. ευρώ (συγκεντρώθηκαν 343 εκατ. ευρώ έναντι στόχου 373 εκατ. ευρώ).
Σε επίπεδο φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων καταγράφηκε μια μικρή υπέρβαση στόχουτης τάξεως των 16 και 14 εκατ. ευρώ αντίστοιχα. Βέβαια, οι πρώτοι μήνες του χρόνου δεν είναι ενδεικτικοί για τους συγκεκριμένους κωδικούς καθώς τα έσοδα προέρχονται κυρίως από την παρακράτηση φόρου. Πραγματική εικόνα θα υπάρχει μετά τον Ιούλιο ενώ ειδικά για φέτος, εκφράζονται φόβοι ότι ειδικά τα έσοδα από τους αυτοαπασχολούμενους θα είναι εξαιρετικά μειωμένα λόγω της απόκρυψης εισοδημάτων λόγω του εκρηκτικού κοκτέιλ που προκύπτει από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές.
Τι πάει καλά; Τα έσοδα από τους άμεσους και τους έμμεσους φόρους παρελθόντων ετών. Οι μεν αυξήθηκαν 71 εκατ. ευρώ πάνω από τον στόχο (394 εκατ. ευρώ έναντι 324 εκατ. ευρώ) και οι δε διαμορφώθηκαν στα 96 εκατ. ευρώ πάνω από τον στόχο (στα 326 εκατ. ευρώ έναντι στόχου 230 εκατ. ευρώ).
Φορολογική κόπωση
Ο διοικητής της ΤτΕ αναγνώρισε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του 2017 θα κινηθεί υψηλότερα ακόμη και από τον στόχο του 2,44% που αναγράφεται στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού του 2018. Ωστόσο, όπως αναφέρει, «η υπέρβαση του δημοσιονομικού στόχου για το 2017 προέρχεται κυρίως από την αύξηση των εσόδων παρελθόντων οικονομικών ετών (κατασχέσεις, πρόσθετοι φόροι από οικειοθελή αποκάλυψη εισοδημάτων, ρυθμίσεις οφειλών) που συνδέεται πρωτίστως με συγκυριακούς λόγους, αλλά και από τη μείωση των δημόσιων δαπανών. Αντίθετα, η αύξηση των εσόδων από άμεσους και έμμεσους φόρους είναι οριακή, παρά την αύξηση των φορολογικών συντελεστών και την επιβολή νέων φόρων». Αυτό, καταλήγει ο κ. Στουρνάρας,«επιβεβαιώνει την άποψη για φορολογική κόπωση των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας και υποδηλώνει την αναγκαιότητα αλλαγής του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής».