Η Ελλάδα σε αχαρτογράφητα νερά - Τι μας περιμένει το καλοκαίρι του 2018
Από την αισιοδοξία για το κλείσιμο της 3ης αξιολόγησης στη αγωνία για τη σκληρή διαπραγμάτευση του 2018
Ως «terra incognita» χαρακτηρίζουν υψηλόβαθμες ευρωπαϊκές πηγές τους επόμενους μήνες, καθώς παρά τα… κύματα αισιοδοξίας που κατακλύζουν- μάλλον τεχνηέντως- τους διαδρόμους των Βρυξελλών, οι βασικοί παίκτες φαίνεται ότι κινούνται στη λογική του «βλέποντας και κάνοντας».
«Δεν είμαστε, πλέον, ο ελέφαντας στο δωμάτιο» τονίζει στα «Π», ανώτατος τραπεζικός παράγοντας, θέλοντας έτσι να περιγράψει τη βελτίωση της θέσης της Ελλάδας στα ευρωπαϊκά όργανα και τη μεταστροφή του κλίματος. Ωστόσο ο ίδιος παράγοντας παραδέχεται πως όταν η συζήτηση φτάνει στο δια ταύτα, δηλαδή στο πώς ακριβώς η Ελλάδα θα κάνει το επόμενο βήμα, ουδείς απαντά με βεβαιότητα.
Η κατάσταση μοιάζει με την περίοδο στο τέλος του 2013- αρχές του 2014, όταν όλοι οι Ευρωπαίοι είχαν «οχυρωθεί» πίσω από την υποχρέωση της Ελλάδας να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα και απέφευγαν να πάρουν σαφή θέση για τη ρύθμιση του Χρέους, όπως είχαν δεσμευθεί σχετικά. Ο στόχος επιτεύχθηκε κατά ένα χρόνο νωρίτερα και οι Ευρωπαίοι «πάγωσαν», αφού δεν ήξεραν τι πρέπει να κάνουν, με αποτέλεσμα την επιβάρυνση του πολιτικού κλίματος στην Ελλάδα και τις πρόωρες εκλογές του 2015.
Πώς είναι η κατάσταση σήμερα; Μια από τα ίδια. Οι Ευρωπαίοι δεσμεύθηκαν πολλάκις για ελάφρυνση του Χρέους, αλλά επιμένουν στη… λεξούλα «αν χρειαστεί» (ifneeded), συνεχίζοντας το κρυφτούλι. Το πρόβλημα είναι ότι σε αντίθεση με τα προ 4ετίας δεδομένα, όπου το Βερολίνο καλώς ή κακώς καθόριζε τις εξελίξεις, σήμερα η Ευρωζώνη μοιάζει με ακυβέρνητο καράβι κι αυτό αυξάνει τις αβεβαιότητες για το ελληνικό ζήτημα. «Είναι πρόβλημα το πλήγμα στο προφίλ της Μέρκελ» εκτιμά ο ίδιος ανώτατος τραπεζικός παράγοντας, αναδεικνύοντας την έλλειψη προσανατολισμού που χαρακτηρίζει αυτήν τη στιγμή τα κέντρα αποφάσεων στην Ευρωζώνη.
Το καλό σενάριο, όπως το περιγράφουν ευρωπαϊκές πηγές, είναι ότι οι διαβουλεύσεις για το Χρέος και την «επόμενη ημέρα» θα αρχίσουν το Φεβρουάριο και θα έχουν καταλήξει σε συγκεκριμένες αποφάσεις ως τον Ιούνιο, οδηγώντας στην ομαλή μετάβαση της Ελλάδας στη μεταμνημονιακή περίοδο, η οποία φυσικά δεν θα είναι η «καθαρή» έξοδος που διατυμπανίζει η κυβέρνηση, αλλά μια περίοδος ασφυκτικής επιτήρησης, που θα συνοδεύεται από μια «ομπρέλα», προκειμένου να μη «γλιστρήσουμε» στις αγορές.
Από αυτό το μάλλον ελκυστικόstory, που θέλουν οι Ευρωπαίοι να πλασάρουν και στις αγορές, λείπουν βασικά κομμάτια, καθιστώντας το προβληματικό εν τη γενέσει του. Όπως επισημαίνουν στα «Π» αρμόδιες πηγές, για να ανοίξουν οι πόρτες των αγορών, οι αποφάσεις για το Χρέος πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο σαφείς κι αυτό επί του παρόντος δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα. Είναι ενδεικτικό ότι παρά τα εύσημα για το… μεταρρυθμιστικό οίστρο της κυβέρνησης και τις αιματηρές θυσίες των πολιτών στο βωμό της δημοσιονομικής προσαρμογής, άπαντες αποφεύγουν να δεσμευθούν για τη λήψη πρόσθετων μέτρων ελάφρυνσης του Χρέους, όπως η εξόφληση των ακριβών δανείων του ΔΝΤ ή νέες περίοδοι χάριτος για τις λήξεις ομολόγων. Αντιθέτως, παρατηρείται μια έντονη κλιμάκωση της… διαφήμισης των μέτρων που έχουν ληφθεί ως τώρα για το ελληνικό Χρέος, που υποτίθεται ότι καθιστούν απολύτως διαχειρίσιμη την εξυπηρέτηση του. Οι πιο υποψιασμένοι αντέδρασαν, μάλιστα, με επιφύλαξη στην επανεκτίμηση από τονESMτου μακρoπρόθεσμου οφέλους από την εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων (25% αντί 20% του ΑΕΠ), παρατηρώντας ότι τέτοιου είδους υπολογισμοί μπορούν να ανατραπούν ακόμα κι από μια οριακή αλλαγή του ΑΕΠ ή των πλεονασμάτων κι ως εκ τούτου αυτά τα μέτρα δεν είναι αρκετά για να πείσουν τις αγορές.
«Πιστεύει στα σοβαρά κανείς ότι μπορούμε να σταθούμε στις αγορές αν το ΔΝΤ συνεχίζει να χαρακτηρίζει το Χρέος “απολύτως μη βιώσιμο” (highlyunsustainable) και η ΕΚΤ αποφεύγει να βγάλει τη δική της έκθεση βιωσιμότητας για να μη φανερώσει τον προβληματισμό της;» αναρωτιέται ο ίδιος ανώτατος τραπεζικός παράγοντας, τονίζοντας ότι η τέταρτη και τελευταία αξιολόγηση του 3ουΧρηματοδοτικού Προγράμματος θα είναι κρίσιμη, αφού θα δείξει αν η Ελλάδα μπορεί να σταθεί στα πόδια της- έστω με δεκανίκια- ή θα παραμείνει σε τέλμα.