Φλερτ με την έκδοση 5ετούς ομολόγου
«Τώρα ή το Φθινόπωρο;» το κρίσιμο δίλημμα για την κυβέρνηση
Τα υπέρ και τα κατά μιας δοκιμαστικής έκδοσης τις πρώτες ημέρες του Ιουλίου, σταθμίζει το Μέγαρο Μαξίμου κι όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά πηγές με γνώση των διεργασιών, «η κυβέρνηση ανακαλύπτει το μαγικό κόσμο των αγορών».
Η τελική απόφαση, αν και θα βασιστεί σε τεχνικά στοιχεία και χαρακτηριστικά, θα ληφθεί με πολιτικά κριτήρια και δεν είναι μυστικό ότι στο πίσω μέρος του μυαλού του Ε. Τσακαλώτου και του Α. Τσίπρα είναι ότι η πρώτη έκδοση ομολόγου από τη σημερινή κυβέρνηση δεν θα πρέπει να είναι απλώς συγκρίσιμη με την αντίστοιχη πρώτη έκδοση της κυβέρνησης Σαμαρά τον Απρίλιο του 2014, αλλά να την ξεπερνά, έτσι ώστε να μπορεί να υποστηριχθεί και το αφήγημα της εξόδου από την εποπτεία των δανειστών, δηλαδή ένα νέο success story. Και κάπου εδώ αρχίζουν τα δύσκολα, καθώς όπως σημειώνουν στελέχη της αγοράς, κάθε επιλογή έχει αυξημένα ρίσκα.
Κατ’ αρχάς, αυτό που φαίνεται ότι κερδίζει έδαφος, ανεξαρτήτως του χρόνου έκδοσης, είναι ότι το ομόλογο δεν θα είναι ούτε 2ετές, ούτε 3ετές αλλά 5ετές, καθώς όπως λένε χαρακτηριστικά οι ίδιες πηγές, «αυτό θέλουν οι πελάτες». Ποιους «κοιτά» η Αθήνα; Μάλλον όχι μακροπρόθεσμους- «πραγματικούς» επενδυτές (real investors) αλλά κυρίως hedge funds, που δεν ψάχνουν μόνο το υψηλό επιτόκιο αλλά και τη διάρκεια, η οποία θα τους εξασφαλίσει υψηλά κέρδη. Πόσο ελκυστικά είναι στην παρούσα φάση τα ελληνικά ομόλογα; Σύμφωνα με αναλυτές, οι επενδυτές αυτήν την περίοδο αναζητούν assets που δεν είναι επηρεασμένα από το QE, εκτιμώντας ότι από το Σεπτέμβριο και μετά- οπότε αναμένονται ανακοινώσεις από την ΕΚΤ για σταδιακό περιορισμό του Προγράμματος Ποσοτικής Χαλάρωσης- τα κρατικά χαρτιά που έχουν την «ομπρέλα» του QE, θα υποστούν καθίζηση. Με αυτό το σκεπτικό, τα ελληνικά ή και τα κυπριακά ομόλογα φαντάζουν ελκυστικά. Ωστόσο, ειδικά όσον αφορά στην Ελλάδα υπεισέρχονται κι άλλοι παράγοντες, που μπορούν να μετατρέψουν μια βιαστική ή καθυστερημένη κίνηση σε πραγματικό Βατερλό.
Η πρώτη εισήγηση είναι ότι η Ελλάδα πρέπει να βγει άμεσα στις αγορές με δοκιμαστική έκδοση εντός του Ιουλίου, παρά το ότι υπάρχουν σοβαρές ενστάσεις ότι έχουμε ήδη καθυστερήσει στις προπαρασκευαστικές ενέργειες. Το βασικό επιχείρημα είναι ότι «πρέπει να καβαλήσουμε το κύμα», καθώς η αγορά εμφανίζεται μάλλον φιλική. Σε τεχνικούς όρους, μια τέτοια κίνηση εκτιμάται ότι θα διευκολύνει τις τράπεζες, οι οποίες πρέπει να βγουν όσο το δυνατόν νωρίτερα στις αγορές. Ποιο είναι το ρίσκο; Να χαρακτηριστεί η έκδοση ως βεβιασμένη, αν όχι βιαστική και να γίνει ζημιά. Ο μεγαλύτερος φόβος προέρχεται, όμως, από την επικείμενη Ανάλυση Βιωσιμότητας του ΔΝΤ, η οποία αν είναι επιθετική- όπως τρέμουν και στην κυβέρνηση- θα ακυρώσει στην πράξη και με θορυβώδη τρόπο ακόμα και μια επιτυχημένη έκδοση.
ΣΚΛΗΡΗ ΓΡΑΜΜΗ. Είναι βάσιμος ο φόβος να χαρακτηρίσει «απολύτως μη βιώσιμο» το ελληνικό Χρέος, το ΔΝΤ; Αν και η Κ. Λαγκάρντ χρησιμοποίησε μάλλον διπλωματική γλώσσα στο Eurogroup της 15ης Ιουνίου, οι τοποθετήσεις της Ν. Βελκουλέσκου στο συνέδριο του Economist ενίσχυσαν την άποψη ότι οι τεχνοκράτες του Ταμείου θα κινηθούν σε πολύ πιο σκληρή γραμμή. Πάγια άποψη του ΔΝΤ παραμένει ότι για να θεωρηθεί βιώσιμο το ελληνικό Χρέος δεν μπορεί να στηριχθεί σε πλεονάσματα άνω του 1,5% και σε ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 1%, κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το βασικό σενάριο του ESM για μέσο πλεόνασμα 2,2% και ρυθμούς ανάπτυξης 1,3%.
Η δεύτερη εισήγηση οδηγεί σε δοκιμαστική έκδοση το Φθινόπωρο, με βασικό επιχείρημα ότι έτσι η ελληνική πλευρά θα έχει περισσότερο χρόνο για να στηρίξει το αφήγημα της ανάκαμψης και της επιστροφής στην κανονικότητα, έχοντας επιπλέον καταγράψει τα προσδοκώμενα οφέλη από τον Τουρισμό και στο ΑΕΠ και στα κρατικά έσοδα. Το ρίσκο είναι ότι μια τέτοια λογική «σπρώχνει» την έκδοση προς το τέλος του έτους ή στις αρχές του επόμενου, αφού τα στοιχεία αυτά από την ΕΛΣΤΑΤ δεν θα έρθουν νωρίτερα κι αυτό εκτιμάται ότι θα προκαλέσει καθυστερήσεις. Βασικό αντεπιχείρημα είναι, επίσης, ότι ένα τέτοιο αφήγημα πάσχει ούτως ή άλλως, από τη στιγμή που τα ελληνικά ομόλογα παραμένουν στην κατηγορία «σκουπίδια» (junk).
Υπάρχουν, ωστόσο, δύο ακόμα παράγοντες που καθιστούν ακόμα πιο επίφοβη μια έκδοση από το Σεπτέμβριο και μετά. Κατ’ αρχάς, εκείνη την περίοδο ξεκινά η τρίτη αξιολόγηση, η οποία είναι «φορτωμένη» με τις αλλαγές στο Δημόσιο, την αποτίμηση των μεταρρυθμίσεων που έχουν ψηφιστεί και βέβαια τον Προϋπολογισμό του 2018. Η εμπειρία των τελευταίων ετών δείχνει ότι οι αξιολογήσεις δεν ολοκληρώνονται μέσα σε μια εβδομάδα κι ως εκ τούτου η συνήθης πολύμηνη- έστω δίμηνη ή τρίμηνη- διαπραγμάτευση καθιστά απαγορευτική μια έκδοση ομολόγου.
Και βέβαια υπάρχει πάντα το ζήτημα των γερμανικών εκλογών το τελευταίο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου, που εκτιμάται ότι θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά σε μια τέτοια ενέργεια της Ελλάδας. Σύμφωνα, μάλιστα, με ευρωπαϊκές πηγές, το ελληνικό ζήτημα εν γένει και ειδικά το φλέγον θέμα των μέτρων ελάφρυνσης του Χρέους- που σίγουρα πάνε για το τέλος του προγράμματος και όχι νωρίτερα- θα γίνει πολύ πιο δύσκολα διαχειρίσιμο για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, αν επιβεβαιωθεί και εκλογικά η συνεργασία του CDU με τους «σκληρούς» Φιλελεύθερους του FDP, που έχουν κρατήσει ως τώρα αρνητική στάση απέναντι στις ελληνικές θέσεις.
Από την εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ που κυκλοφορεί κάθε Σάββατο στα περίπτερα όλης της χώρας