Ο τσαμπουκάς των τροικανών στην οδό Νίκης
Όπως λένε χαρακτηριστικά στελέχη της Καραγιώργη Σερβίας και της Νίκης «έγινε τσαμπουκάς από τα στελέχη της Τρόικας», τόσο στις συναντήσεις με τον Γκ. Χαρδούβελη όσο και με τους Γ. Μαυραγάνη και Κ. Σαββαΐδου, με αποτέλεσμα η ελληνική πλευρά -αν και επέμεινε στις θέσεις της- να μην καταφέρει να περάσει ούτε ένα από τα θέματα που είχε προετοιμάσει, ούτε καν αυτό της βελτίωσης των όρων των ρυθμίσεων οφειλών, το οποίο χαρακτηρίζεται καίριας σημασίας όχι μόνο για τη ροή των εσόδων αλλά και για ομαλοποίηση της λειτουργίας της αγοράς.
Αν και από το υπουργείο Οικονομικών δήλωναν -μάλλον αιφνιδιάζοντας το Μέγαρο Μαξίμου- μετά την πρώτη συνάντηση του Γκίκα Χαρδούβελη με τους επικεφαλής της Τρόικας, ότι δεν ετέθη ποτέ από την ελληνική πλευρά θέμα φοροελαφρύνσεων στο άμεσο μέλλον, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός εμφανίζεται να επιμένει στη γραμμή της σταδιακής άρσης των φορολογικών βαρών από την επόμενη κιόλας χρονιά. Η διαφορά -και αυτό είναι οφθαλμοφανές ότι προέκυψε μετά τις επαφές με τους εκπροσώπους των δανειστών- είναι ότι η σημαία των φοροελαφρύνσεων κινδυνεύει να υποσταλεί πριν καλά - καλά σηκωθεί, εάν στην κρίσιμη αξιολόγηση του Σεπτεμβρίου η ελληνική πλευρά δεν καταφέρει να παρουσιάσει ένα αξιόπιστο και κυρίως κοστολογημένο σχέδιο ισοδύναμων μέτρων/ δράσεων έναντι των όποιων αλλαγών στην άμεση ή έμμεση φορολογία.
ΤΟ ΠΑΖΑΡΙ. Μένοντας πιστοί στην πάγια τακτική της απόρριψης των αιτημάτων που σχετίζονται με αλλαγές σε δημοσιονομικά μέτρα που ισχύουν και αποδίδουν σταθερά έσοδα, οι κ. Τόμσεν, Κοστέλο και Μαζούχ από τη στιγμή που πάτησαν το πόδι τους στην Αθήνα φρόντισαν να καταστήσουν σαφές ότι οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι εξακολουθούν να μην αισθάνονται πολύ άνετα με τη στρατηγική των διαρροών και των επίσημων δηλώσεων κυβερνητικών αξιωματούχων περί φοροελαφρύνσεων, παρά τις διαβεβαιώσεις της Αθήνας ότι δεν αμφισβητούνται οι δημοσιονομικοί στόχοι. Το μήνυμα που έλαβε ουσιαστικά πρώτος ο νέος υπουργός Οικονομικών και στα δύο EUROGROUP που συμμετείχε, είναι ότι η βελτίωση της ζωής των πολιτών δεν περνάει από το μονοπάτι της όποιας χαλάρωσης αλλά από το μονόδρομο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα ενισχύσουν την πραγματική οικονομία και της ανακατανομής των φορολογικών βαρών μέσω της αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής, ζητήματα στα οποία η Τρόικα σε υψηλό επίπεδο θεωρεί ότι η Ελλάδα κρίνεται μετεξεταστέα.
Από την πλευρά της η Αθήνα θεωρεί ότι η στάση της Τρόικας -ειδικά των Ευρωπαίων- σχετίζεται (και) με το ότι εξαντλούνται τα μέσα πίεσης, κάτι που παραδέχονται άλλωστε και επισήμως αξιωματούχοι σε Βρυξέλλες και Βερολίνο. Με αυτό ακριβώς το σκεπτικό, τόσο στο Μέγαρο Μαξίμου όσο και στο υπουργείο Οικονομικών εξακολουθούν να προετοιμάζουν -αν και με ομολογουμένως μεγαλύτερη προσοχή και σε πιο χαμηλούς τόνους- τον φάκελο της διαπραγμάτευσης του Σεπτεμβρίου. Μιλώντας με κυβερνητικά στελέχη αντιλαμβάνεται κανείς ότι για πολιτικούς (επικοινωνιακούς) λόγους, στην κορυφή της λίστας παραμένει η έκτακτη εισφορά στα εισοδήματα, που τυπικά εκπνέει στο τέλος του έτους. Αν και στο επικαιροποιημένο κείμενο του Μνημονίου η κυβέρνηση εμφανίζεται να δεσμεύεται για την παράταση μέτρων που λήγουν -δηλαδή την έκτακτη εισφορά- προκειμένου να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι, στόχος παραμένει αν όχι η κατάργησή της (θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο ακόμα κι από τους πλέον αισιόδοξους στη διαπραγματευτική ομάδα της κυβέρνησης), τουλάχιστον η μείωση των συντελεστών ή οι αλλαγές στα κλιμάκια. Το βασικό -και αξεπέραστο σύμφωνα με την Τρόικα- εμπόδιο δεν είναι άλλο από το ότι θα πρέπει να βρεθούν ισοδύναμα μέτρα 600 εκατ. - 1,2 δισ. ευρώ, αναλόγως της συμφωνίας που θα επιτευχθεί με τους εκπροσώπους των δανειστών.
ΦΠΑ – ΕΦΚ. Απεναντίας σχεδόν σίγουροι εμφανίζονται παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών για τη μονιμοποίηση του χαμηλού ΦΠΑ στην εστίαση, καθώς τα νεώτερα στοιχεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού επιβεβαιώνουν την εκτίμηση ότι η αύξηση της κατανάλωσης -βοηθούντος και του Τουρισμού- καλύπτει την απώλεια εσόδων από τη μείωση του συντελεστή. Αισιόδοξοι αν και συγκρατημένοι εμφανίζονται στο υπουργείο Οικονομικών για τον ΕΦΚ στο πετρέλαιο θέρμανσης, καθώς μπορεί το μέτρο να απέτυχε παταγωδώς, ωστόσο το θέμα χαρακτηρίζεται ως εξαιρετικά σύνθετο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι συντελεστές δεν πρόκειται να επανέλθουν στα προ εξίσωσης επίπεδα, αλλά εκτιμάται ότι είναι δυνατή μια «γενναία» μείωση του φόρου στο πετρέλαιο θέρμανσης, η οποία θα συνοδευθεί από μέτρα άμεσης εφαρμογής, που σχεδιάζουν ήδη στο υπουργείο Οικονομικών και στο υπουργείο Ανάπτυξης, για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου καυσίμων, ειδικά στο πετρέλαιο ναυτιλίας που εξακολουθεί να διατίθεται ατελώς.
Στρατηγικής σημασίας χαρακτηρίζεται από το Μέγαρο Μαξίμου η μείωση των συντελεστών στη φορολογία φυσικών και νομικών προσώπων και επισημαίνουν ότι ήδη έγινε το πρώτο βήμα με την πρόβλεψη σχετικής ρήτρας στο επικαιροποιημένο Μνημόνιο, η οποία θα ενεργοποιηθεί εφόσον καταγραφεί μεγαλύτερο πλεόνασμα εσόδων.
«Κλειδί» ο εισπρακτικός μηχανισμός
Αυτό που προκύπτει από τις επαφές των τελευταίων ημερών με τα κλιμάκια της Τρόικας, είναι ότι για να μην «κολλήσει» ο φορολογικός σχεδιασμός της κυβέρνησης, δεν αρκούν πλέον οι γενικόλογες διακηρύξεις και τα σχέδια δράσης για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και τη βελτίωση στην είσπραξη των φόρων. Η σκληρή πραγματικότητα, που καλείται να αντιμετωπίσει κυρίως η νέα Γ.Γ. Δημοσίων Εσόδων, είναι ότι οι φοροεισπρακτικοί / φοροελεγκτικοί μηχανισμοί που τελούν υπό τις οδηγίες της και που παραμένουν υπό αναδιάρθρωση και υποστελεχωμένοι, θα πρέπει εντός του τριμήνου Ιουλίου - Σεπτεμβρίου να φέρουν εις πέρας μια διπλή αποστολή. Από τη μια, θα πρέπει να ανεβάσουν κατακόρυφα τις επιδόσεις τους στο κυνήγι της αποκαλούμενης μεγάλης φοροδιαφυγής (λίστες, off shore), να καλύψουν όπως - όπως τις «τρύπες» στον προληπτικό έλεγχο (αποδείξεις) και να αντλήσουν τα μέγιστα από τους μεγαλοοφειλέτες. Από την άλλη, θα πρέπει να επιβεβαιώσουν τα επιχειρήματα της κυβέρνησης ότι ο νέος φόρος ακινήτων μπορεί να αποδώσει τα προσδοκώμενα έσοδα παρά το ότι άλλαξε ο τρόπος είσπραξής του, φέρνοντας περίπου 1,3 δισ. ευρώ στα κρατικά ταμεία μέσα σε αυτό το κρίσιμο τρίμηνο. Ήδη πολλοί στις Βρυξέλλες στοιχηματίζουν εναντίον τους.