Γραφείο Προϋπολογισμού: Έσοδα 2,5 δισ. ευρώ από πάταξη της φοροδιαφυγής το 2025
«Κλείνει» το επενδυτικό κενό
Ακόμα υψηλότερα ανεβάζει τις εκτιμήσεις για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2024 το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, προβλέποντας ότι θα υπερβεί το 2,5% του ΑΕΠ που προβλέπει ο κρατικός προϋπολογισμός, αναμένοντας να φτάσει ενδεχομένως και έως 2,8%, λόγω της εξαιρετικής πορείας των δημοσίων εσόδων.
Η εξέλιξη αυτή εδράζεται στο ότι τα έσοδα από τη φοροδιαφυγή αναμένεται φέτος να ξεπεράσουν τα 1,8 δισ. ευρώ, που ήταν η εκτίμηση στον προϋπολογισμό το 2024, φτάνοντας στα 1,9 δισ. ή και στα 2 δισ. ευρώ.
Για το 2025, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Γραφείου Προϋπολογισμού στη Βουλή, τα επιπλέον έσοδα από φοροδιαφυγή ενδέχεται να φτάσουν τα 2,5 δισ. ευρώ, αν οι συνθήκες παραμείνουν ευνοϊκές. Σε αυτή την περίπτωση, το Γραφείο Προϋπολογισμού στη Βουλή εκτιμά ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να επικεντρωθεί στη μείωση των άμεσων φόρων, ώστε να δοθεί κίνητρο στους εργαζόμενους να αναζητήσουν περισσότερες και καλύτερες θέσεις απασχόλησης. Επόμενο βήμα θα μπορούσε να είναι η μείωση των έμμεσων φόρων, εφόσον όμως η φοροδιαφυγή περιοριστεί σημαντικά και έχει ενισχυθεί ο ανταγωνισμός των επιχειρήσεων στην αγορά.
«Κλείνει» το επενδυτικό κενό
Σύμφωνα με την έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού για το τρίτο τρίμηνο του 2024, η ελληνική οικονομία συνεχίζει να καταγράφει θετική πορεία, με την αύξηση του ΑΕΠ να είναι υπερδιπλάσια από αυτή της Ευρωζώνης, παρά τις διεθνείς πολιτικές και οικονομικές αβεβαιότητες. Η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης (2,1%) και των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (3,3% συνολικά) συνέβαλαν στην ανάπτυξη, ενώ αυξήθηκαν και οι καταθέσεις των νοικοκυριών και επιχειρήσεων κατά 47,1% από το 2019 έως τον Οκτώβριο του 2024. Η αύξηση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου ήταν μικρή (0,3%), ενώ αρνητική ήταν η συνεισφορά της δημόσιας κατανάλωσης (-1,4%) και των εισαγωγών (αύξηση 4,2%).
Το μακροοικονομικό σενάριο προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,2% το 2024 και 2,3% το 2025, με τον πληθωρισμό (εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή) να αναμένεται στο 2,8% το 2024 και 2,1% το 2025. Οι εκτιμήσεις αυτές είναι ρεαλιστικές, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού, και υπογραμμίζεται ότι αναλόγως των συνθηκών, ο τελικός ρυθμός μεγέθυνσης της οικονομίας το 2025 θα κυμανθεί μεταξύ 2,2% έως και 2,5%.
Παρά την πρόοδο, το επενδυτικό κενό παραμένει σχετικά υψηλό (5,4% το 2023), αλλά έχει μειωθεί σημαντικά σε σχέση με το 2019 (10,7%). Ο στόχος είναι ο περιορισμός του και η σύγκλιση του λόγου επενδύσεων προς το ΑΕΠ με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. «Κλειδί» για να συμβεί αυτό είναι η μείωση της αβεβαιότητας στην πολιτική και οικονομική σταθερότητα.
Για να μειωθεί το επενδυτικό κενό και να ενισχυθεί η οικονομία, το Γραφείο Προϋπολογισμού προτείνει:
- Ενίσχυση της οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας.
- Συνέχιση της φορολογικής συμμόρφωσης και βελτίωση της διαχείρισης της φορολογικής παραβατικότητας, με τα επιπλέον έσοδα να κατευθύνονται σε κοινωνικό μέρισμα.
- Περιορισμός των δημοσιονομικών δαπανών, με στόχο τη χρηματοδότηση υψηλής προστιθέμενης αξίας δημόσιων επενδύσεων και την ενίσχυση της παραγωγικότητας.
- Διαχείριση των δημόσιων δαπανών μέσω εργαλείων επιδόσεων, με στόχο τη βελτίωση της αποδοτικότητας του δημόσιου τομέα.
Σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού η περαιτέρω ενίσχυση των επενδύσεων, η οικονομική πολιτική και οι μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων αναμένεται να προσδώσουν θετική δυναμική στην ελληνική οικονομία τα επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με την έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής:
– Η ελληνική οικονομία συνεχίζει και κατά το τρίτο τρίμηνο του 2024 την σταθερή πορεία βελτίωσης των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών μεγεθών της – Υπερδιπλάσια η αύξηση του ΑΕΠ το τρίτο τρίμηνο του 2024 σε σύγκριση με το σύνολο της Ευρωζώνης παρά την ‘βέβαιη αβεβαιότητα’ που πηγάζει από διεθνείς εστίες πολιτικής, οικονομικής, εμπορικής και γεωπολιτικής ρευστότητας.
– Σε ένα πλαίσιο ‘βέβαιης αβεβαιότητας’, η οποία χαρακτηρίζεται από διεθνείς εστίες πολιτικής, οικονομικής, εμπορικής, και γεωπολιτικής ρευστότητας, η Ελληνική οικονομία συνεχίζει και κατά το τρίτο τρίμηνο του 2024 την σταθερή πορεία βελτίωσης των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών μεγεθών. Οι θεμελιώδεις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελληνικής οικονομίας είναι από τις καλύτερες στην Ευρωζώνη, με τον πληθωρισμό, αν και σε καθοδική πορεία, να εξακολουθεί να είναι ανθεκτικός, ιδιαίτερα στον τομέα των υπηρεσιών. Η δυναμική αυτή και η σταθερότητα που εκπέμπει η Ελληνική οικονομία, εκτός από την επιβράβευση με την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, οδήγησε και στην πρόσφατη αναβάθμιση, την πρώτη εντός της επενδυτικής βαθμίδας, του αξιόχρεου της χώρας από τον οίκο Scope Ratings. Κριτήρια για αυτή την αναβάθμιση αποτέλεσαν η πτωτική πορεία του δημοσίου χρέους, η βελτιούμενη κατάσταση του τραπεζικού συστήματος, και η ισχυρή ανάπτυξη. Ο επόμενος μεγάλος στόχος είναι η περαιτέρω ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας μέσω της συνέργειας των επενδύσεων και της παραγωγικότητας σε εξαγωγικούς τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας με θετικό αντίκτυπο και στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
– Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) παρουσίασε αύξηση 2,4% το τρίτο τρίμηνο του 2024 σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο του 2023 (προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ), ενώ το αντίστοιχο μέγεθος στην Ευρωζώνη είναι 0,9%. Σε αυτή την επίδοση συνετέλεσαν η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης (2,1%) που εξακολουθεί να παρουσιάζει ανθεκτικότητα και η αύξηση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (3,3% συνολικά, 5,1% για υπηρεσίες και 1,2% για αγαθά). Είναι αξιοσημείωτη η αύξηση των καταθέσεων των νοικοκυριών και επιχειρήσεων με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι οποίες αυξήθηκαν από 132.9 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2019 (αρχή της περιόδου για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία) σε 195.5 εκατ. ευρώ τον Οκτώβριο 2024 (τελευταίος μήνας διαθεσιμότητας στοιχείων), μία αύξηση 47,1%. Οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 0,3%. Αρνητική ήταν η συμβολή της δημόσιας κατανάλωσης (-1,4%) και των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (αύξηση 4,2% συνολικά).
– Τα μακροοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη του Σχεδίου Προϋπολογισμού 2025, που εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία στη Βουλή, βρίσκονται σε πλήρη εναρμόνιση με τις εκτιμήσεις του δεσμευτικού Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού – Διαρθρωτικού Σχεδίου 2025-2028 (ΜΔΣ) το οποίο έλαβε και την έγκριση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το μακροοικονομικό σενάριο προβλέπει μεγέθυνση του ΑΕΠ 2,2% για το 2024 και 2,3% για το 2025, ενώ ο πληθωρισμός (εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή) αναμένεται να διαμορφωθεί σε 2,8% το 2024 και 2,1% το 2025. Οι εκτιμήσεις και παραδοχές της Έκθεσης του Προϋπολογισμού βάσει των οποίων διαμορφώνεται τόσο η εκτίμηση για ανάπτυξη 2,3% για το 2025 όσο και ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος για 2,4% του ΑΕΠ για το ίδιο έτος είναι ρεαλιστικές. Η εκτίμηση του Γραφείου για τον ρυθμό μεγέθυνσης της Ελληνικής οικονομίας για το 2025 εμπεριέχεται σε ένα εύρος πρόβλεψης που διαμορφώνεται μεταξύ 2,2% και 2,5%. Θετικές προοπτικές αλλά και κίνδυνοι ενδέχεται να επηρεάσουν τον ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας συμπαρασύροντας και το δημοσιονομικό αποτέλεσμα για το 2025.