Όλο και μικρότερες συντάξεις
Την τελευταία περίοδο έχουν την τιμητική τους στο δημόσιο διάλογο τα αναδρομικά των συντάξεων. Προφανώς είναι ένα θέμα που ενδιαφέρει εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους.
Προφανώς και είναι σημαντική ακόμη και μια μικρή αύξηση στο εισόδημα ενός συνταξιούχου. Όλα αυτά που αφορούν στην καταβολή των αναδρομικών θα έχουν ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου, σύμφωνα και με τις τελευταίες ανακοινώσεις του Υπουργείου Εργασίας.
Είναι όμως χρήσιμο να δούμε την επόμενη ημέρα και πως διαμορφώνεται η κατάσταση σε σχέση με τις συντάξεις.
Το κεντρικό θέμα λοιπόν είναι να δούμε το επίπεδο των συντάξεων τα επόμενα χρόνια. Να αναδείξουμε, με βάση το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, τα νέα προβλήματα και τις επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο των ατόμων της τρίτης ηλικίας. Σε αυτό το πεδίο ας καταγράψουμε μερικές από τις παραμέτρους που διαμορφώνουν το νέο τοπίο.
Σύμφωνα με το βασικό ασφαλιστικό νόμο 4387/2016 , τον επονομαζόμενο νόμο Κατρούγκαλου, οι νέες συντάξεις δηλαδή για αιτήσεις που έχουν υποβληθεί ή θα υποβληθούν από 13/5/2016 και μετά , είναι κατά μέσο όρο μικρότερες από εκείνες των παλαιών συνταξιούχων κατά 20% . Για ορισμένες ομάδες ασφαλισμένων, όπως για τους ελεύθερους επαγγελματίες , επιτηδευματίες , άτομα με αναπηρία κ.λ.π., η διαφορά φθάνει το 42%.
Με τις διατάξεις του νόμου 4670/2020 του επονομαζόμενου νόμου Βρούτση , επήλθε μια μικρή βελτίωση για όσους έχουν άνω των 30 ετών ασφάλισης. Βελτίωση με την οποία διατηρείται σε μεγάλο βαθμό το χάσμα μεταξύ νέων και παλιών συνταξιούχων , σε βάρος βεβαίως των νέων.
Ένα δεύτερο στοιχείο το οποίο θα πρέπει να συνυπολογίσουμε είναι η αύξηση των συντάξεων μετά την 1/1/2023 , όπως προβλέπεται από το νόμο 4387/2016.
Σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις από 1/1/2023 οι αυξήσεις των συντάξεων θα προσδιορίζονται με βάση την μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή και τη μεταβολή του Α.Ε.Π. Αυτό σημαίνει ότι αν για παράδειγμα το 2022 έχουμε αύξηση του Δ.Τ.Κ. κατά 2%και του Α.Ε.Π. κατά 3% , η αύξηση των συντάξεων για το 2023 θα πρέπει να είναι το ½ του ανωτέρω αθροίσματος , ήτοι 2,5%.
Ωστόσο , από τους 2.580.000 περίπου συνταξιούχους οι 1.650.000 δεν θα δουν αυξήσεις, αφού οι ονομαστικές αυξήσεις θα συμψηφιστούν με τις προσωπικές διαφορές που έχουν προκύψει μετά τον επανυπολογισμό των συντάξεων. Πολλοί μάλιστα από αυτούς θα πάρουν αύξηση μετά από 7 μέχρι 10 χρόνια , ανάλογα και με το επίπεδο αυξήσεων τα επόμενα χρόνια.
Σε όλα αυτά θα πρέπει να προσθέσουμε και την επίπτωση που έχει στο εισόδημα των συνταξιούχων η κατάργηση του ΕΚΑΣ σταδιακά από το 2016. Το ΕΚΑΣ που θεσμοθετήθηκε το 1996, μέχρι το 2016 συνεισέφερε στο εισόδημα 400.000 περίπου χαμησυνταξιούχων ένα ποσό το οποίο κατά μέσο όρο σε μηνιαία βάση ήταν 205 ευρώ. Σήμερα δεν υπάρχει αυτό το βοήθημα . Έτσι λοιπόν υπάρχουν πλέον εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχοι που καλούνται να ζήσουν με εισόδημα χαμηλότερο των 400 ευρώ.
Το συμπέρασμα είναι ότι εάν δεν υπάρξουν διορθωτικές κινήσεις , εάν δεν υπάρξει μια βελτίωση της κατάστασης τα επόμενα χρόνια , όχι μόνο δεν θα υπάρξει βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των συνταξιούχων , αλλά σταδιακά και σταθερά θα διευρύνεται η ανέχεια και η φτώχεια όχι μόνο στα άτομα της τρίτης ηλικίας αλλά και στα άτομα με αναπηρία.
Ο Γιώργος Κουτρουμάνης είναι ειδικός σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης. Διετέλεσε επί σειρά ετών πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στα Ασφαλιστικά Ταμεία. Το 2009, εξελέγη βουλευτής ενώ υπηρέτησε ως υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατά την κρίσιμη περίοδο 2009-2012.
Δείτε όλα τα άρθρα του Γιώργου Κουτρουμάνη στο fpress.gr ΕΔΩ