Είναι επιτρεπτή η απασχόληση δημοσίου υπαλλήλου κατά την άδεια άνευ αποδοχών;
Η λήψη άδειας άνευ αποδοχών από δημοσίους υπαλλήλους, προκειμένου να απασχοληθούν εκτός δημοσίου τομέα για ένα χρονικό διάστημα χωρίς να απολέσουν την οργανική τους θέση, αποτελεί πλέον συχνό φαινόμενο, λόγω της γενικότερης οικονομικής δυσπραγίας που επικρατεί.
Στο άρθρο 51 παρ.1 του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα (Ν.3528/2007) προβλέπεται ότι η χορήγηση στον υπάλληλο, μετά από αίτηση του, άδειας χωρίς αποδοχές επιτρέπεται, εφόσον οι ανάγκες της υπηρεσίας το επιτρέπουν. Η χρονική διάρκεια της άδειας αυτής δε μπορεί να υπερβεί τον ένα (1) μήνα εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους. Εντούτοις, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, είναι υποχρεωτική κι όχι προαιρετική, η χορήγηση της ανωτέρω αδείας στο φυσικό, θετό και ανάδοχο γονέα όταν πρόκειται για νοσηλεία ανήλικου τέκνου λόγω ασθένειας ή ατυχήματος που καθιστά αναγκαία την άμεση παρουσία του.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την παρ.2 του ίδιου άρθρου (όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 37 παρ.4 του Ν.3986/2011), για σοβαρούς ιδιωτικούς λόγους, επιτρέπεται η χορήγηση άδειας χωρίς αποδοχές συνολικής διάρκειας έως πέντε (5) ετών στους υπαλλήλους, ύστερα από αίτηση τους και γνώμη του υπηρεσιακού συμβουλίου.
Γίνεται κατανοητό πως η άδεια άνευ αποδοχών χορηγείται για πραγματικά σοβαρούς ιδιωτικούς λόγους. Η χορήγησή της δηλαδή, εκτός της περίπτωσης που υποχρεωτικά χορηγείται στο γονέα το τέκνο του οποίου νοσηλεύεται, εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της υπηρεσίας, η οποία θα σταθμίσει τις υπηρεσιακές της ανάγκες με τη σοβαρότητα των λόγων που προβάλλει ο εκάστοτε υπάλληλος στην αίτησή του για τη λήψη της αδείας (π.χ. λόγοι υγείας) προκειμένου να αποφασίσει αν θα τη χορηγήσει ή όχι.
Επιπλέον, όπως προβλέπεται στο νόμο, κατά τη διάρκεια της άδειας άνευ αποδοχών, αποκλείεται η δυνατότητα απασχόλησης του υπαλλήλου. Ειδικότερα, στο άρθρο 37 παρ. 6 του Ν.3986.2011 ορίζεται ότι οι περιορισμοί που προβλέπονται στα άρθρα 31 και 32 του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα, σχετικά με την άσκηση ιδιωτικού έργου χωρίς τη λήψη της απαραίτητης άδειας και τη συμμετοχή σε εταιρίες εν ενεργεία δημόσιου υπάλληλου, καθώς και το ασυμβίβαστο της δικηγορικής ιδιότητας που προβλέπεται στο άρθρο 34 του ίδιου νόμου, έχουν εφαρμογή και στους υπαλλήλους που κάνουν χρήση των διατάξεων της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, ήτοι σε αυτούς που έχουν λάβει άδεια άνευ αποδοχών.
*Ο Γιάννης Καρούζος είναι δικηγόρος-εργατολόγος. Είναι απόφοιτος της Νομικής Σχολής Αθηνών και Μεταπτυχιακός Διπλωματούχος της Σχολής Εργατικού και Συνδικαλιστικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Τεργέστης στην Ιταλία, με ειδίκευση στο Εργατικό Δίκαιο, Εργασιακές Σχέσεις, Ευρωπαϊκό Εργατικό Δίκαιο, Δίκαιο Κοινωνικής Ασφάλισης. Έχει πολύχρονη εμπειρία και πείρα συμβουλεύοντας δεκάδες Σωματεία Εργαζομένων και Επιχειρήσεις σε εργασιακά θέματα. Διατέλεσε Σύμβουλος σε τρία Υπουργεία της Ελληνικής Δημοκρατίας και υπήρξε επί έτη ενεργό μέλος του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας. Είναι μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Εργατικού Δικαίου και Κοινωνικής Ασφάλισης. Είναι Μεσολαβήτης, Μέλος του Σώματος Μεσολαβητών του Οργανισμού Μεσολάβησης Διαιτησίας (ΟΜΕΔ). Υπήρξε επίσης σύμβουλος στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή της Ελλάδος (Ο.Κ.Ε). Δημοσιεύει άρθρα και μελέτες σε νομικά περιοδικά εργατικού δικαίου και εργασιακών σχέσεων και σε εφημερίδες.
Περισσότερα στην ιστοσελίδα https://dikigorosergatologos.gr