Eurobank: Σε κρίσιμο σταυροδρόμι η υλοποίηση του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας
Πού και γιατί εντοπίζονται μεγάλες καθυστερήσεις.
Έχοντας διανύσει επιτυχώς τη μισή διαδρομή του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η Ελλάδα στέκεται σ’ ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, σύμφωνα με την ανάλυση 7 Ημέρες Οικονομία της Eurobank. Όπως σημειώνει η τράπεζα, το σχέδιο Ελλάδα 2.0 έχει μέχρι στιγμής προχωρήσει με ικανοποιητικούς ρυθμούς.
Η πορεία του όμως στο εξής αναμένεται να είναι αρκετά πιο απαιτητική, για δύο λόγους:
Πρώτον, το νέο ΕΣΑΑ που υπέβαλε η Ελλάδα τον Ιούλιο του 2023 και εγκρίθηκε στην τελική του μορφή –μετά από νέες μικρές τροποποιήσεις– τον Ιούλιο του 2024, ήταν αρκετά πιο οπισθοβαρές από το αρχικό, τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά –όπως εξάλλου και τα αναθεωρημένα ΕΣΑΑ των περισσότερων χωρών.
Σύμφωνα με το ΕΕΣ, το 95% των επενδύσεων και πάνω από το 60% των μεταρρυθμίσεων του σχεδίου «Ελλάδα 2.0» είναι προγραμματισμένες να ολοκληρωθούν κατά το δεύτερο μισό της προγραμματικής περιόδου, δηλαδή κατά την τριετία 2024–2026. Επιπρόσθετα, οι επενδύσεις και οι μεταρρυθμίσεις αυτές δεν είναι μόνο περισσότερες αριθμητικά, αλλά είναι και οι πιο σημαντικές για τη μελλοντική πορεία της οικονομίας και παράλληλα οι πιο απαιτητικές. Κατά την πρώτη τριετία, τα περισσότερα ορόσημα αφορούσαν την ψήφιση νόμων, την εκπόνηση σχεδίων και μελετών και την προκήρυξη διαγωνισμών˙ κατά τη δεύτερη τριετία, αφορούν την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, την ολοκλήρωση των έργων, ενώ υπεισέρχεται και η επίτευξη ποσοτικά μετρήσιμων στόχων.
Δεύτερον, όπως εξηγεί η Eurobank, αυτό που θα καθορίσει τη συμβολή του Ταμείου Ανάκαμψης στην οικονομική ανάπτυξη είναι η ουσιαστική υλοποίηση των επενδύσεων και η απρόσκοπτη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων τα οποία δεν αντικατοπτρίζονται απαραίτητα στις επιδόσεις αναφορικά με την εκταμίευση των πόρων ή την επίτευξη των αντίστοιχων οροσήμων.
Επιπλέον, μπορεί να υποβόσκουν καθυστερήσεις, εμπόδια, αστοχίες ή άλλα προβλήματα τα οποία δεν έχουν αποτυπωθεί ακόμα στους προαναφερθέντες «σκληρούς δείκτες». Ενδεικτικά, σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της Τραπέζης της Ελλάδος, λιγότερο από το ¼ των πόρων που είχε λάβει η Ελλάδα ως δάνεια από το ΤΑΑ μέχρι τον Απρίλιο του 2024 είχαν φτάσει στους τελικούς αποδέκτες τους (ιδιωτικές επιχειρήσεις), μεταξύ άλλων, λόγω γραφειοκρατίας. Για τις επιχορηγήσεις το ποσοστό αυτό ήταν σημαντικά μεγαλύτερο, στο 45% του ποσού που έχει ληφθεί από το ΤΑΑ. Ένα επιπλέον 31% είχε μεταφερθεί στις περιφέρειες, τους δήμους και άλλες αρχές και οργανισμούς υλοποίησης, χωρίς όμως να υπάρχουν δημόσια διαθέσιμα στοιχεία για την πορεία των επιμέρους χρηματοδοτούμενων έργων.
Κατόπιν τούτων, η Eurobank τονίζει ότι η Ελλάδα, σε αντίθεση με τις ισχυρές οικονομίες της Ευρώπης οι οποίες σε καθαρή βάση συνεισφέρουν παρά επωφελούνται άμεσα από το Ταμείο Ανάκαμψης, διαθέτει ήδη τους πόρους για να μειώσει την απόσταση που τη χωρίζει από τους εταίρους της στην ΕΕ27, δίνοντας έμφαση στην έγκαιρη υλοποίηση των επενδύσεων και την πλήρη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που θα ενισχύσουν την καινοτομία, την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της.
Καθώς υπό τις παρούσες συνθήκες και δεδομένων των πολιτικών και οικονομικών ισορροπιών στην ΕΕ27 φαντάζει –¬εκτός απροόπτου– εξαιρετικά δύσκολο να ανανεωθεί το ΤΑΑ ή να δημιουργηθεί ένα νέο αντίστοιχής φύσης Ταμείο μετά τη λήξη του, η ευκαιρία που έχει παρουσιαστεί είναι μοναδική, τονίζεται. «Η σωστή αξιοποίησή της θα είναι καθοριστική για την πορεία της οικονομίας και της χώρας μακροπρόθεσμα», σημειώνει η ανάλυση της Eurobank.