Το παραμύθι της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής
Ουσιαστικά έχουμε ένα σκηνικό όπου είναι σαφές ότι το κράτος δεν συλλαμβάνει τη φοροδιαφυγή και ταυτόχρονα μετέρχεται διάφορων τρικ προκειμένου να εισπράξει φόρους επί δικαίων και αδίκων. Κλασσικό παράδειγμα άλλωστε η φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών από το πρώτο Ευρώ. Μια κίνηση που δεν έχει λογική πλην της ομολογίας ότι αφού δεν μπορούμε να πιάσουμε αυτούς που κλέβουν φορολογούμε τους πάντες.
Στο μέτωπο των κεφαλαίων που βγήκαν στο εξωτερικό το ίδιο το Υπουργείο ομολογεί ότι δεν έχει κάνει απολύτως τίποτα για λόγους ... τεχνικούς.
Έτσι για μια ακόμα φορά έρχεται η Πολιτεία και επιβάλει φόρους αδιακρίτως στην ακίνητη περιουσία οι οποίοι είναι άσχετοι με το αν η περιουσία αυτή σου αποφέρει εισόδημα και συνολικά να έχει δυσβάστακτη φορολογία τουλάχιστον σε επίπεδο νομοθετημάτων. Γιατί οι φόροι συνολικά για τους συνεπείς είναι τεράστιοι και ουσιαστικά ωθούνται άπαντες προς τη φοροδιαφυγή προκειμένου να επιβιώσουν. Ας πάρουμε όμως ένα παράδειγμα. Έστω ότι έχουμε δύο γειτονικές ταβέρνες με τρεις υπαλλήλους. Ο ένας ιδιοκτήτης ασφαλίζει και πληρώνει κανονικά το προσωπικό του και κόβει απόδειξη σε κάθε πελάτη. Ο άλλος κόβει στους μισούς πελάτες απόδειξη ή και καθόλου και έχει ανασφάλιστο προσωπικό. Ο πρώτος πληρώνει ΦΠΑ και πάσης φύσεως φόρους και εισφορές στα ασφαλιστικά ταμεία ενώ ο δεύτερος τα μισά αν όχι όλα τα βάζει στην τσέπη του. Μάλιστα προκειμένου να τσακίσει τον υγιή πουλά και φθηνότερα αφού έχει περιθώριο να το κάνει. Το ερώτημα που τίθεται είναι πόσο χρόνο θέλει ο συνεπής επαγγελματίας να γίνει κλέφτης ή να χρεοκοπήσει και να κλείσει το κατάστημά του. Η απάντηση είναι φυσικά ελάχιστο.
Δυστυχώς το παράδειγμα είναι καθημερινότητα στην Ελλάδα και δείχνει την απόλυτη οικονομική στρέβλωση που ζούμε. Σημειωτέον ότι ο φοροκλέφτης που έχει και το απόθεμα μπορεί να λαδώσει τους ελεγκτές σε περίπτωση που πιαστεί ενώ ο συνεπής επαγγελματίας μπορεί να γίνει θύμα εκβιασμού των ελεγκτών.
Και μπορεί να γίνεται θύμα όσο υπάρχουν τερατουργήματα όπως ο Κώδικας Απεικόνισης Συναλλαγών όπως λέγεται πλέον ο ΚΒΣ όπου χαλαρά μπορούν οι ελεγκτές να στοιχειοθετήσουν παραβάσεις τυπικές που δεν υπάρχουν.
Τα παραπάνω φυσικά δεν μπορούν να περιγράψουν την έκταση του τέρατος που λέγεται φορολογική νομοθεσία. Αποτελούν όμως μικρές αναφορές φορολογικής παράνοιας ενός κράτους που υποτίθεται ότι εκσυγχρονίζεται.
Και το υποτίθεται θα παραμένει όσοι οι κανόνες δεν γίνονται απλοί αλλά δημιουργούνται νέα νομοθετήματα τέρατα με πολλά παράθυρα για λίγους και εκλεκτούς και μηδενική αποτελεσματικότητα. Θα παραμένει όσο ψηφίζονται νόμοι που θέλουν σωρεία Υπουργικών αποφάσεων και Εγκυκλίων για να εφαρμοστούν. Θα παραμένει όσο συνεχίζουν να πλουτίζουν κάποιοι εφοριακοί βγάζοντας βιβλία με ερμηνείες επί ερμηνειών για την υφιστάμενη φορολογική νομοθεσία και τα δικαστήρια στα οποία πηγαίνουν υποθέσεις δεν ξέρουν τι να αποφασίσουν. Δυστυχώς το συμπέρασμα είναι ένα. Κανένας δεν έχει τη βούληση να πιάσει πραγματικά τη φοροδιαφυγή.