Το φυσικό αέριο δείχνει τον δρόμο: Η 10η διαδοχική αύξηση επιτοκίων είναι εδώ
Στο 4% μετά από ακόμη μία αύξηση του βασικού επιτοκίου της φαίνεται να οδεύει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Αυτό προεξωφλείται- ως πιθανότερο ενδεχόμενο- από τους 7 στους 10 αναλυτές, σύμφωνα με το Bloomberg ποσοστό που αυξήθηκε και με αφορμή το "άλμα" στις τιμές του φυσικού αερίου την προηγούμενη εβδομάδα.
Μία προειδοποίηση και μόνο των Αυστραλών για το ενδεχόμενο απεργιακών κινητοποιήσεων στον κλάδο της ενέργειας ήταν αρκετή για να εκτινάξει τις τιμές στα ύψη, να επαναφέρει σενάρια και ανησυχίες κυρίως στην Ευρώπη, με συνέπεια την αναδίπλωση της Φρανκφούρτης. Από το (προσωρινή) παύση ή νέα αύξηση στα επιτόκια, σύμφωνα με την επικεφαλής της ΕΚΤ οι εξελίξεις κλίνουν προς ακόμη μία επιβάρυνση του κόστους χρήματος με επιπλέον 25 μ.β.
Ιστορικός κύκλος αύξησης-τόσο σε διάρκεια χρόνου όσο σε ύψος/κόστος- με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει σε μία περίοδο που η Ευρώπη είναι-σχεδόν- απόλυτα εξαρτημένη από το LNG, με τις επιχειρήσεις -την πραγματική οικονομία- να πληρώνουν 4 και 5 φορές ακριβότερα το φυσικό αέριο απ΄ότι στις ΗΠΑ. Δεδομένου ότι η Αυστραλία είναι παραγωγός του 10% του LNG παγκοσμίως γίνεται εύκολα κατανοητό το "άλμα" στις τιμές του φ/α. Παράλληλα με τις εκτιμήσεις αναλυτών για τιμές πετρελαίου στα 90 plus $ (WTI, Brent).
Παρ' όλα αυτά, που "πληρώνει" ήδη η ευρωπαϊκή επιχειρηματικότητα- συν την αντιπληθωριστική πολιτική/Inflation Reduction Act, της κυβέρνησης Μπάϊντεν- η πραγματική οικονομία-με διακριτό πλέον και το κοινωνικό "αποτύπωμα"- στην Φρανκφούρτη επιμένουν στην ίδια μονοδιάστατη πολιτική της νομισματικής/ποσοτικής σύσφιξης.
Τα αποτελέσματα έρχονται καθώς οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες εξετάζουν τη στρατηγική τους. Η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε ότι στη συνεδρίαση της ΕΚΤ στις 13-14 Σεπτεμβρίου θα εξεταστεί η 10η συνεχόμενη αύξηση ή μια παύση. Από την τελευταία φορά που συνεδρίασε η κεντρική τράπεζα, έρευνα της ΕΚΤ έχει δείξει ότι ο υποκείμενος πληθωρισμός - μια μέτρηση που παρακολουθούσαν προσεκτικά - πιθανότατα έχει κορυφωθεί. Επιπλέον, μια ξεχωριστή δημοσκόπηση σε καταναλωτές αποκάλυψε ότι οι προσδοκίες για αύξηση των τιμών στις 20 χώρες της ευρωζώνης μειώθηκαν περαιτέρω, αν και παραμένουν πάνω από τον στόχο του 2%. Οι αγορές χρήματος επί του παρόντος τιμολογούν πιθανότητα 70% για αύξηση της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης τον επόμενο μήνα. Εκτός από τον πληθωρισμό, οι προειδοποιήσεις για οικονομική αδυναμία γίνονται όλο και πιο δυνατές.
Το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής Φ. Πανέττα προέτρεψε αυτόν τον μήνα να επιδειχτεί σύνεση «στη βαθμονόμηση της νομισματικής μας πολιτικής, εάν θέλουμε να επιτύχουμε τον στόχο μας για τον πληθωρισμό χωρίς να βλάψουμε άσκοπα την οικονομική δραστηριότητα». Στις 14 Σεπτεμβρίου η συνεδρίαση της ΕΚΤ, μία εβδομάδα μετά της Fed. Και στην περίπτωση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ είναι τα ανησυχητικά μηνύματα. Οι οικονομολόγοι της Goldman Sachs αναμένουν ότι η Fed θα αρχίσει να μειώνει τα επιτόκιά της το δεύτερο τρίμηνο του 2024 και συγκεκριμένα έως τα τέλη του επόμενου Ιουνίου. Μάλιστα, εκτιμά πως η Fed θα προχωρήσει στις εν λόγω μειώσεις με σταδιακό, τριμηνιαίο ρυθμό από τον Ιούνιο και στο εξής. Παράλληλα, υπολογίζει πως η FOMC θα «παραλείψει» μια επιτοκιακή άνοδο τον επόμενο μήνα και στη συνεδρίαση του Νοεμβρίου θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η τάση του πληθωρισμού «επιβραδύνθηκε αρκετά ώστε να καταστήσει περιττή μια νέα αύξηση».«Προβλέπουμε περικοπές 25 μονάδων βάσης ανά τρίμηνο, αλλά είμαστε αβέβαιοι για τον ρυθμό» έσπευσαν να διευκρινίσουν οι έμπειροι οικονομολόγοι σύμφωνα με το Bloomberg. Την περασμένη εβδομάδα, ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ αυξήθηκε με ρυθμό χαμηλότερο από το αναμενόμενο στο 3,2%, με τον δομικό να «τρέχει» στο 4,7% ετησίως.
Το επιπλέον ανησυχητικό έρχεται από την πρόσφατη κίνηση της Moody's να υποβαθμίσει 10 περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ προειδοποιώντας για το ενδεχόμενο/κίνδυνο υποβάθμισης και 6 συστημικών. Υποβάθμιση από τον μεγαλύτερο "παίκτη" στην αγορά χρέους, και μόλις μία εβδομάδα από την υποβάθμιση της ίδιας της οικονομίας των ΗΠΑ από την Fitch. Moody's και Fitch "ελέγχουν" το 80% plus της συγκεκριμένης αγοράς (επενδύσιμων κεφαλαίων).