Η JP Morgan «αδειάζει» τις ευρωπαϊκές μετοχές - Σύσταση underweight - Που στρέφει το ενδιαφέρον της
Κλείνει τις overweight θέσεις της στις ευρωπαϊκές μετοχές, έναντι των αμερικανικών, η JP Morgan, επιλέγοντας να κατοχυρώσει τα κέρδη των τελευταίων επτά μηνών.
Ο δείκτης MSCI European Economic and Monetary Union Index εμφανίζει κέρδη σχεδόν 28% σε τοπικό νόμισμα από τα χαμηλά που είχε σημειώσει στα τέλη του Σεπτεμβρίου, σχεδόν διπλάσια σε σχέση με τις αποδόσεις του S&P 500 κατά την ίδια περίοδο. Σε δολαριακή βάση, οι αποδόσεις του ευρωπαϊκού δείκτη φτάνουν στο 45%, καθώς λαμβάνουν ώθηση από την άνοδο του ευρώ έναντι του δολαρίου.
Η Ευρώπη ωφελήθηκε από το άνοιγμα της οικονομίας της Κίνας και από το γεγονός ότι η ενεργειακή κρίση δεν αποδείχθηκε τόσο σοβαρή όσο αναμενόταν. Η JP Morgan πιστεύει ότι η θετική επίδραση στην οικονομία από αυτούς τους παράγοντες αρχίζει να «σβήνει», με τις οικονομικές εκπλήξεις στην Ευρώπη να γίνονται πλέον αρνητικές.
Πάντως, η JP Morgan εξακολουθεί να θεωρεί ότι οι ευρωπαϊκές μετοχές είναι φθηνές. Και την ίδια στιγμή, δεν στρέφεται στις αμερικανικές μετοχές, αφού διατηρεί underweight θέσεις και σε αυτές.
Ο οίκος προτιμά το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιαπωνία και κομμάτια των ανεπτυγμένων αγορών, όπως είναι το χρηματιστήριο της Ελβετίας.
Η JP Morgan προτιμάει τους κλάδους των βασικών διαρκών καταναλωτικών αγαθών, την κοινή ωφέλεια και την υγειονομική περίθαλψη το δεύτερο εξάμηνο, λόγω των χαμηλότερων αποδόσεων των ομολόγων και της ανατροπής των δεικτών PMI. «Είμαστε με θέσεις underweight στις μετοχές αξίας (value), σε αντίθεση με πέρυσι που ήμασταν overweight σε αυτή την κατηγορία», συνεχίζει η τράπεζα.
Η JP Morgan εκτιμά ότι οι μετοχές ανάπτυξης (growth) θα υπεραποδώσουν έναντι των μετοχών αξίας (value) φέτος και είναι πιο θετική για τις μετοχές της τεχνολογίας από τον περασμένο Οκτώβριο, αλλά δεν περίμενε ότι ο κλάδος της τεχνολογίας θα διατηρούσε τόσο ισχυρές επιδόσεις όσο έχει κάνει το τελευταίο έτος. «Οι αποτιμήσεις έχουν αυξηθεί και πιθανότατα τώρα η αποτίμηση να υπερεκτιμά τη μείωση των αποδόσεων των ομολόγων που προβλέπουμε», καταλήγει η τράπεζα.