Το Μνημόνιο έφυγε, τα capital controls έμειναν
Πολύ αργή η επιστροφή των καταθέσεων- Καλό καλοκαίρι του 2019 η πληρης άρση των κεφαλαιακών ελέγχων - Πιθανή περαιτέρω χαλάρωση ενόψει ΔΕΘ
«Στο δεύτερο εξάμηνο του 2019 και βλέπουμε», απαντούν ευρωπαϊκές πηγές στο κρίσιμο ερώτημα πότε θα αρθούν πλήρως οι κεφαλαιακοί έλεγχοι, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει μια τριετία και πάνε ολοταχώς για τετραετία, συνοδεύοντας έτσι όλη την κυβερνητική θητεία. Πιθανή από την άλλη πλευρά, είναι μόνο μια ακόμη μικρή "απελευθέρωση" (η οποία με βάση τις πληροφορίες θα αφορά στα εμβάσματα στο εξωτερικό αλλά και στη διευκόλυνση των επιχειρήσεων) προκειμένου να υπάρξει και μια "θετική" αναφορά στο θέμα από τον πρωθυπουργό στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης
Στην πραγματικότητα η διατήρηση- έστω χαλαρότερων- των capital controls σκιάζει την οικονομία, αφού όσο κι αν προσπαθούν κάποιοι να το υποβαθμίσουν, το γεγονός είναι ότι οι κεφαλαιακοί έλεγχοι παντός είδους αποτελούν στρέβλωση, πόσο μάλλον για μια οικονομία που πασχίζει να σταθεί στα πόδια της. Πολλοί είναι εκείνοι, που επικαλούνται την περίπτωση της Κύπρου, προκειμένου να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις. Όντως και η Κύπρος όταν βγήκε από το δικό της Μνημόνιο, βρισκόταν σε καθεστώς capital controls, αλλά κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή και ουδείς μπορεί να αγνοεί το γεγονός ότι από τη μια οι Κύπριοι είναι οι μοναδικοί - επί του παρόντος - που έχουν υποστεί «κούρεμα» καταθέσεων άρα πιο επίφοβοι, ενώ από την άλλη η Ελλάδα έζησε μια απίστευτη κρίση αξιοπιστίας από τους εταίρους της και τις αγορές, που δεν έχει ξεπεραστεί ακόμα.
Τα βήματα πάνω στον οδικό χάρτη για την πλήρη άρση των κεφαλαιακών ελέγχων γίνονται όλο και πιο αργά, καθώς επί της ουσίας απομένει το μεγάλο άλμα: η πλήρης άρση των περιορισμών για εξαγωγές κεφαλαίων στο εξωτερικό. Η εκτίμηση είναι ότι όσο οι αγορές κλυδωνίζονται από κρίσεις όπως η τουρκική, οι ελληνικές Αρχές θα «τρενάρουν» την πλήρη άρση των capital controls, προς αποφυγήν δυσάρεστων εκπλήξεων.
Ποιες είναι οι αναγκαίες συνθήκες για να πέσουν τίτλοι τέλους στα capital controls, όπως τις έχουν ορίσει η Τράπεζα της Ελλάδας σε ανοικτή γραμμή με την ΕΚΤ και κατόπιν συνεννόησης με το υπουργείο Οικονομικών;
- Ισχυρή εμπιστοσύνη στον τραπεζικό τομέα, όπως αντανακλάται στην ανοδική τάση των καταθέσεων και στην πρόσβαση των τραπεζών στις αγορές για μακροχρόνια χρηματοδότηση
- Συνεχιζόμενη μείωση των δεικτών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών και βελτίωση άλλων δεικτών λειτουργικής αναδιάρθρωσης με βάση τους συμφωνηθέντες στόχους
- Μόνιμη βελτίωση των οικονομικών αποτελεσμάτων και της ανταγωνιστικότητας των τραπεζών
- Επαρκής πρόσβαση του Ελληνικού Δημοσίου στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές ή, εναλλακτικά, καλές επιδόσεις σε θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη, όπως:
- σταθερή βελτίωση των μακροοικονομικών συνθηκών (π.χ. εδραίωση θετικών εξελίξεων σε διάφορους τομείς της οικονομίας) και άλλων δεικτών οικονομικού κλίματος που καταδεικνύουν ισχυρή εμπιστοσύνη στις προοπτικές της εγχώριας οικονομίας
- συνεχιζόμενη πρόοδος στην αποκατάσταση της βιωσιμότητας του χρέους
- σθεναρή δέσμευση των αρμοδίων αρχών για τη διασφάλιση της γενικότερης οικονομικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, όπως διαπιστώνεται από την ομαλή πορεία της οικονομικής προσαρμογής
- πρόσβαση των τραπεζών στις αγορές για άντληση μακροχρόνιας χρηματοδότησης, σύμφωνα με τις επικρατούσες συνθήκες στην αγορά.
Ποιες από τις παραπάνω προϋποθέσεις συντρέχουν έχοντας βγει η Ελλάδα από το χρηματοδοτικό πρόγραμμα και οι ελληνικές τράπεζες από την «ομπρέλα» του waiver; Σχεδόν καμία.
Κατ’ αρχάς, οι καταθέσεις απέχουν έτη φωτός όχι από τα προ κρίσης επίπεδα αλλά ακόμα κι από τα επίπεδα του Σεπτεμβρίου του 2014, πριν αρχίσουν δηλαδή οι κλυδωνισμοί από τις πρόωρες εκλογές στις αρχές του 2015. Τότε, οι καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών ανέρχονταν σε 164,748 δισ ευρώ, ενώ στο τέλος του φετινού Ιουνίου υπολείπονταν κατά περίπου 500 χιλιάδες των 130 δισ ευρώ, κάτι που σημαίνει πρακτικά ότι σε αυτά τα τριάμιση χρόνια που μεσολάβησαν «χάθηκαν» με τον έναν ή τον άλλο τρόπο περίπου 35 δισ ευρώ από τις ελληνικές τράπεζες. Η εικόνα δεν αλλάζει ούτε με τις «ενέσεις» των περίπου 2 δισ ευρώ, που μπήκαν κατ’ εκτίμηση στο τραπεζικό σύστημα το δίμηνο Ιουλίου- Αυγούστου λόγω τουρισμού. Ποιο είναι το συμπέρασμα, αν συνυπολογίσει κανείς την αναμφίβολα θετική εξέλιξη της συρρίκνωσης από την εξάρτηση του ELA; Ότι η τραπεζική πίστη αποκαθίσταται αλλά με πολύ αργούς ρυθμούς και σκιάζεται από το έλλειμμα εμπιστοσύνης των αγορών συνολικά προς την Ελλάδα, όπως αυτό αποτυπώνεται στις υψηλές τιμές των ελληνικών ομολόγων.
Η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος αφορά στο «ξεφόρτωμα» των προβληματικών δανείων. Οι δείκτες βελτιώνονται, ωστόσο οι εποπτικές Αρχές καλούν τις τράπεζες σε πιο δραστικά μέτρα και αυτές με τη σειρά τους «σκοντάφτουν» στην αδυναμία επιχειρήσεων και κλάδων ολόκληρων, να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, με αποτέλεσμα ακόμα και οι θετικές αναλύσεις ξένων επενδυτών ή οίκων αξιολόγησης, να αναδεικνύουν την ταχύτητα μείωσης των «κόκκινων» δανείων ως Αχίλλειο πτέρνα της επιστροφής της Ελλάδας σε ασφαλή ύδατα.
Πηγή: Από την εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ που κυκλοφορεί κάθε Σάββατο στα περίπτερα όλης της χώρας