ΕΚΤ: Οι κακές αποτιμήσεις των τραπεζών της ευρωζώνης επιβραδύνουν την πιστωτική ανάπτυξη
Η ΕΚΤ εκτιμά ότι η έκθεση των τραπεζών στον αυξανόμενο εταιρικό πιστωτικό κίνδυνο και η αντίληψη των μετοχών ως αξίας παίζουν μεγάλο ρόλο στις αποτιμήσεις
Οι χαμηλές αποτιμήσεις για τις μετοχές των τραπεζών της ευρωζώνης φαίνεται να αντανακλούν ανησυχίες για τον πιστωτικό κίνδυνο και τις πληρωμές των μετόχων, που πιθανότατα επηρεάζουν τη μελλοντική πιστωτική ανάπτυξη μέσω αυστηρότερων όρων για τους δανειολήπτες, ανακοίνωσε τη Δευτέρα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Τα τραπεζικά κέρδη αυξήθηκαν φέτος, εν μέρει λόγω των υψηλότερων επιτοκίων της ΕΚΤ που επέτρεψαν στους δανειστές να αυξήσουν τα καθαρά τους έσοδα από τόκους, αλλά οι αποτιμήσεις στο χρηματιστήριο έχουν μείνει πίσω και πολλές τράπεζες φαίνεται να διαπραγματεύονται με έκπτωση σε σχέση με τα θεμελιώδη μεγέθη.
«Μακροπρόθεσμα, αυτό μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, καθώς οι τράπεζες που αποτιμώνται από τους επενδυτές με έκπτωση θα βρουν πιθανότατα πιο δύσκολη την άντληση νέων μετοχών όταν χρειαστεί», ανέφερε η ΕΚΤ σε άρθρο της Financial Stability Review.
«Οι αδύναμες αποτιμήσεις μεταφράζονται άμεσα σε αυστηρότερους όρους και προϋποθέσεις για τη χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας», πρόσθεσε.
Η ΕΚΤ υποστήριξε ότι η έκθεση των τραπεζών στον αυξανόμενο εταιρικό πιστωτικό κίνδυνο και η αντίληψη των μετοχών ως αξίας παίζουν μεγάλο ρόλο στις στάσιμες αποτιμήσεις.
Ωστόσο, τα θεμελιώδη στοιχεία δεν λαμβάνουν πλήρως υπόψη την τρέχουσα αποτίμηση και η αυξημένη αβεβαιότητα σχετικά με τις μελλοντικές πληρωμές των μετόχων μπορεί επίσης να παίζει ρόλο, πρόσθεσε η ΕΚΤ.
Ορισμένες κυβερνήσεις της ευρωζώνης εφαρμόζουν τώρα φόρους στις τράπεζες και ακόμη και η ΕΚΤ συζητά την αύξηση των υποχρεωτικών αποθεματικών χωρίς αμοιβή, γεγονός που θα μείωνε τα κέρδη.
«Ο κίνδυνος να φορολογηθεί η ροή εισοδήματος από μερίσματα επηρεάζει πιο έντονα τις αποτιμήσεις σε σχέση με τις μετοχές ανάπτυξης, οι οποίες επανεπενδύουν τις ταμειακές ροές εσωτερικά και αναμένεται να τις επιστρέψουν στους επενδυτές στο πιο μακρινό μέλλον», πρόσθεσε η ΕΚΤ.