Φωκίων Καραβίας (Eurobank): Ήρθε η ώρα της ανταμοιβής των μετόχων
Επόμενος στόχος το μέρισμα 25% επί των κερδών του 2023
«Μετά από τόσο διάστημα που ζητούσαμε, από εσάς τους μετόχους μας, στήριξη και πίστωση χρόνου. Μετά από χρόνια συστηματικής προσπάθειας. Μετά από τόσες στενωπούς και υποτροπές, σήμερα μπορώ να ξεκινήσω με μία δήλωση: Ότι έχει έρθει η ώρα της ανταμοιβής των μετόχων».
Αυτό τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, Φωκίων Καραβίας, στο πλαίσιο της τακτικής γενικής συνέλευσης της τράπεζας, στην ατζέντα της οποίας βρίσκεται, μεταξύ άλλων, το ζήτημα της επαναγοράς του 1,4% που κατέχει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ). Συναλλαγή που, όπως υπογράμμισε ο κ. Καραβίας, αποτελεί μία έμμεση ανταμοιβή μετόχων, καθώς μέσω αυτής αυξάνονται τα κέρδη ανά μετοχή. «Και δεν είναι τυχαίο ότι λάβαμε τη σχετική έγκριση του SSM, η πρώτη τέτοια που δίνεται σε ελληνική τράπεζα μετά την πολυετή οικονομική κρίση. Και θα είμαστε η πρώτη ελληνική τράπεζα χωρίς κρατική συμμετοχή», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με τον CEO της Eurobank, η κατάλληλη ανταμοιβή των μετόχων βρίσκεται πλέον στο κέντρο του επιχειρηματικού της σχεδιασμού, ενώ προτεραιότητα αποτελεί η σταθερά υψηλή απόδοση επί των ιδίων κεφαλαίων. «Στο πλαίσιο αυτό, αναβαθμίσαμε το στόχο για το 2023 πρώτα σε 13% και τώρα τουλάχιστον σε 14%», επισήμανε. Αξίζει να αναφερθεί πως πέραν της πρότασης εξαγοράς του ποσοστού από το Ταμείο, η τράπεζα έχει ανακοινώσει την πρόθεση για διανομή σε μέρισμα ένα ποσοστό 25% της κερδοφορίας του 2023, κατόπιν της απαραίτητης εποπτικής έγκρισης, μετά από μία μακρά περίοδο (σ.σ. η τράπεζα δεν έχει δώσει μέρισμα από το 2008)».
Όσον αφορά στις οικονομικές επιδόσεις της Eurobank, ο κ. Καραβίας σημείωσε πως η τράπεζα υπερέβη όλους τους επιχειρηματικούς στόχους που είχαν τεθεί για το 2022. «Οι επιδόσεις ξεπέρασαν τις προσδοκίες σε όρους κερδοφορίας, κεφαλαιακής επάρκειας, ποιότητας ενεργητικού, ενώ βελτιώθηκε περαιτέρω και η ρευστότητα του Ομίλου. Τα κέρδη του 2022 ενίσχυσαν οργανικά την κεφαλαιακή μας βάση και ο δείκτης εποπτικών κεφαλαίων βελτιώθηκε κατά περίπου 300 μονάδες βάσης, στο 19%. Συγχρόνως, η ενσώματη εσωτερική αξία ανά μετοχή αυξήθηκε κατά 20%, στο 1.70 ευρώ», εξήγησε.
Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων έκλεισε πέρυσι στο 5,2%, με την τράπεζα να δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη διατήρηση της ποιότητας του ενεργητικού, καθώς οι πληθωριστικές πιέσεις και τα υψηλότερα επιτόκια μειώνουν το διαθέσιμο εισόδημα, ενώ αποσύρονται τα μέτρα στήριξης της οικονομίας που είχαν ληφθεί τα τελευταία χρόνια. «Πάντως, μέχρι σήμερα, οι επιπτώσεις στο χαρτοφυλάκιό μας είναι περιορισμένες και επιτρέπουν την εκτίμηση ότι θα παραμείνουν απολύτως διαχειρίσιμες», ανέφερε ο κ. Καραβίας, για να προσθέσει: «Στην προσπάθεια αυτή συμβάλει και η απόφαση, με έντονο κοινωνικό πρόσημο, να κλειδώσουμε τα κυμαινόμενα επιτόκια των στεγαστικών μας δανείων στο επίπεδο του Μαρτίου 2023».
Τέλος, αναφορικά με την πιστωτική επέκταση, ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας τόνισε πως αυτή ξεπέρασε πέρυσι κάθε προηγούμενο σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Πιο αναλυτικά, η αύξηση των ενήμερων χορηγήσεων κατά 3,3 δισ. ευρώ προήλθε κατά βάση από την επέκταση του χαρτοφυλακίου δανείων προς επιχειρήσεις κάθε μεγέθους – μεγάλες, μεσαίες και μικρές, ενώ η Eurobank αποτελεί τη μία από τις δύο τράπεζες που έχει ήδη εκταμιεύσει την 4η δόση του Ταμείου Ανάκαμψης. «Είμαστε παρόντες παντού, όπου δραστηριοποιούνται οι Έλληνες επιχειρηματίες. Στις χώρες εκτός Ελλάδος που έχουμε παρουσία, αλλά και με χορηγήσεις πάνω από τρία δισ. δολάρια διατηρούμε μία από τις πρώτες θέσεις στον κόσμο στη χρηματοδότηση της ελληνόκτητης ναυτιλίας. Στηρίζουμε τις επιχειρήσεις, όπως στηρίζουμε και τα νοικοκυριά που, επίσης, ανακάμπτουν μετά την κρίση και την πανδημία», κατέληξε ο κ. Καραβίας.
Ζανιάς: «Ο τραπεζικός τομέας επέδειξε αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα»
Στην αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα που επέδειξε το 2022 ο τραπεζικός τομέας εστίασε από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Eurobank, Γιώργος Ζανιάς
Ειδικότερα:
Οι τράπεζες ενίσχυσαν την κερδοφορία τους, με τα κέρδη μετά από φόρους να ανέρχονται σε 3,6 δισ. ευρώ, ενώ, παράλληλα, εξυγίαναν τους ισολογισμούς τους, με τις τέσσερις συστημικές τράπεζες να βρίσκονται σε μονοψήφιο μποσοστό «κόκκινων» δανείων. «Η Eurobank ήταν η πρώτη τράπεζα που πέτυχε μονοψήφιο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων, διατηρώντας, παράλληλα, τα επίπεδα κάλυψης των εν λόγω δανείων σε πολύ υψηλά επίπεδα», σχολίασε χαρακτηριστικά.
Η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών παραμένει ισχυρή, με τα ίδια κεφάλια μτου ελληνικού τραπεζικού συστήματος να αυξάνονται κατά 2,9 δισ. ευρώ, ενώ η επιτευχθείσα κερδοφορία λειτουργεί πλέον ως μόνιμη πηγή ενίσχυσης των εποπτικών τους κεφαλαίων. Έτσι, ο Δείκτης Κεφαλαίου CET1 σε ενοποιημένη βάση αυξήθηκε σε 14,5% το Δεκέμβριο του 2022 από 13,6% το Δεκέμβριο του 2021 και ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαίου σε 17,5% από 16,2% αντίστοιχα.
Σε αυτά τα επίπεδα κεφαλαιακής επάρκειας κινούνται και οι περισσότερες ευρωπαϊκές τράπεζες. Το τραπεζικό σύστημα έχει, επίσης, άφθονη ρευστότητα, με τις καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα το 2022 να αυξάνονται κατά 8,7 δισ. ευρώ σε σχέση με το τέλος του 2021, ενώ ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις τον Απρίλιο του 2023 ήταν στο 60,9%. Ο Δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας (Liquidity Coverage Ratio –LCR) ανήλθε σε 197,3%, σχεδόν διπλάσιος από την υποχρεωτική εποπτική Απαίτηση, η οποία ορίζεται στο 100%.
Η χρηματοδότηση της Ελληνικής οικονομίας συνεχίστηκε το 2022, με τα υπόλοιπα δανείων να αυξάνονται κατά 11,1 δισ. ευρώ, καθώς οι εκταμιεύσεις δανείων υπεραντιστάθμισαν τη μείωση των υπολοίπων εξαιτίας των συναλλαγών πώλησης και τιτλοποίησης. Η αύξηση αυτή προήλθε σε μεγάλο βαθμό από τα επιχειρηματικά δάνεια, τα οποία αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 11,8%, ενώ τα δάνεια προς νοικοκυριά είχαν μικρή μείωση. Από την αρχή του έτους τα δανειακά υπόλοιπα σημείωσαν μείωση λόγω αποπληρωμών ως αντίδραση των επιχειρήσεων στην αύξηση των επιτοκίων.