«Πρωταθλήτρια» στη μείωση εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές η Ελλάδα το 2023

«Πρωταθλήτρια» στη μείωση εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές η Ελλάδα το 2023

Το σχέδιο για τα επόμενα χρόνια

Tην μείωση εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές καταγράφει η Ελλάδα μεταξύ των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2023, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat που δημοσιοποιήθηκαν σήμερα.

Σύμφωνα με την Eurostat το έσοδα από φόρους και εισφορές μειώθηκαν, από το 42,8% του ΑΕΠ το 2022, στο 40,7% του ΑΕΠ και παραμένει από τα πιο υψηλά στην ΕΕ, προσεγγίζοντας, όμως, τον μέσο όρο της ΕΕ (40%).

Συνολικά, τα έσοδα από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές αυξήθηκαν σε 11 χώρες της ΕΕ, με τη μεγαλύτερη αύξηση να καταγράφεται στην Κύπρο (από 35,9% το 2022, σε 38,8% το 2023) και στο Λουξεμβούργο (40,2% το 2022 και 42,8% το 2023), σύμφωνα με τη Eurostat.

Αντίθετα, μειώσεις άνω του 0,1% εμφάνισαν 12 χώρες, με πρωταθλήτρια την Ελλάδα και στη 2η θέση τη Γαλλία (από 47,6% το 2022, στο 45,6% του ΑΕΠ το 2023).

Οι υψηλότεροι φόροι και ασφαλιστικές εισφορές ως ποσοστό του ΑΕΠ καταγράφονται στη Γαλλία (45,6%), το Βέλγιο (44,8%) και τη Δανία (44,1%), ενώ τα χαμηλότερα ποσοστά εμφανίζουν η Ιρλανδία (22,7%), η Ρουμανία (27%) και η Μάλτα (27,1%). Το χαμηλότερο φορτίου κουβαλούν στα ΑΕΠ τους η Ιρλανδία (22,7%), η Ρουμανία (27%) και η Μάλτα (27,1%).

Σε απόλυτους αριθμούς, το 2023, τα έσοδα από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές αυξήθηκαν κατά 308 δισεκατομμύρια ευρώ στην ΕΕ σε σύγκριση με το 2022 και ανήλθαν σε 6,883 τρισεκατομμύρια ευρώ.

Το σχέδιο για τα επόμενα χρόνια

Παρεμβάσεις στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος και για τις επιχειρήσεις, νέα μείωση κατά μισή ποσοστιαία μονάδα των ασφαλιστικών εισφορών και «κούρεμα» των τεκμηρίων διαβίωσης περιλαμβάνει το κυβερνητικό σχέδιο που θα ξεδιπλώνεται έως το 2027, κάτι που αποτυπώθηκε και στις χθεσινές δηλώσεις του πρωθυπουργού

Ο δρόμος για τις νέες μόνιμες φοροελαφρύνσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα ανοίξει εφόσον η πάταξη της φοροδιαφυγής φέρει πρόσθετα έσοδα στα κρατικά ταμεία.

Ο οδικός χάρτης με τις παρεμβάσεις στο φορολογικό μέτωπο που θα ξεδιπλώνονται σταδιακά έως το 2027 και ανάλογα με την εισπρακτική απόδοση των μέτρων κατά της φοροδιαφυγής περιλαμβάνει:

-«Κούρεμα» κατά 30% των τεκμηρίων διαβίωσης με στόχο την εξάλειψη των στρεβλώσεων και των αδικιών και τη δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών ανάμεσα στα νοικοκυριά. Σημειώνεται ότι με το σημερινό καθεστώς εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες καλούνται να πληρώσουν υψηλότερο φόρο από αυτόν που αναλογεί στο εισόδημα τους με βάση τις τεκμαρτές δαπάνες διαβίωσης όπως τα αυτοκίνητα, τις κατοικίες, τις αγορές αγαθών, τα δίδακτρα σε ιδιωτικά σχολεία, τα σκάφη αναψυχής κ.ά. Μάλιστα τα στοιχεία δείχνουν ότι οι περισσότεροι φορολογούμενοι που πιάνονται στην παγίδα των τεκμηρίων διαβίωσης είναι μισθωτοί και συνταξιούχοι κυρίως με χαμηλά εισοδήματα που πληρώνουν έξτρα φόρους επειδή διαμένουν σε ιδιόκτητη ή μισθωμένη κατοικία και έχουν ένα αυτοκίνητο.

-Νέα μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 0,5%. Υπενθυμίζεται ότι από την 1η Ιανουαρίου 2025 οι ασφαλιστικές εισφορές θα μειωθούν κατά μια μονάδα.

-Κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για τις επιχειρήσεις και τα υποκαταστήματά τους. Σημειώνεται ότι το 2025 το τέλος επιτηδεύματος καταργείται για όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενους, ατομικές επιχειρήσεις και εργαζόμενους με «μπλοκάκι».

-Αλλαγές στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων με μειώσεις συντελεστών κυρίως για τα μεσαία εισοδήματα. Με το σημερινό καθεστώς τα φυσικά πρόσωπα με εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις, επιχειρηματική δραστηριότητα φορολογούνται με συντελεστές που ξεκινούν από 9% για τα πρώτα 10.000 ευρώ και φτάνουν έως και 44% για εισοδήματα άνω των 40.000 ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι παρεμβάσεις που έγιναν το 2020 στη φορολογική κλίμακα ευνόησαν κυρίως τους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους καθώς με την εφαρμογή του συντελεστή 9% για τα πρώτα 10.000 ευρώ του εισοδήματος τους είχαν ετήσιο όφελος 1.300 ευρώ ενώ για εισοδήματα από 20.000 έως 50.000 ευρώ η ελάφρυνση ήταν μόλις 17 ευρώ ετησίως.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ