«Μονιμοποιείται» ο ΦΠΑ στο 13% σε τουρισμό και συγκοινωνίες
Αντίθετα επανέρχεται στο 24% ο συντελεστής ΦΠΑ στα αναψυκτικά που παρέχονται από καταστήματα εστίασης.
Παρατείνονται οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ σε μεταφορές, εστίαση, τουρισμό, καθώς η ισχύς του μέτρου λήγει στο τέλος του χρόνου.
Αναλυτικά ο ΦΠΑ δεν αυξάνεται αλλά διατηρείται επ’ αόριστον πλέον, η μείωση στους συντελεστές που ισχύουν σήμερα (13%) στις μετακινήσεις με μέσα μαζικής μεταφοράς (συγκοινωνίες, ταξί), στον αθλητισμό (σε γυμναστήρια ή σχολές χορού κλπ), στον πολιτισμό (θέατρα και κινηματογράφοι) αλλά και στο τουριστικό «πακέτο», δηλαδή στη διαμονή και διατροφή στα ξενοδοχεία ή αλλά τουριστικά καταλύματα.
Αντίθετα επανέρχεται στο 24% ο συντελεστής ΦΠΑ στα αναψυκτικά που παρέχονται από καταστήματα εστίασης. Οι σχετικές προβλέψεις περιλαμβάνονται, σύμφωνα με πληροφορίες, στον προϋπολογισμό 2024 ο οποίος κατατίθεται αύριο στη Βουλή.
Σύμφωνα με πληροφορίες από πηγές του οικονομικού επιτελείου τόνισαν ότι οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν σε σύσκεψη σήμερα, ενόψει της κατάθεσης του προϋπολογισμού του 2024 την Τρίτη, αλλά μέχρι στιγμής επικρατεί η άποψη να δοθεί τελικά άλλη μια παράταση, πιθανώς για 6 μήνες. Το κίνητρο της κυβέρνησης είναι να μην επιβαρυνθούν οι τιμές, με μια επιστροφή στον κανονικό συντελεστή ΦΠΑ 24% από τον σημερινό μειωμένο 13%, καθώς είναι βέβαιο ότι το κόστος, σε μια τέτοια περίπτωση, θα μεταφερόταν στους καταναλωτές.
Από την άλλη, η δυναμική του προϋπολογισμού φαίνεται πως διασφαλίζει τα δημοσιονομικά περιθώρια για μια τέτοια απόφαση. Σημειώνεται ότι το κόστος του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στα εν λόγω προϊόντα είναι 250 εκατ. ευρώ το 6μηνο. Αυτό έρχεται να προστεθεί στα μέτρα στήριξης που είναι δεδομένα, με κυριότερα την αναμόρφωση του μισθολογίου στον δημόσιο τομέα (906 εκατ. ευρώ) και την αύξηση του αφορολογήτου κατά 1.000 ευρώ για οικογένειες με παιδιά (135 εκατ. ευρώ).
Η υπεραπόδοση του περασμένου Οκτωβρίου, που επέτρεψε τη λήψη των μέτρων για τα ευάλωτα νοικοκυριά φέτος, δείχνει πως οι προβλέψεις γίνονται με συντηρητικά δεδομένα και η δυναμική είναι στην κατεύθυνση της υπέρβασης των στόχων. Αλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις φθινοπωρινές της προβλέψεις την περασμένη εβδομάδα εκτιμά ότι το πρωτογενές πλεόνασμα φέτος θα είναι 1,1% του ΑΕΠ (όσο το βλέπει και η κυβέρνηση) και το 2024 θα είναι 2,5%, έναντι πρόβλεψης της κυβέρνησης για 2,1% του ΑΕΠ, ενώ το 2025 θα ανέβει ακόμη περισσότερο στο 2,6% του ΑΕΠ, έναντι κυβερνητικής πρόβλεψης για 2,3% του ΑΕΠ, στο Πρόγραμμα Σταθερότητας.
Αντίστοιχα, τραπεζικές πηγές εκτιμούσαν την περασμένη εβδομάδα ότι και φέτος είναι πιθανό να υπάρξει υπέρβαση του στόχου του 1,1% του ΑΕΠ. Η Κομισιόν βασίζει την πρόβλεψή της αυτή για υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα στην παραδοχή ότι το 2024 δεν θα δοθεί market pass (είναι δεδομένο), αλλά ούτε και επίδομα στους συνταξιούχους με προσωπική διαφορά. Στο οικονομικό επιτελείο σχολιάζουν ότι ήδη ο αριθμός των συνταξιούχων που παίρνει προσωπική διαφορά μειώνεται δραματικά καθώς οι συντάξεις των υπολοίπων αυξάνονται: από 2 εκατ. περιορίστηκαν σε 760.000 φέτος (με κόστος 280 εκατ. ευρώ) και μετά την αύξηση του 3% που προβλέπεται να δοθεί το 2024 ο αριθμός τους θα συρρικνωθεί τόσο ώστε να μην έχει σημαντική δημοσιονομική επιβάρυνση, ακόμη κι αν δοθεί το επίδομα σε κάποιους.
Η δυναμική παραγωγής πλεονασμάτων του προϋπολογισμού είναι τα καλά νέα. Υπάρχουν όμως και τα κακά, και αυτά είναι βασικά δύο. Πρώτον, τα σύννεφα στον διεθνή ορίζοντα, λόγω της νομισματικής σύσφιγξης που αναμένεται να οδηγήσει σε επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης και όχι επιτάχυνση, όπως προβλέπει η κυβέρνηση στον προϋπολογισμό. Ενώ η κυβέρνηση βαδίζει με παραδοχή στο προσχέδιο (που δεν αναμένεται να τροποποιηθεί σημαντικά στο μεθαυριανό οριστικό κείμενο) για ρυθμό ανάπτυξης 3% το 2024 από 2,3% φέτος, η Κομισιόν προβλέπει 2,4% φέτος και 2,3% το 2024 και το ΔΝΤ 2,5% φέτος και 2% το 2024.
«Το 3% είναι πολύ αισιόδοξο, λαμβάνοντας υπόψη την επίδραση της νομισματικής πολιτικής στην Ευρωζώνη και την αναμενόμενη επιβράδυνση στις ΗΠΑ. Ηδη, άλλωστε, οι εξαγωγές μειώνονται», σχολιάζει αναλυτής τράπεζας. Το δεύτερο κακό νέο είναι ο πληθωρισμός, ο οποίος –όπως εκτιμά πλέον και η ΕΚΤ– θα παραμείνει υψηλός για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η κυβέρνηση προβλέπει (στο προσχέδιο προϋπολογισμού, που δεν αναμένεται να τροποποιηθεί σημαντικά) εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή 4% φέτος και 2,4% το 2024, ενώ η Κομισιόν τον βλέπει στο 4,3% φέτος και 2,8% το 2024 και το ΔΝΤ προβλέπει ότι θα πλησιάσει το 2% στο τέλος του 2025.