ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ: Τιμή-στόχος 20,7 ευρώ και σύσταση Αγοράς από την Πειραιώς Χρηματιστηριακή
Ο Όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ είναι ένα ελκυστικός τρόπος να επενδύσει κάποιος στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας
Σε σημαντική αναθεώρηση της τιμής στόχου για την ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ προχώρησε η Πειραιώς Χρηματιστηριακή, αυξάνοντας τον πήχη στα 20,70 ευρώ ανά μετοχή, 45% υψηλότερα από το τρέχον επίπεδο ενώ παράληλα επιβεβαιώνει τη σύσταση buy (αγορά) για την μετοχή.
Σύμφωνα με την ανάλυση, Ο Όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ «είναι ένα ελκυστικός τρόπος να επενδύσει κάποιος στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας καθώς η άρση της πολιτικής αβεβαιότητας έχει ανοίξει τον δρόμο για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας εντός του 2023. Η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ ως ο μεγαλύτερος παίχτης στις υποδομές αναμένεται να είναι από αυτούς που θα επωφεληθούν από το βελτιωμένο επενδυτικό περιβάλλον. Η εταιρεία αυτή την στιγμή προχωράει επενδύσεις ύψους 3,5 δισ. ευρώ, ενώ είναι κατάλληλα τοποθετημένη για να επωφεληθεί από το μεγαλύτερο πρόγραμμα παραχωρήσεων στην Ευρώπη με έργα 10 δισ. ευρώ τις επόμενες περιόδους και επιπλέον 20 δισ. σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Το χαρτοφυλάκιο παραχωρήσεων που ήδη διαθέτει ο Όμιλος αποτιμάται στο 1,0 δισ. ευρώ με βάση το χαμηλότερο risk free rate (3,5% έναντι 4,5%) δεδομένης της ανάκτησης επενδυτικής βαθμίδας από την χώρα εντός του 2023. Η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ ετοιμάζεται να υπογράψει την σύμβαση της Εγνατίας και επιταχύνει την κατασκευή του νέου αεροδρομίου στο Καστέλι. Η λειτουργία των νέων έργων σε 3-4 χρόνια μαζί με την αύξηση του μερίσματος από τις ώριμες παραχωρήσεις αυτοκινητοδρόμων (περίπου 40 εκατ. ευρώ σήμερα) εγγυώνται πάνω από 160 εκατ. ευρώ μερίσματα ετησίως στη μητρική από το 2027 και μέχρι το τέλος του παραχωρήσεων το 2056.
Στην κατασκευή έχει αυξηθεί η αποτίμηση κατά σχεδόν 100 εκατ. στα 276 εκατ. ευρώ σε συνέχεια του ισχυρού και ποιοτικού ανεκτέλεστου των 5,5 δισ. ευρώ. Αναμένονται 200 εκατ. ευρώ συνολικές ταμειακές ροές με περιθώριο για μεγαλύτερη απόδοση λόγω καλύτερων περιθωρίων κερδοφορίας.
Στην ενέργεια, η παραγωγή (εκτός ΑΠΕ) και η λιανική ηλεκτρισμού αποτιμώνται στα 518 εκατ. ευρώ λόγω χαμηλότερου κόστους κεφαλαίου, υψηλότερης καθαρής ταμειακής θέσης και βελτιωμένης ορατότητας στη λιανική.
Τέλος για το σκέλος τον ΑΠΕ (ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ) χρησιμοποιείται η τρέχουσα κεφαλαιοποίηση, καθώς οι συζητήσεις με ενδιαφερόμενους επενδυτές συνεχίζονται. Σε κάθε περίπτωση η μετοχή κάνει trade περίπου 13.0x EV/EBITDA 2024E, το οποίο πιστεύουμε ότι είναι λογικό δεδομένων των ισχυρών ταμειακών ροών και του χαρτοφυλακίου έργων προς ανάπτυξη».
Η χρηματιστηριακή κλείνει την ανάλυσή της σημειώνοντας πως «με βάση τις νέες εκτιμήσεις, η μητρική εταιρεία θα λάβει περίπου 150 εκατ. σε μερίσματα και επιστροφές κεφαλαίου αυτό τον χρόνο τα οποία σε συνδυασμό με τα 600 εκατ. μετρητά στο ταμείο είναι παραπάνω από αρκετά να καλύψουν τις υψηλές επενδύσεις των επόμενων περιόδων ύψους 400 εκατ. αλλά και τα μερίσματα στους μετόχους (περιλαμβάνοντας και επαναγορές) ύψους 45 εκατ. ευρώ. Την περίοδο 2024-29 η μητρική αναμένεται να λάβει συνολικά 1,5 δισ. ευρώ από μερίσματα και επιστροφές κεφαλαίου, επιτρέποντας την άνετη κάλυψη των υποχρεώσεων και προσφέροντας αρκετό χώρο για αύξηση μερισμάτων (εκτιμάται 20% τον χρόνο) και νέες επενδύσεις».
Υπενθυμίζεται πως ο Όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ είναι ο μεγαλύτερος επενδυτής σε έργα παραχωρήσεων και ΣΔΙΤ, με κομβικής σημασίας αυτοκινητοδρόμους υπό διαχείριση και εμβληματικά έργα που αντιστοιχούν σε επενδύσεις δισεκατομμυρίων ευρώ, όπως ο νέος Διεθνής Αερολιμένας Ηρακλείου Κρήτης, το Ολοκληρωμένο Τουριστικό Συγκρότημα στο Ελληνικό, η νέα μονάδα ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο στην Κομοτηνή, το οδικό τμήμα Χερσόνησος – Νεάπολη του Βόρειου Οδικού Άξονα Κρήτης (ΒΟΑΚ), η Ολοκληρωμένη Διαχείριση Απορριμμάτων στις Περιφέρειες Ηπείρου και Πελοποννήσου, το ηλεκτρονικό εισιτήριο σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, αλλά και η ανάπτυξη του δικτύου υποδομών υπερυψηλών ταχυτήτων internet (ultra fast broadband). Παράλληλα, ο Όμιλος ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ διεκδικεί το κομμάτι της παραχώρησης του ΒΟΑΚ καθώς και την Αττική Οδό, ενώ αξιοποιώντας το πρόσφατο νομοθετικό πλαίσιο κατέθεσε ως leader ένωσης εταιρειών την πρώτη Πρότυπη Πρόταση που περιλαμβάνει νέα τμήματα του οδικού δικτύου της Αττικής προς Λαύριο, Ραφήνα και Λ. Βουλιαγμένης.
Επιπλέον, με έσοδα πάνω από 1 δισ. και ανεκτέλεστο 5,5 δισ. ευρώ, η ΤΕΡΝΑ διαθέτει σήμερα την πολυπληθέστερη τεχνική εργατική δύναμη, τον πλέον άρτιο εξοπλισμό, πολύπειρη διοίκηση και μία απόλυτα υγιή οικονομική θέση. Μεγάλο μέρος των έργων της ΤΕΡΝΑ προέρχεται από ίδιες επενδύσεις του Ομίλου και άρα έχει πολύ περιορισμένο ρίσκο. Επιπλέον, τα έργα για λογαριασμό τρίτων έχουν εξασφαλιστεί με αυστηρά κοστολογημένες προσφορές και με ρήτρες που σε μεγάλο βαθμό τα προστατεύουν από απότομες διακυμάνσεις στο κόστος. Στην καθαρή ενέργεια, η εγκατεστημένη ισχύς της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή από ΑΠΕ θα ξεπερνά σε δύο μήνες τα 1.200 MW, έναντι συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 906 MW στο τέλος του 2022. Επιπλέον, προχωράει σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα η κατασκευή του πολύ σημαντικού για το ηλεκτρικό σύστημα της χώρας έργου της μεγάλης αποθήκευσης στην Αμφιλοχία (680 MW), ενώ σημαντική ισχύς νέων έργων στην Ελλάδα και το εξωτερικό (κυρίως φωτοβολταϊκών) είναι έτοιμα προς κατασκευή. Ως εκ τούτου, η συνολική ισχύς έργων σε λειτουργία, υπό κατασκευή και έτοιμων προς κατασκευή ξεπερνάει τα 2.000 MW.
Εν ολίγοις, από περίπου 900 MW στο τέλος του 2022, με την προσθήκη του αιολικού έργου του Καφηρέα και της αντλησιοταμίευσης Αμφιλοχίας μόνο, η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή προβλέπεται να έχει υπερδιπλασιάσει την εγκατεστημένη ισχύ της μέσα σε περίπου δύο χρόνια από σήμερα, να την έχει τριπλασιάσει μέχρι το 2026 και να την έχει εξαπλασιάσει μέχρι το 2029. Στον τομέα της συμβατικής ηλεκτροπαραγωγής και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, ο ΗΡΩΝ – μετά και την 100% απόκτησή του από τον Όμιλο ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ – αξιοποίησε στο έπακρο τα συγκριτικά του πλεονεκτήματα, πρωτοπορώντας και προσφέροντας πρώτος μακροχρόνιες Συμβάσεις Πώλησης Ενέργειας σε μεγάλους εμπορικούς και βιομηχανικούς πελάτες, αλλά και συμφέρουσες τιμές στους οικιακούς καταναλωτές, αυξάνοντας σημαντικά το μερίδιο του στην αγορά προμήθειας και ξεπερνώντας για πρώτη φορά το επίπεδο του 10% μεταξύ των ιδιωτών προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας.